——————
Στα σύνορα της φαντασίας με την Ματίλντα και την Αγγελική Βαρελλά
Τα πράγματα και η απώλειά τους*
Μια από τις αγαπημένες μου αναγνωστικές περιόδους είναι αναμφίβολα εκείνη της παιδικής ηλικίας. Όταν μαθαίνεις να διαβάζεις και περνάς μια δεύτερη φάση ανακάλυψης του κόσμου, δεύτερη μετά από εκείνη που βιώνεις δύο και τριών χρονών. Το βλέπω και στην ανιψιά μου τώρα. Άλλος άνθρωπος η Ε. με το που άρχισε να διαβάζει, ένα μικρό θαύμα συντελείται κάθε φορά που παίρνει στα χέρια της ένα βιβλίο.
Το δικό μου θαύμα συντελέστηκε όπως των περισσότερων παιδιών στην Α' δημοτικού. Δεν ήταν λίγες οι φορές που ζητούσα από τη μητέρα μου να μου μάθει να διαβάζω για να πάψω να αυτοσχεδιάζω βγάζοντας δικές μου ιστορίες βλέποντας τις εικόνες, όταν οι άλλοι βαριόνταν ή δεν προλάβαιναν να μου διαβάσουν. Ανένδοτη η μητέρα μου. «Θα μάθεις όταν πας δημοτικό».
Και πήγα στο δημοτικό κι άρχισα να διαβάζω μανιωδώς. Ό,τι είχε και δεν είχε η βιβλιοθήκη μας και η δανειστική βιβλιοθήκη του συστεγαζόμενου σχολείου στα σύνορα Χαριλάου – Τούμπας. Από τη δανειστική βιβλιοθήκη του σχολείου έπαιρνα βιβλία ταιριαστά στην ηλικία μου: Ο Ταύρος που έπαιζε πίπιζα, Ο αδελφός της Ασπασίας, Φιλενάδα Φουντουκιά μου κ.ά. Πολλά χρόνια μετά, σε μια ραδιοφωνική εκπομπή του πολιτιστικού ραδιοφώνου 9,58 της ΕΡΤ3, την «Καλημέρα με βιβλία για παιδιά» της Αναστασίας Γρηγοριάδου, διάβαζα ένα απόσπασμα της Φουντουκιάς. Όταν τελείωσα την ανάγνωση, συνδέθηκε τηλεφωνικά η Αγγελική Βαρελλά. Συνομιλήσαμε για λίγο στον αέρα της εκπομπής και θυμάμαι το πρόσωπό μου να έχει ένα τέτοιο πλατύ χαμόγελο, όπως η γάτα στην Αλίκη στη Χώρα των θαυμάτων - αλλά χωρίς τη σαρδόνια διάθεση. Μία στιγμή που ποτέ δεν θα ξεχάσω. Αυτά τα μυθικά πρόσωπα των παιδικών μου χρόνων, υπάρχουν.
Κι αν τα βιβλία που έπαιρνα απ’ το σχολείο άρμοζαν στην ηλικία μου, στο σπίτι διάβαζα πραγματικά ό,τι υπήρχε. Πολύ σύντομα είχα εξαντλήσει την παιδική λογοτεχνία που υπήρχε σπίτι, και πέρασα στην εφηβική, νεανική και ενήλικη. Με δύο αρκετά μεγαλύτερα αδέρφια στο σπίτι η πρόσβαση σε κάθε είδους γνώση και πληροφορία καθίσταται ευκολότερη. Παρόλα αυτά, δεν θα ήθελα να σταθώ σε βιβλία που διάβασα ενώ δεν έπρεπε (ξεκάθαρα δεν έπρεπε σ’ εκείνη την ηλικία – αν και όξυναν τη φαντασία μου, που προσπαθούσε να δώσει λύσεις σε μυστηριώδη ερωτήματα). Θα ήθελα να πω για την πλήρη ταύτισή μου με το αγαπημένο μου βιβλίο, το βιβλίο που διάβαζα ξανά και ξανά, που το ήξερα απ’ έξω, μα πάντα χαιρόμουν να επανέρχομαι σ’ αυτό – όπως κάνουμε με τις ιστορίες στα μεγάλα οικογενειακά τραπέζια· εξήντα χρόνια ζωής, τρεις–τέσσερις ιστορίες διηγούμαστε όλες κι όλες.
Αυτό το βιβλίο δεν ήταν άλλο από τη Ματίλντα του Ρόαλντ Νταλ. Απ’ τη μέρα που η αδερφή μου η Β. είπε στις φίλες της ένα απόγευμα που κάναμε βόλτα με ρόλερς – πρώτη και τελευταία φορά, γιατί γέμισα δαχτυλιές τ’ αμάξια – ότι είμαι σαν τη Ματίλντα, βιβλιοφάγος, το έδεσα κόμπο. Στα πάντα έβρισκα κοινά, ακόμη κι ότι έχω μαγικές δυνάμεις, που απλώς ακόμη δεν έχουν ενεργοποιηθεί, είχα πιστέψει. Μόνο στη ζωή της μες στην οικογένεια τα χαλούσαμε λίγο, αλλά λεπτομέρειες τώρα...
Υπήρχε κι άλλη μία διαφορά μας με τη Ματίλντα. Η Ματίλντα πήγαινε κάθε μέρα στη δημοτική βιβλιοθήκη κι είχε διαβάσει τα πάντα. Ακόμη και τον τηλεφωνικό κατάλογο. Εμένα η μαμά μου δεν με έγραφε στη βιβλιοθήκη, γιατί πίστευε ότι θα αγχωθώ με τόσα βιβλία, αφού δεν θα ξέρω ποιο να πρωτοδιαβάσω. Φοβόταν πως θα έβαζα σκοπό της ζωής μου να τα διαβάσω όλα με τη σειρά. Καλά και κακά. Αδιάφορο. Πόσο δίκιο είχε, πόσο καλά με ξέρει! Ακόμη με διακατέχει αυτό το άγχος, συχνά–πυκνά, πως ποτέ μέχρι να πεθάνω δεν θα προλάβω να διαβάσω όλα τα βιβλία που θέλω ή – ούτε να το σκέφτομαι δεν θέλω – που υπάρχουν.
Δεν απελπίζομαι όμως. Υπάρχουν και χειρότερα. Υπάρχει π.χ. και το επεισόδιο “Time Enough at last”, της αμερικάνικης σειράς της δεκαετίας του 1960 Στα σύνορα της Φαντασίας (The Twilight Zone). Δεν θα πω περισσότερα. Πάω να καθαρίσω τα γυαλιά μου.
*Το όνομα της στήλης είναι εμπνευσμένο από τη φράση του David Grossman «τα βιβλία είναι το μοναδικό μέρος στον κόσμο, όπου μπορούν να συνυπάρχουν τα πράγματα και η απώλειά τους».