Μόνη πατρίδα μας τα βιβλία των φίλων

Αναγνώστρια του Aμβρόσιου Μπένσον (1525)
Αναγνώστρια του Aμβρόσιου Μπένσον (1525)

Τα πράγματα και η απώλειά τους*



Περίπου μια δεκαετία πριν ξεκίνησα να γράφω σε ιστοσελίδες και περιοδικά, κυρίως άρθρα γύρω απ’ το θέατρο. Στο βασικό σάιτ που έγραφα όταν πρωτοξεκίνησα, και στο οποίο έκατσα περίπου έξι χρόνια παρακαλώ, γνώρισα τον ΣΣ. Ο ΣΣ ήταν (και είναι ακόμη) ο αρχισυντάκτης – ιδιοκτήτης – άνθρωπος για όλες τις δουλειές αυτού του σάιτ και ταυτόχρονα ένας φανατικός αναγνώστης. Διαβάζει τα πάντα μεν, κρίνει τα πάντα δε.
Όταν αρχίσαμε, λοιπόν, να ανακαλύπτουμε ο ένας το πάθος του άλλου για τα βιβλία και την ανάγνωση, ο ΣΣ άρχισε να με προμηθεύει με ντάνες βιβλίων εβδομαδιαίως. Χωρίς υπερβολή, συναντιόμασταν κάθε εβδομάδα για καφέ, μου δάνειζε κάπου 5-6 βιβλία διαφορετικού ύφους, περιεχομένου και γραφής και περίμενε ν’ ακούσει τις εντυπώσεις μου για τα βιβλία του που είχα διαβάσει την περασμένη εβδομάδα. Μια ιδιότυπη μαθητεία θα χαρακτήριζα εκείνες τις συναντήσεις. Ο ΣΣ δεν μιλούσε για τα βιβλία. Απλώς μού τα έδινε και περίμενε ν’ ακούσει τι εντύπωση μου προκαλούσαν. Δεν ήταν όλα το ίδιο πετυχημένες επιλογές, βέβαια, κατά τη γνώμη μου. Δεν θυμάμαι καν τους τίτλους απ’ τα περισσότερα από αυτά. Θυμάμαι μόνο το Χαμένο Νησί, μια φανταστική νουβέλα του Μ. Καραγάτση (βλ. και Το Χαμένο Νησί της Ηπείρου, ένας χωρισμός και ο Σινόπουλος) και το Πες στη Μορφίνη, ακόμη την ψάχνω της Νικόλ Ρούσσου, το οποίο ήδη τότε το θεώρησα ξεπερασμένο, ότι μιλούσε σε μια άλλη γενιά, παραήταν χωμένο στα 90s για τα είκοσί μου χρόνια.

Ο φίλος μου ο Ι. θα έβρισκε παρακινδυνευμένες τις παραπάνω συναντήσεις. Παρακινδυνευμένες εκ μέρους του ΣΣ, που με άφηνε μόνη με τα βιβλία του. Ο Ι. δεν εμπιστεύεται τη βιβλιοθήκη του σ’ εμένα. Ούτε καν τα βιβλία που παίρνει για να τα ξεφυλλίσει και να τα έχει στο τραπέζι της κουζίνας ως σουβέρ – τα βλέπω και φρίττω. Ωστόσο, δεν μπορώ να πω, πριν από κάθε ταξίδι κάτι μου δίνει να διαβάσω από φόβο μην του ψειρίσω από μόνη μου ό,τι θέλω. Κι όμως δεν είμαι Η Κλέφτρα των Βιβλίων, μου έχει βγει το όνομα! Ωστόσο, καλύτερα να σε φοβούνται και να σου δίνουν να διαβάσεις το Τοτέμ και Ταμπού σε σκληρόδετη πράσινη έκδοση, την Υπέροχη φίλη μου από την «Τετραλογία της Νάπολης» της Έλενα Φεράντε, το Ο κύριος Γουάιλντερ κι εγώ του Τζόναθαν Κόου και το Πάτρικ Λι Φέρμορ, μια περιπέτεια της Άρτεμις Κούπερ. Τώρα που το σκέφτομαι, κάπως έτσι δεν λειτουργεί το μπούλινγκ;
Όπως και να ‘χει, συχνά πυκνά σκέφτομαι αυτές τις συναντήσεις μας κι αυτό το μοίρασμα των βιβλίων ως έναν τρόπο επικοινωνίας και δημιουργίας κοινής συνείδησης. Μικρή πίστευα πως τα βιβλία είναι κατά κάποιον τρόπο τόποι. Τα βιβλία είναι χώρες κι οι αναγνώστες τους είμαστε κάτοικοι της εκάστοτε χώρας. Όσοι λοιπόν έχουμε διαβάσει το ίδιο βιβλίο, είμαστε κάτοικοι της ίδιας χώρας, μιλάμε εν μέρει την ίδια γλώσσα, έχουμε παρόμοιες αναφορές, έχουμε περάσει κι αφήσει ένα μέρος της ζωής μας εκεί και μπορεί να επανερχόμαστε όπως στο πατρικό μας σπίτι. Αυτό δεν σημαίνει, βέβαια, πως όλα τα βιβλία είναι καλά. Αναγνωρίζουμε τα προβλήματα, συμβαίνει να εχθρευόμαστε και να μισούμε ακόμη-ακόμη και την ίδια μας την καταγωγή, την πόλη, το σπίτι και την πατρίδα. Όμως δεν γίνεται εμείς οι αναγνώστες να είμαστε μισαλλόδοξοι και ρατσιστές, γιατί ο καθένας κι η καθεμία από εμάς είναι κάτοικος και πολίτης πολλών χωρών και πολλών βιβλίων ταυτόχρονα.

Ποιος ξέρει… ίσως αντίθετα απ’ ό,τι εκ πρώτης φαίνεται, η ανάγνωση να είναι η πιο συλλογική μορφή ύπαρξης του ατόμου.



*Το όνομα της στήλης είναι εμπνευσμένο από τη φράση του David Grossman «τα βιβλία είναι το μοναδικό μέρος στον κόσμο, όπου μπορούν να συνυπάρχουν τα πράγματα και η απώλειά τους».

ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: