Διακρίβωση, σύμπλευση, εκτίμηση: τρία μη αναμενόμενα σχόλια της Μάτσης Χατζηλαζάρου

Javier Vilato: H Mάτση με τη γάτα της Γριγρία
Javier Vilato: H Mάτση με τη γάτα της Γριγρία


Η ζωή και το έργο της Μάτσης Χατζηλαζάρου έχουν πλέον μελετηθεί επαρκώς, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν υπάρχουν ανοιχτά ερωτήματα ως προς την ποιητική της έκφραση και παρουσία. Λεπτομέρειες του βίου της και σταθμοί της ποιητικής της πορείας έχουν διακριβωθεί (Φραντζή 1989 & 2015, Δανιήλ 2011), βιωματικές και ερμηνευτικές προσεγγίσεις της ζωής και της ποίησής της έχουν δημοσιοποιηθεί (Αντί 1987: 33-46), υψηλοί συναισθηματικοί τόνοι κατά την ερμηνεία των ποιημάτων της έχουν δοθεί (Λαμπρινού 2016), επιστολές της έχουν δημοσιευτεί και σχολιαστεί (Δανιήλ 2013), ενώ το έργο της έχει συνεξεταστεί και σε συνδυασμό με την ποίηση μειζόνων γυναικείων φωνών του νεοελληνικού λογοτεχνικού πεδίου (Αρσενίου 1996).
Επιπρόσθετα, οι συνεντεύξεις εκτός από πηγές πληροφοριών συγκροτούν πλέον και ένα διακριτό γραμματειακό είδος, που ενσωματώνει ιδεολογικές και βιοθεωρητικές παραμέτρους (Masschelein, Meurée & Vanasten 2014, Martens & Watthee - Delmotte 2017, κ.ά.). Έντονο τύπωμα φράσεων, σκίτσα και φωτογραφίες καθιστούν τα κείμενα των συνεντεύξεων πολυτροπικά, ενώ δραστικό ρόλο επιτελούν η δόμηση και η σειρά των ερωτήσεων, καθώς και τα δημοσιογραφικά σχόλια. Σωστά έχει επισημανθεί ότι «το παράδειγμα των συνεντεύξεων είναι πολύ χαρακτηριστικό για τον τρόπο με τον οποίον δεν προσέχουμε μόνον αυτά που λέγονται αλλά και τη μορφή που έχουν αυτά που λέγονται» (Χοντολίδου 1999). Τα προαναφέρθεντα τέθηκαν, γιατί θα δώσουμε έμφαση σε τρία στοιχεία, που αντλούνται από συνέντευξη της Μάτσης Χατζηλαζάρου στον Στάθη Τσαγκαρουσιάνο (Χατζηλαζάρου & Τσαγκαρουσιάνος 1986), η οποία δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Ελευθεροτυπία, το 1986 (ως γνωστόν το 1987 η ποιήτρια απεβίωσε), αναδημοσιεύτηκε στο περιοδικό Lifo το 2014, ενώ έχει αναρτηθεί και στο διαδίκτυο. Η «ερωτική» Μάτση, μάλιστα, δέχτηκε να φωτογραφηθεί στο πλαίσιο της συνέντευξης, σε γεροντική πλέον ηλικία, δίχως υψηλόβαθμη φιλαρέσκεια και χωρίς τις οπτικές ερωτικές συνδηλώσεις, που συνοδεύουν φωτογραφίες τής νεανικής και μέσης ηλικίας της, γεγονός που δείχνει, εκτός από τη συμφιλίωσή της με την αναπόδραστη φθορά του χρόνου, και την επιθυμία της να προκαλέσει ρήγμα στη στερεοτυπική εικόνα τής μονοσήμαντα ερωτικής και αιωνίως νέας δημιουργού, εικόνας που γενικά τη συνόδευε και έως και σήμερα τη συνοδεύει.


ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ 1ο- ΔΙΑΚΡΙΒΩΣΗ

[Μάτση Χατζηλαζάρου:] Οι λέξεις είναι όμως άτιμες και μπορεί να φτηνύνουμε πολύ ένα πράγμα, να το κάνουνε σαχλό. Γι’ αυτό πρέπει να τις προσέχεις, να απορρίπτεις διαρκώς, πράγμα που δεν είναι εύκολο. Δεν ψάχνεις τις ωραίες λέξεις ή τα ωραία συναισθήματα-αυτά έρχονται και φεύγουν. Ψάχνεις τις σωστές λέξεις. Κι αυτό είναι ποίηση.

[Στάθης Τσαγκαρουσιάνος:] Διαβάζοντας ωστόσο τα δικά σας ποιήματα έχω την εντύπωση πως δεν έχει μπει δεύτερο χέρι.

[Μάτση Χατζηλαζάρου:] (Γέλια) Μου τό ’χει πει κι άλλος αυτό. Πολλά χέρια έχω βάλει. Πολλές φορές, δούλεψε δούλεψε, μένει πια ένα ελάχιστο, σαν το κουκούτσι της ελιάς...

Ο υπερρεαλισμός θεωρητικά, αλλά συχνά και στο πλαίσιο της ποιητικής πρακτικής, συνδέθηκε με την απρόσκοπτη και ανεπεξέργαστη ροή λέξεων και εικόνων από το καλλιτεχνικό υποσυνείδητο, ακόμη και από το ασυνείδητο. Προφανώς, η γραφή της Χατζηλαζάρου ενσωματώνει ερωτική τόλμη και ανατρεπτική ορμή υπερρεαλιστικής διάθεσης, αλλά δεν σηματοδοτεί μία έκφραση αχαλίνωτη, ανέλεγκτη και μη επεξεργασμένη. Άλλωστε, κάθε τέχνη έχει τη μαστορική της, και αυτό η Χατζηλαζάρου ως καλή ποιήτρια ενδεχομένως και σε θεωρητικό επίπεδο να το είχε επεξεργαστεί, ωστόσο σίγουρα το βίωνε, το ένιωθε και το αισθανόταν.



ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ 2ο - ΣΥΜΠΛΕΥΣΗ

[Στάθης Τσαγκαρουσιάνος:] Ακολουθήσατε κάποιο γνωστό μοντέλο;

[Μάτση Χατζηλαζάρου:] Ποτέ. Νόμιζα, στα πρώτα που έγραψα, πως μιμούμαι τον Καβάφη. Τα έδειξα σε φίλους και με αποπήραν.

[Στάθης Τσαγκαρουσιάνος:] Μου θυμίζετε λιγάκι Τζόις Μανσούρ.

[Μάτση Χατζηλαζάρου:] Δεν έχω διαβάσει. Νιώθω περισσότερα κοινά στοιχεία με τον Ρίτσο, ο οποίος είναι ποιητής στρατευμένος, παρά με άλλους -γιατί δεν είναι το θέμα, αλλά ο τρόπος που πλησιάζει ένα πράγμα.


Η ποιήτρια ήταν μεγαλοαστικής καταγωγής. Εξ όνυχος τον λέοντα: ήταν και αναδεξιμιά του άνακτος (ως ανάδοχος στη βάφτιση της Μαρίας-Λουκίας Χατζηλαζάρου είχε παραστεί ο Βασιλεύς των Ελλήνων Κωνσταντίνος ο Α΄). Επίσης, η αποχή της από το πολιτικό πεδίο ήταν συνειδητή και ηθελημένη («Εγώ είμαι πολύ απολιτικό ον […] Δεν ψήφισα την τελευταία φορά [μάλλον εννοεί στις Βουλευτικές Εκλογές, που διεξήχθησαν την Κυριακή 2 Ιουνίου 1985], κι ένιωσα μια ανακούφιση», δηλώνει στη συνέντευξη). Αυτού του τύπου η αποχή σηματοδοτεί, επί της ουσίας, τη συντηρητικότερη πολιτική στάση και πρακτική, αλλά εδώ ενδιαφέρει ότι η ποιήτρια αφενός εκφράζει την προτίμησή της στην αποχή από την πολιτική, όμως αφετέρου αποκαλύπτει ότι ως προς τον ποιητικό τρόπο συμπλέει με έναν δεδηλωμένο κομμουνιστή, ο οποίος, μάλιστα, μεταπολεμικά δέχτηκε και την κατάκριση από την πιο προωθημένη αισθητικά και ιδεολογικά κριτική πτυχή και της δικής του όχθης. Η ποιήτρια μάλλον αισθανόταν ότι ο Ρίτσος κατά τη σύνθετη και περίπλοκη πορεία του, ακόμη και όταν έδινε στην υπαρξιακή του ταλάντωση πρόσημο πολιτικό, δεν εγκατέλειπε τη συγκινησιακή ένταση και τη συναισθηματική διαύγεια, στοιχεία με τα οποία και η Χατζηλαζάρου φόρτιζε την προσωπική της ποιητική. Ας ληφθεί υπόψιν, επιπλέον, ότι λίγα χρόνια πριν από τη συνέντευξη, είχαν δημοσιοποιηθεί και τα Ερωτικά (1981) του Ρίτσου. Η συλλογή αυτή (που κυκλοφόρησε από τον «Κέδρο» εκτός της σειράς των ποιητικών Απάντων τού δημιουργού) στέκεται δίπλα στην πολιτική ποίηση του συγγραφέα ως οργανικό της συμπλήρωμα με επιβλητική λεκτική συμπύκνωση και αυξημένη ερωτική ένταση και βάσιμα υποθέτουμε ότι γοήτευσε και την ποιήτρια ως αναγνώστρια αλλά και ομότεχνη του Ρίτσου. Παρεμπιπτόντως, ας διευκρινιστεί ότι η Τζόις Μανσούρ (1928-1986) ήταν ποιήτρια αγγλο-αιγυπτιακής καταγωγής, που έζησε και στη Γαλλία και συνδέθηκε με το υπερρεαλιστικό κίνημα ως γυναικεία φωνή με έκδηλο ερωτισμό. Ωστόσο, όταν δημοσιοποιήθηκε η πρώτη, στα γαλλικά συντεθειμένη, ποιητική συλλογή της (Cris, 1953), η Μάτση Χατζηλαζάρου είχε προ πολλού αρχίσει δυναμικά να διανύει το προσωπικό της ποιητικό στάδιο.



ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ 3ο – ΕΚΤΙΜΗΣΗ

[Στάθης Τσαγκαρουσιάνος:] Αφού λοιπόν τα πράγματα είναι τόσο μοιρασμένα ανάμεσα στα δυο φύλα, πως γίνεται ένας άντρας να νιώθει τα ποιήματα μιας ερωτευμένη γυναίκας;

[Μάτση Χατζηλαζάρου:] Ίσως γιατί όταν κάποιος είναι ειλικρινής, επικοινωνεί με το κοινό πάθος. Να θυμηθούμε έναν Θεσσαλονικιό: τον Ιωάννου. Πολλές φορές είναι σαφές πως όσα γράφει αφορούν άντρες. Εγώ τα βρίσκω πολύ ωραία, γιατί καταλαβαίνω κάποιον να χτυπιέται γι’ αυτό — μ’ ενδιαφέρει η ένταση....


Είναι σαφές πως η θετική εκτίμηση της Χατζηλαζάρου, ποιήτριας της οποίας οι στίχοι θεωρήθηκαν αρχετυπικό δείγμα γυναικείας γραφής με βιώματα από ανδρικά ερωτικά πρόσωπα, δεν περιορίζεται στα στενά όρια της έμφυλης ταυτότητας. Η Χατζηλαζάρου υπήρξε έντονα ερωτική και ως ποιήτρια και ως γυναίκα (δεν είναι καθόλου αυτονόητο ότι ο ερωτικός λογοτέχνης είναι, οπωσδήποτε, και ερωτικός άνθρωπος!). Η ποιήτρια εκφράζεται θετικά για τον ερωτικό Ιωάννου, με κριτήριο την ένταση του ερωτικού βιώματος και όχι τον προσδιορισμό του ως ετεροφυλοφιλικού ή ομοφυλοφιλικού. Ο τότε πρόσφατος και αδόκητος θάνατος του Γιώργου Ιωάννου (απεβίωσε το 1985) φυσικό ήταν να έχει προκαλέσει, αλλά και να έχει ενδυναμώσει, ένα κύμα κριτικής και αναγνωστικής συμπάθειας προς το έργο του, αλλά η Χατζηλαζάρου υπήρξε επαρκής αναγνώστρια, παρότι, καθ’ ομολογίαν της, δεν παρακολουθούσε συστηματικά την νεοελληνική εκδοτική επικαιρότητα. Είναι φανερό, εδώ, πως δεν υιοθετεί τις γενικευτικές υπεραπλουστεύσεις, κατά την εδραίωση των οποίων από το μέρος κρίθηκε το όλον, οπότε δεν συμπιέζει τον Ιωάννου ως συγγραφέα, τοποθετώντας τον αποκλειστικά στον χώρο των γλυκερών αναμνήσεων από την παλιά επαρχιακή Θεσσαλονίκη. Υποθέτουμε ότι η ποιήτρια αναφέρεται στον Ιωάννου τού «Ξέρει ο θεός» και του «Το θέρος τότε», ποιημάτων από Τα Χίλια Δέντρα. στον Ιωάννου του «Επιτάφιου θρήνου» από το ομότιτλο βιβλίο . στον Ιωάννου των « “Ιερών ανακραυγασμάτων”» και του πεζογραφήματος «Οι δικοί μου άγιοι» από την Καταπακτή. στον συγγραφέα, δηλαδή, που αποδίδει το ερωτικό βίωμα, τόσο ως πλήρωση όσο και ως έλλειψη, με ένταση που κονιορτοποιεί τα τείχη της έμφυλης ταυτότητας, απλώνοντάς το στην πανανθρώπινη συνθήκη και προικίζοντάς το με τα φτερά της υπερτοπικότητας και της διαχρονίας.
Με βάση τη στερεοτυπική πρόσληψη της ποιήτριας ως υπερρεαλίστριας, υπό την έννοια της αποτύπωσης της συνειδησιακής ροής στην ποίησή της χωρίς εκ των υστέρων επεξεργασία . με δεδομένη την έλλειψη ενδιαφέροντός της για τα πολιτικά δρώμενα και για τη σύνδεση τέχνης και πολιτικής, που επιβεβαιώνεται και στη συνέντευξη . με αποδεκτή τη θέση της ως γυναικείας ποιητικής φωνής . η Χατζηλαζάρου ξαφνιάζει γόνιμα, αποκαλύπτοντας ότι υπέβαλε τα ποιήματά της στη βάσανο της εκ των υστέρων επεξεργασίας, υπογραμμίζοντας τη σύμπλευσή της με την ποιητική ενός δημιουργού κατεξοχήν πολιτικού και εκφράζοντας την εκτίμησή της (αυτή, η εκπρόσωπος της «γυναικείας» γραφής και των «αληθινών κοριτσιών», κατά τον Μάνο Χατζιδάκι – βλ. Χατζιδάκις 1979) για κείμενα ενός συγγραφέα, των οποίων η θελκτική ερωτική ένταση εκτείνεται πέραν της ταυτότητας του άρρενος ή του θήλεος.
