——————
Συζήτηση με τον
ΒΑΓΓΕΛΗ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
——————
Για το δοκίμιό του Η σοφία του χρήματος, που κυκλοφορεί σε μετάφραση Σώτης Τριανταφύλλου (εκδ. Πατάκη 2019), μιλάει ο Πασκάλ Μπρικνέρ στη συνέντευξη η οποία ακολουθεί. Ο Μπρικνέρ έγινε γνωστός στη χώρα μας από το μυθιστόρημα Τα μαύρα φεγγάρια του έρωτα, που μετέφερε στη μεγάλη οθόνη ο Ρομάν Πολάνσκι, όπως και από το δοκιμιακό του έργο Το παράδοξο του έρωτα ή το αυτοβιογραφικό του Ένας καλός γιος.
Με πατέρα Γερμανό και μητέρα Ισπανίδα, ο Μπρικνέρ γεννήθηκε στο Παρίσι, έζησε έξι χρόνια στην Αυστρία, έμεινε στη Λιόν μέχρι την ηλικία των 16 ετών και εν συνεχεία επέστρεψε στο Παρίσι, όπου και εγκαταστάθηκε οριστικά. Μέλος του κύκλου των «νέων φιλοσόφων», συμμετείχε στον αναβρασμό του Μάη του 1968 και εκπόνησε τη διδακτορική διατριβή του υπό την επίβλεψη του Ρολάν Μπαρτ. Κατέχει διδακτορικό Φιλοσοφίας από το Ινστιτούτο Πολιτικών Επιστημών του Παρισιού, είναι επισκέπτης καθηγητής Λογοτεχνίας και Πολιτικών Επιστημών στις ΗΠΑ και αρθρογραφεί στο περιοδικό Nouvel Observateur.
ΕΡ: Στο βιβλίο σας Η σοφία του χρήματος, το χρήμα δεν παραπέμπει ούτε στον Παράδεισο ούτε στην Κόλαση: εκπροσωπεί μια βαθιά πρακτική (ακόμα και υπαρξιακή) ανάγκη του ανθρώπου μέσα από τη μακρά πορεία του διαμέσου των αιώνων. Τι ακριβώς φρονείτε, παρόλα αυτά, για τη θέση του χρήματος στα χρόνια της διεθνούς χρηματοπιστωτικής κυριαρχίας;
ΑΠ: Στις ημέρες μας ξοδεύουμε παραπάνω από όσα κερδίζουμε και υπάρχει συνεχώς η ανάγκη να δανειζόμαστε. Πρέπει να είμαστε προσεκτικοί ως προς το πώς αντιμετωπίζουμε και χειριζόμαστε το χρήμα. Και πρέπει βεβαίως να πληρώνουμε αυτά που χρωστάμε, όπως και να κρατάμε, να διασφαλίζουμε κάποια χρήματα. Από την άλλη πλευρά, δεν υπάρχει κανένας λόγος να δαιμονοποιούμε το χρήμα, όπως το κάνουν οι Γάλλοι, αλλά και οι πιστοί της Καθολικής Εκκλησίας. Αν, όμως, δαιμονοποιήσουμε το χρήμα, τότε σπεύδουμε ταυτοχρόνως να ανοίξουμε ένα δρόμο για την αποθέωσή του. Όπως έχει πει ο πάπας Φραγκίσκος: «Το χρήμα μπορεί να μη με ενθουσιάζει, μου είναι όμως πολύ χρήσιμο όταν θέλω να αγωνιστώ για τη βελτίωση της κατάστασης των φτωχών». Στο μεταξύ οι Καθολικοί εξακολουθούν να θεωρούν κατάρα το χρήμα την ώρα που η Καθολική Εκκλησία όχι μόνο ζει μέσα στην πολυτέλεια, αλλά και μαστίζεται από πλήθος οικονομικών σκανδάλων.
ΕΡ: Στο βιβλίο σας γίνεται λόγος και για το χρέος, κι αυτό μου δίνει την αφορμή να περάσω στα ελληνικά ζητήματα. Το χρέος –το δημόσιο χρέος και κατά συνέπεια και το ιδιωτικό– μετατράπηκε την τελευταία δεκαετία στην Ελλάδα σε πηγή τεράστιων δυσκολιών για τους πολίτες. Τι λέτε για το χρέος τοποθετημένο σε ένα τέτοιο πλαίσιο;
ΑΠ: Το πρόβλημα με το χρέος της Ελλάδας, που είναι πως δεν πρέπει να ξοδεύεις περισσότερα από όσα έχεις την ικανότητα να κερδίζεις, προέκυψε από το ότι η Γερμανία ήθελε να την πετάξει έξω από την Ευρωπαϊκή Ένωση, κάτι που εντέλει δεν συνέβη χάρη στην παρέμβαση του Φρανσουά Ολάντ, ο οποίος είπε ότι τυχόν αποπομπή της Ελλάδας από τους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα προκαλούσε πολύ μεγαλύτερα ζητήματα από εκείνο τα οποία υποτίθεται ότι θα έλυνε. Αυτά που υπέφεραν οι Έλληνες πολίτες όλα τα τελευταία χρόνια είναι βεβαίως θηριώδη. Σε κάθε όμως περίπτωση είναι προτιμότερη η λύση που ακολουθήθηκε αντί να επιστρέψει η Ελλάδα στη δραχμή. Άλλωστε, όλοι χρωστούν σήμερα εκατομμύρια επί εκατομμυρίων. Και οι Γάλλοι, ξέρετε, χρωστούν, όπως και οι Ιταλοί, να μη συζητήσουμε για τα ποσά τα οποία χρωστούν οι ΗΠΑ. Και είναι απαραίτητο να συνειδητοποιήσουμε πως τα τεράστια ποσά στα οποία είμαστε όλοι εκτεθειμένοι δεν θα μπορέσουν ποτέ να καλυφθούν. Τι κάνουμε, επομένως; Το μόνο που απομένει είναι να παραδεχτούμε τις απώλειές μας και να προχωρήσουμε στη θεμελίωση ενός νέου συστήματος βασισμένοι σε εντελώς καινούργιες βάσεις. Να τα ξεκινήσουμε όλα από την αρχή.
ΕΡ: Επανερχόμαστε, λοιπόν, στην έννοια του χρέους, που έχει συνδεθεί και με έναν γεωγραφικό όρο (αν είναι γεωγραφικός και όχι πολιτικός): τον ευρωπαϊκό Νότο.
ΑΠ: Ναι, σε αυτή τη λογική οι Νότιοι είναι οι τεμπέληδες που δεν μπορούν και δεν θέλουν να προσαρμοστούν, εκείνοι που αρνούνται να δεχτούν τις επιταγές της καπιταλιστικής αγοράς. Ο ευρωπαϊκός Νότος αποτελεί μια σαφώς πολιτική έννοια, δεν ανήκει σε καμία φυσική τάξη, δεν έχει καμία πραγματική βάση. Να υπενθυμίσω εδώ πως τα ίδια περίπου λέγονται και για τη Γαλλία. Στο μεταξύ η Γερμανία άφησε στην τύχη τους την Ιταλία και την Ελλάδα, δεν τις βοήθησε να αντιμετωπίσουν τα πολλαπλά κύματα προσφύγων και μεταναστών. Αυτή είναι αν μη τι άλλο μια πολύ περίεργη στάση και συμπεριφορά.
ΕΡ: Για να περάσουμε σε ένα κάπως διαφορετικό επίπεδο, πιστεύετε πως το ιδιωτικό έχει κυριαρχήσει καθ’ ολοκληρίαν στην εποχή μας, όπως διαφαίνεται ήδη από τα Μαύρα φεγγάρια του έρωτα, ένα μυθιστόρημα που δημοσιεύσατε όταν η κοινωνική πραγματικότητα ήταν ακόμη αρκετά διαφορετική από τη σημερινή;
ΑΠ: Το ιδιωτικό έχει επικρατήσει πλήρως στις ημέρες μας. Το καταφύγιο της οικογένειας, η καθημερινότητα των ατομικών μας ενεργειών, το κλίμα στα δίκτυα κοινωνικής δικτύωσης, τα πάντα σε όσα μας περιβάλλουν, αποδεικνύουν πως θέλουμε να προστατευτούμε και να προφυλαχθούμε από τους άλλους την ίδια ώρα που υπάρχει μια τεράστια επιθυμία για να ξεχωρίσουμε. Η αντιθετική συνύπαρξη του ορατού με το αόρατο είναι η μεγάλη αντίφαση του καιρού μας. Αποτελεί θεμέλιο της σύγχρονης δημοκρατίας: πρώτα να ξεφύγουμε, να δραπετεύσουμε από την κοινωνία, διακρινόμενοι ως ιδιωτικά πρόσωπα, κι ύστερα να επιστρέψουμε και να εγκλιματιστούμε σε αυτήν μέσα από την αναγνώριση και την αποδοχή μας εκ μέρους της.
ΕΡ: Να κλείσω με μια καθαρώς πολιτική ερώτηση. Θεωρείτε ότι ο πρόεδρος Μακρόν και οι πιθανοί σύμμαχοί του μπορεί να υψώσουν ένα φράγμα αντίδρασης στη ραγδαία άνοδο της Ακροδεξιάς στην Ευρώπη;
ΑΠ: Το ελπίζω χωρίς να μπορώ να σας βεβαιώσω ότι θα γίνει πραγματικότητα. Ο Μακρόν βρίσκεται μπροστά σε μια πολύ κρίσιμη πρόκληση. Αν αποτύχει, το πλήγμα θα είναι μεγάλο όχι μόνο για τη Γαλλία και την Ευρώπη, αλλά και για ολόκληρο τον δυτικό κόσμο. Όπως κι αν είναι, ο Μακρόν υποσχέθηκε πολλά και έχει τώρα να ικανοποιήσει άπειρες προσδοκίες – τις περισσότερες στο εσωτερικό της Γαλλίας με κυρίαρχα προβλήματα την οικονομική κατάσταση και την ανεργία.
Η συνέντευξη αναρτήθηκε στις 22 Σεπτεμβρίου 2018 στην ιστοσελίδα του Αθηναϊκού-Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων