Ξεφυτρώνουν υπνωτήρια και χάνονται οι πουτάνες. Δρόμοι που προσφέρονταν για αγοραίες συναντήσεις προσφέρουν αγοραίο ύπνο στους τουρίστες. Είναι, τουλάχιστον, ένας ύπνος ποιοτικός, όπως προτρέπουν οι γιατροί, ένας ύπνος εμπλουτισμένος με όνειρα ανώτερης τάξης;
—— ≈ ——
Ολόκληρα κτήρια μετατρέπονται σε «εξυπηρετούμενα διαμερίσματα» (serviced apartments) συνδυάζοντας τα χαρακτηριστικά των καταλυμάτων βραχυχρόνιας μίσθωσης με τις υποδομές και τις υπηρεσίες ενός ξενοδοχείου. Μοιάζουν το ένα με το άλλο κι οι ονομασίες τους επίσης, παραλλαγές τριών αστραφτερών λέξεων: ΑΤΗENS, APARTMENTS, SUITES. Τα κουδούνια δεν φέρουν ονόματα, μόνον συνδυασμούς λατινικών γραμμάτων και αραβικών αριθμών που υπόσχονται μια παραμονή χωρίς εκπλήξεις:
C1, C2, C3
Β1, Β2, Β3
Α1, Α2, Α3
Ελκυστικά τα κουδούνια χωρίς όνομα –ούτως ή άλλως συνηθισμένα σε μητροπόλεις σαν το Παρίσι–, κι αν είσαι ανοιχτός στις αλλαγές τ’ ακούς που ανακαλούν την πιο μακρινή αρχαιότητα, τότε που μια γενική ανωνυμία ήταν η φυσική κατάσταση των ανθρώπων. Τι ακούς και τι βλέπεις είναι θέμα διαθεσιμότητας! Στα παλιά κουδούνια της Αθήνας οι ετικέτες κιτρινίζουν και γερνούν μαζί με τους ένοικους, λες κι είναι τ’ αληθινά τους βλέφαρα και τα φρύδια τους. Σε βάζουν στον πειρασμό να διαλέξεις μια φανταστική Δανάη, έναν Ιγνάτιο ή μια Αλίκη, και τι δεν φτιάχνεις στο μυαλό σου από τ’ όνομα που ξεφτίζει σ’ ένα κουδούνι. Αλλιώς έχουν τα πράγματα με το Α3, το Β1, ή το C4. Αφήνεσαι στο νανούρισμα γραμμάτων και αριθμών, επιτέλους μια συνέχεια, ένα σύνολο και μια σειρά. Κανείς δεν ακούει τις σκέψεις μου.
—— ≈ ——
Το μοντάζ του Σεργκέι Αιζενστάιν άνοιξε νέους δρόμους στο σινεμά. Ένας φίλος εξηγούσε τις προάλλες πως ο σπουδαίος σκηνοθέτης εμπνεύστηκε τις πιο πρωτοποριακές τεχνικές μοντάζ μελετώντας ιαπωνικά ιδεογράμματα. Η διαδοχή των ιδεογραμμάτων τον παρέπεμπε σε εικόνες που συμπλέκονται. Μικρά κομμάτια λόγου υποβάλλουν κινούμενες εικόνες επειδή η γραφή είναι εικόνα. Είχα καιρό να δω τον φίλο μου, πολύ καιρό, μπορεί και χρόνια. Μιλούσε με βεβαιότητα και ηρεμία. Έχει πάρει κιλά και τα μαλλιά του αραίωσαν. Τον ρώτησα πώς νιώθει, πώς βλέπει τη ζωή του, τώρα που πενηνταρίζει. Συνέχισε να μιλά αδιάκοπα για το σινεμά, τη λογοτεχνία, τα παλιά βιβλία. Είχε κάτι από ρομπότ και υπνοβάτη. Η ομιλία ήταν ένα φράγμα που εμπόδιζε την κουβέντα να φτάσει στον ίδιο. Όλο και πιο ενδιαφέροντα γίνονταν όσα μου έλεγε προκειμένου να μην στραφεί στον εαυτό του. Μιλώντας παράμενε αλώβητος από τα λόγια. Για πολλούς από εμάς, τα σπουδαία πνευματικά επιτεύγματα των άλλων είναι ένας ακόμη τρόπος να κοιμόμαστε. Οι καλύτεροι άνθρωποι γύρω μου κρατιούνται αναλόγως την περίσταση από βιβλία κι έργα, που τα νομίζουν ανθεκτικότερα και σπουδαιότερα απ’ τους ίδιους που χάνονται κάθε μέρα. Τον άφησα με τη βεβαιότητα πως η μεγάλη λογοτεχνία και το σπουδαίο σινεμά, οι φιλοσοφίες κι οι ιδέες καταβροχθίζουν τους συνομηλίκους μου σαν άλλες θεότητες των Μάγια.