Η Χατζηλαζάρου σίγουρα δεν ήταν η πρώτη νεωτερική μας ποιήτρια: η Σύμπτωση (1939) της Μέλπως Αξιώτη είχε δημοσιοποιηθεί και κριθεί πέντε χρόνια πριν από τη δημοσίευση της πρώτης συλλογής της Χατζηλαζάρου, ενώ η θρησκευτικής-μεταφυσικής χροιάς νεωτερική φωνή της Ζωής Καρέλλη είχε αρθρωθεί από το 1940, στη συλλογή της Πορεία. Η Χατζηλαζάρου δεν είναι η υπερρεαλίστρια που εκφράστηκε με μία μέθοδο αυτόματης γραφής τύπου Υψικαμίνου, ενώ ακόμη και εάν ενταχθεί στο κλίμα του εξελιγμένου μεταπολεμικού υπερρεαλισμού, που διατήρησε το πνεύμα αντικομφορμισμού και ανατροπής της καθεστηκυίας τάξης αλλά χωρίς ολικά να διασπά την έλλογη αλληλουχία, δεν προκύπτει με απόλυτη σαφήνεια ότι αυτή είναι η πρώτη Ελληνίδα υπερρεαλίστρια: τα πρώτα υπερρεαλίζουσας στόφας ποιήματα της Ελένης Βακαλό (από ορισμένα αναδύεται υψηλόβαθμος ερωτισμός) δημοσιεύτηκαν στα Νέα Γράμματα τον Μάρτιο του 1944 (τχ. 2, σ. 126-130), ενώ το Μάης, Ιούνης και Νοέμβρης της Μάτσης Χατζηλαζάρου, συλλογή με την οποία εμφανίστηκε η ποιήτρια ως Μάτση Ανδρέου, πρέπει να τυπώθηκε τους πρώτους μήνες της συγκεκριμένης χρονιάς, αφού στο τεύχος Ιουλίου των Νέων Γραμμάτων, δημοσιεύτηκε το πολύ θετικό κριτικό σημείωμα του Αντρέα Καραντώνη για τη συλλογή (Καραντώνης 1944).
Η ισχυρή επιρροή, που ασκήθηκε στη Μάτση Χατζηλαζάρου από τον εισηγητή του υπερρεαλισμού στη νεοελληνική ποίηση, τον Ανδρέα Εμπειρίκο, η θυελλώδης ερωτική σχέση τους και ο γάμος τους, οι ερωτικές συνδέσεις τής ποιήτριας με πολύ γνωστούς καλλιτέχνες και διανοητές, η υπερρεαλιστικής διάθεσης τόλμη της να εκφράζει ποιητικά τον έρωτα ως σεξουαλικό βίωμα, σε μία εποχή υπέρμετρης σεμνοτυφίας, καλλιέργησαν έναν μύθο γύρω από τη Μάτση Χατζηλαζάρου, ισχυρότερο από την ποιητική της και το ποιητικό της έργο αυτό καθ’ αυτό. Πάντως, η νηφάλια αποτίμηση της ποίησής της οδηγεί στη διαπίστωση ότι έδωσε ένα έργο αξιόλογο και καλλιτεχνικά λειτουργικό, τεχνοτροπικά μοντερνιστικό και θεματικά ερωτικό, υπερβαίνοντας τις μικροαστικές συμβάσεις και τις αγκυλώσεις μιας ηθικιστικά προσδιορισμένης σεμνοπρέπειας. Ο γνήσιος μοντερνισμός την εξέφραζε όχι απλώς ως ποιητικός τρόπος αλλά και ως στάση ζωής και αυτό διακρίνεται και από σημεία της συνέντευξης, που έδωσε προς το τέλος του βίου της. Ορισμένα από αυτά στοιχειοθετούν θέσεις μη αναμενόμενες, θυμίζοντάς μας ότι ο μοντερνισμός, για να παραμείνει λειτουργικός και για να μην εκπέσει σε κοινότοπη μανιέρα, πρέπει να διαθέτει ως πυρήνα του το δημιουργικό ξάφνιασμα.

