Το λίθινο δάκρυ κύλισε απ’ τον Ελικώνα
μια εποχή βροχών, το λείανε αρχαίος τεχνίτης,
στολίζει τώρα το λαιμό της Φιλένιας.
Σπάνιο ζαφείρι, χρώμα του μελιού, αλλάζει με το φως
το υμνεί ποιητής ερωτευμένος
υμνεί τις πολλές λάμψεις της γυναίκας
που παραβγαίνουν τις δικές του λάμψεις.
Πολλές το φόρεσαν στο χορό των αιώνων
Και δόξες είδε και μέρες δύσμοιρες,
χαρές να χάνονται στα τάρταρα.
Είδε άλλα δάκρυα να κυλούν χαρών και θρήνων.
Για κάποιες βρέθηκαν ποιητές ερωτευμένοι ή φιλεμένοι
για το ακριβό κόσμημα ύμνους ή ελεγείες να πλέξουν.
Σωρεύτηκαν ποιήματα στη βίβλο του δακρύου.
Κανείς δεν δύναται να τα διαβάσει όλα,
διαβάζει όμως το νέο ποίημα που κυλά
και υμνεί το ίδιο αρχαίο δάκρυ.