Η ντοματούλα
Κίνησα φρέσκια, κόκκινη ντομάτα,
φλούδα σφιχτή κι όλο ζουμί, να βρω
κάποιον προορισμό στον κόσμο. Η στράτα
λόξης πεδίον! «Φρούτο ή λαχανικό;»
ρωτούν. Με ζούληξαν και στο ψυγείο.
Τραβήξαν το κοτσάνι μου κι ακράτη-
τοι μ’ έκοψαν στυγνά πρώτα στα δύο
—που να τριφτούν στου τρίφτη τους την πλάτη!—
κομμάτια ύστερα και με βράσανε.
Μα στο μπριάμ νεύρα με πιάσανε...
Βουρ να τους πιτσιλάω αναφανδόν,
γιατί το σύστημά τους ήταν σάπιο.
Τώρα το δίκιο μου ψάχνω σε κάποιο
Κέντρο Εξυπηρέτησης Πολτών.