 



ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ

Ανδρέου Μάτση [= Μάτση Χατζηλαζάρου] (1944). Μάης, Ιούνης και Νοέμβρης, Ίκαρος.
Αρσενίου Ελισάβετ (1996). «Τα κρόσσια του κειμένου: Πτυχές της ελληνικής γυναικείας γραφής» [= αναγνώσεις από το έργο τεσσάρων ποιητριών: Μάτση Χατζηλαζάρου, Μαντώ Αραβαντινού, Ελένη Βακαλό, Κική Δημουλά]. Διαβάζω 401: 124-131.
Βακαλό Ελένη (1944). «Δεκαπέντε ποιήματα». Τα Νέα Γράμματα 2: 126-130.
Δανιήλ Χρήστος (2011). «...Ιούς, Μανιούς, ίσως και Aqua Marina». Μάτση Χατζηλαζάρου. Η πρώτη Ελληνίδα υπερρεαλίστρια,Τόπος.
Δανιήλ Χρήστος (2013). Μάτση Χατζηανδρέου – Γράμματα από το Παρίσι στον Ανδρέα Εμπειρίκο (1946-1947)και άλλα ανέκδοτα ποιήματα και πεζά της ίδιας περιόδου, Άγρα.
Καραντώνης Αντρέας (1944). «Μάτσης Ανδρέου: “Μάης, Ιούνης και Νοέμβρης” (ποιήματα) 1944». Τα Νέα Γράμματα 4: 321-322.
Μαραγκού Λαμπρίνα Α. (2016).Μάτση Χατζηλαζάρου. Από την ποίηση στη μύηση, Παπαζήσης
Martens D. & M. Watthee - Delmotte (2017). «The Literary Interview: a Study of the Genre and its Mediological Mutations». Literature and Media Innovation. http://lmi.arts.kuleuven.be/project-1-literary-interview-study-genre-and-its-mediological-mutations.
Masschelein Anneleen, Christophe – Martens Meurée & Stéphanie David – Vanasten (2014), «The Literary Interview: Toward a Poetics of a Hybrid Genre». Poetics Today 1-2 (τόμος 35): 1-49.
«Μνήμη Μάτσης Χατζηλαζάρου» (1987) [= Κείμενα των Δ. Ι. Αντωνίου, Μάνου Χατζιδάκι, Αλέξανδρου Ξύδη, Βάσιας Καρκαγιάννη-Καραμπελιά, Φραγκίσκης Αμπατζοπούλου, Έκτορος Κακναβάτου, Άντειας Φραντζή]. Αντί 351: 33-46.
Φραντζή Άντεια (1989). Ερωτικές μεταμορφώσεις. Αντίδωρο στη Μάτση Χατζηλαζάρου, Πολύτυπο.

Φραντζή Άντεια (2015). Ερωτικές μεταμορφώσεις. Σημειώσεις για την ποίηση της Μάτσης Χατζηλαζάρου, Γαβριηλίδης.

Χατζιδάκις Μάνος (1979). «Ο Μελαχρινός Έρως, το Εκκρεμές και η Μάτση των Ονείρων» [= ραδιοφωνικό σχόλιο στο Τρίτο Πρόγραμμα της Ελληνικής Ραδιοφωνίας, το οποίο μεταδόθηκε την Κυριακή 9 Δεκεμβρίου 1979]. Βλ. και https://www.lifo.gr/team/prosklitirio_nekron/46343, καθώς και http://philologoi.mes.sch.gr/files/polydpureia_st_programme.pdf .
Χατζηλαζάρου Μάτση & Τσαγκαρουσιάνος Στάθης (1986). «Η Μάτση Χατζηλαζάρου μιλά στον Στάθη Τσαγκαρουσιάνο "Η ευτυχία είναι κάτι πολύ παροδικό, μια έκλαμψη"»: https://www.lifo.gr/team/retrolifo/25811.

Χοντολίδου Ελένη (1999). «Εισαγωγή στην έννοια της πολυτροπικότητας». Γλωσσικός Υπολογιστής 1: 115-117. Βλ. και http://www.komvos.edu.gr/periodiko/periodiko1st/thematikes/print/3/index.htm .

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: