Έλενα Χουζούρη, Στη σκοτεινή πλευρά του φεγγαριού — Μια παλιά ιστορία, Εκδόσεις Πατάκη 2021
——————
Στον πυρήνα του άγνωρου συμπλέγματος
Στη «μάχη της Καλογρέζας», 1η Οκτωβρίου 1987, η αστυνομία σκοτώνει σε συμπλοκή τον Μιχάλη Πρέκα, εμπλεκόμενο σε οργανώσεις του ένοπλου αντικρατικού χώρου. Το τι διαμείφθηκε αποτέλεσε θέμα συζήτησης. Ήταν ο εκλιπών αδιάλλακτος ή προσπαθούσε να συνδιαλεχθεί με την αστυνομία; Πυροβόλησε ή ήταν εν ψυχρώ δολοφονία; Ο αναρχικός χώρος καταδίκασε την αστυνομική βία ενώ η σύντροφός του, αφού αθωώθηκε, υπέβαλλε μήνυση κατά του αστυνομικού με την αιτιολογία ότι δεν βρισκόταν σε άμυνα. Ο αστυνομικός αθωώθηκε. Δέκα χρόνια μετά συλλαμβάνεται, καταδικάζεται για παράνομη οπλοκατοχή και εμπόριο όπλων. Η αμφισημία, το διφορούμενο χαρακτηρίζει πάντοτε την ιστορία και ο χρόνος δίνει απαντήσεις που είναι μερικές αλλά φωτίζουν το παρελθόν.
Από αυτό το σημείο, την αμφισημία, θα διατρέξω την αφήγηση της Έλενας Χουζούρη, η οποία 35 χρόνια σχεδόν μετά, γράφει με αφορμή το συμβάν, ένα μυθιστόρημα, το οποίο αποτελεί, όπως η ίδια σημειώνει, καθαρή μυθοπλασία. Μια προσπάθεια να προσεγγίσει ένα πρόσωπο, την ιστορία και τις λεπτές αόρατες πτυχές της. Τοποθετεί τα γεγονότα το 1989, όχι τυχαία, είναι η χρονιά της πτώσης του τείχους του Βερολίνου και η οικουμενική κυβέρνηση Τζανετάκη. Διατρέχει σαράντα χρόνια ιστορίας από τη λήξη του εμφυλίου, το 1949, δίνοντας στο συμβάν αναδρομικά μιαν άλλη οπτική που συνδέεται με την τραυματική πλευρά της ιστορίας της Ελλάδας. Η «σκοτεινή» πλευρά του φεγγαριού γίνεται ένα παλλόμενο σημαίνον στο οποίο συντονίζονται τα «ημίφωτα» χρόνια, η παράνομη ένοπλη δράση μετά το τέλος του πολέμου, ο σκιώδης ψυχισμός των εφήβων και η κρυμμένη στη σκιά ψυχική ιστορία μιας ολόκληρης οικογένειας που αντανακλά σε πολλές άλλες.
Η Χουζούρη γράφει με τη φωνή ενός δημοσιογράφου, του Δημήτρη Κ. που γίνεται κεντρικό πρόσωπο καθώς μέσα από τη δική του αναπόληση, τα γραπτά του και την ιστορία του, προσεγγίζει την ιστορία του νεαρού επονομαζόμενου «Άτακτου». Η αφήγηση εκκινεί από την τηλεφωνική επικοινωνία της οργάνωσης με τον δημοσιογράφο που τον ενημερώνει για την δολοφονία και εξελίσσεται στη μυθιστορηματική διάρκεια μίας και μόνο ημέρας όπου μέσα από την έκβαση των γεγονότων, αναμεμιγμένη με δικές του αναμνήσεις, διατρέχουμε σαράντα χρόνια πριν το 1989, και την Αθήνα όπως ήταν τριάντα χρόνια πριν το σήμερα.
Τρεις άνδρες, κεντρικά πρόσωπα της αφήγησης. Ο Άτακτος, ο δημοσιογράφος και ο μεγάλος αδελφός του Άτακτου. Η μνήμη και η απουσία υφαίνουν τον καμβά. Η σκιαγράφηση της ζωής, του ψυχισμού και του χαρακτήρα ενός προσώπου απόντος, γύρω από το οποίο περιπλέκονται οι αναμνήσεις, οι ενοχές, οι απολογισμοί των άλλων δύο. Στο φόντο μια άλλη απουσία. Εκείνη του πατέρα που σημάδεψε τη ζωή των δύο αδελφών με τους αγώνες, τις εξορίες, τα ξερονήσια και τον αδικαίωτο θάνατό του. Ο θάνατος του νεαρού συντονίζεται με τον θάνατο του πατέρα συσχετίζοντας τον ένοπλο αντικρατικό αγώνα με τη φαντασιακή συνέχεια ενός αγώνα που έληξε άδοξα, ανολοκλήρωτος, στον εμφύλιο. Τέσσερις γυναίκες συνοδεύουν την αναμνημόνευση που αφορά τελικά τέσσερις άνδρες. Η σύντροφος του δημοσιογράφου, η σύντροφος του νεαρού Άτακτου με τον μόλις λίγων μηνών γιο τους, η μητέρα των αδελφών, η γυναίκα του μεγάλου αδελφού.
Ο δημοσιογράφος και ο μεγάλος αδελφός έχουν ακολουθήσει άλλη πορεία από τον «μικρό» στον απόηχο της κατοχής και του εμφυλίου. Και οι δύο στον αντιδικτατορικό αγώνα, ο μεγάλος αδελφός ενταγμένος στον κομμουνιστικό χώρο. Άκαμπτος, σε διαρκή σύγκρουση με το μικρό αδελφό που ακολουθεί άλλο δρόμο. Εκείνος, νευρικός, υπερκινητικός από μικρός, αμίλητος και σκοτεινός, μπλέκει πρώιμα με την κλοπή και την παραβατικότητα για να περάσει με υπόγειο τρόπο σε κάποιες αναρχικές ομάδες στις παρυφές του ένοπλου. Ο δημοσιογράφος παίζει το ρόλο του «τρίτου» ανάμεσα στα δύο αδέλφια. Κάτι μεταξύ μεγάλου αδελφού και πατέρα. Ο ίδιος, τρυφερός και προστατευτικός με τον μικρό, φίλος του μεγάλου, καθρεφτίζεται διαρκώς με αμφιθυμία και στους δυο. Σε αυτή την ταλάντευση βλέπει τον εαυτό του συμβιβασμένο, μέσω του alter ego του μεγάλου αδελφού, αποτυχημένο, μεταξύ ποτού, σχέσεων και κατάθλιψης. Η συγγραφέας επιχειρεί βουτιά σε μια δύσκολη εποχή καταφέρνοντας να αποτυπώσει διάφορες πτυχές της. Την υφέρπουσα θλίψη, το άλυτο πένθος για την «αδύνατη» επανάσταση, για όσα δεν επιτεύχθηκαν και ριζώνουν με βάρος στα σώματα και στις ψυχές των πρωταγωνιστών. Συμβατικές ζωές με ερωτήματα και στον αντίποδα φευγαλέες σχέσεις στο κενό, πολιτικός δογματισμός στα κόμματα , στο άλλο άκρο σκληρός αντικρατισμός που αγγίζει τα όρια της «ψύχωσης» οπλίζοντας, όπως γράφει, το χέρι δίχως ενοχές, σε εποχές που η Ελλάδα βαδίζει σε ρυθμό πλουτισμού, ξεπουλήματος και κατευθυνόμενης ενημέρωσης από τα ΜΜΕ. Σ’ αυτό το ασφυκτικό κλίμα, αντίστιξη αποτελεί ο ανάλαφρος τρόπος με τον οποίο η συγγραφέας περιηγείται στην πληγωμένη από συγκρούσεις, δολοφονίες διαδηλωτών και ένοπλες επιθέσεις, Αθήνα. Όμορφα στέκια της εποχής που αποτελούσαν κορμό της πόλης και κοινωνικών, πολιτικών συναντήσεων. Η «Σόνια» στην Αλεξάνδρας, το «Αερόστατο» στη Σίνα, το «Τραμ» στη Μαυρομιχάλη, τα μπαράκια με τη τζαζ, Βιμ Βέντερς στο θερινό «Εκράν», βιβλιοπωλεία που δεν υπάρχουν πια. Ιστορικά κτίρια, όπως η Γενική ασφάλεια στην Αλεξάνδρας, τα κτίρια της Σανταρόζα, τα δικαστήρια της Ευελπίδων και οι συγκεντρώσεις υπεράσπισης αγωνιστών. Η μουσική κυριαρχεί με επίκεντρο το The dark side of the moon των Pink Floyd.Μια σκοτεινιά σε όλα. Η γραφή αποκαλύπτει, διερευνά, φωτίζει. Μέσα σ’ αυτή και η προσωπική ηθική των ηρώων. Ο μικρός επιστρέφει μετά θάνατον , μέσω της συντρόφου του, τον δίσκο που του είχε χαρίσει ο δημοσιογράφος, σε μια εφηβική απόπειρά του να τον κλέψει.
Το πιο δυνατό σημείο του βιβλίου είναι η προσέγγιση της σχέσης των δύο αδελφών. Οι φωνές πλέκονται και τα εκφερόμενα, σε σχέση με την ιστορία της οικογένειας και του «μικρού», υφαίνονται αλλεπάλληλα. Το παραμελημένο από την μητέρα παιδί σε σχέση με τον πρωτότοκο αλλά ταυτόχρονα αντικείμενο φθόνου από τον μεγάλο. Ζήλια, μίσος , ανταγωνισμοί, βαριές κουβέντες, ανάμικτες με αγάπη και ενοχή. Ασύμμετρη σχέση που παλαντζάρει διαρκώς από τις δύο πλευρές. Ποιος ζηλεύει ποιον, ποιος θαυμάζει ποιον , ποιος μισεί ποιον; «Σ’ εσένα ανοίγεται, τα λέει. Σ’ εμένα μουγγός, του έλεγε ο Τάσος. Δεν του φαινόταν παράξενο. Πώς να συνεννοηθούν; Ο καθένας στον κόσμο του. Άλλη γλώσσα ο ένας, άλλη ο άλλος. Καμιά γέφυρα μεταξύ τους» . Η διαφορετική γλώσσα μεταφράζεται σε ριζικά αντίθετη πολιτική ένταξη που ίσως διαφυλάσσει τη μοναδικότητα του καθενός. «Λίγους μήνες αργότερα διάβασε για την σύλληψη δυο νεαρών. Ο ένας ονομαζόταν Μανόλης Π., ετών 22. Είχε τηλεφωνήσει στον Τάσο. Εκείνος έξαλλος. Το ρήγμα ανάμεσα στα δύο αδέλφια βάθαινε επικίνδυνα. Αν έπεφταν μέσα, θα χάνονταν και οι δύο σε ένα σκοτάδι χωρίς επιστροφή».
Ο Γάλλος ψυχαναλυτής Ζαν Μπερντράν Πονταλίς στο έργο του Αδελφός του Προηγουμένου, διερευνά τη σχέση μεγαλύτερου και μικρότερου αδελφού. Όντας ο ίδιος αδελφός του προηγουμένου, Φ.Πονταλίς, μελετά τη ζωή και την ιστορία ζευγών αδελφών, ανθρωπολογικά, φιλοσοφικά, ψυχαναλυτικά, θρησκευτικά. Σχέση απύθμενη των «εξ αίματος» αδελφών από την ίδια μητέρα που ήταν κληρονόμοι του ίδιου πατέρα, σχέση τόσο έντονη, τόσο ισχυρή-σα να τους κρατούσε τον ένα και τον άλλο, τον ένα με τον άλλο, βασισμένη σ’ ένα έμφυτο ανταγωνισμό, σε μια σχέση γεμάτη μίσος, ζήλια, φθόνο, σε μια επιθυμία για εκδίκηση, ένα μίσος που εκτρέπεται άραγε, αναρωτιέται, από τον πατέρα στον αδελφό δίχως οιδιποδειακή απαγόρευση; Το να επικαλεστεί κανείς την αμφιθυμία, κράμα αγάπης και μίσους, γράφει, είναι αρκετά κοινότοπο. Υπάρχει «κάτι άλλο» που παρεμβάλλεται και το οποίο δεν κατανοεί. Η ψυχαναλύτρια Ελένη Τζαβάρα, στο επίμετρο, αναφέρει την επίπονη προσπάθεια να διερευνηθεί ψηφίδα προς ψηφίδα αυτό που πηγαίνει πέρα από τα γνωστά κλινικά μορφώματα, με την περιήγηση στο χώρο των λογοτεχνικών κειμένων, ώστε να αναδυθεί η μορφή του «διαβολικού» που διαψεύδει την επινόηση της αδελφοσύνης. Εξάλλου ο Πονταλίς στο τέλος του κειμένου μιλά για «συναδέλφωση» και όχι «αδελφοσύνη».
Στη δική μας περιπλάνηση στη Σκοτεινή πλευρά του φεγγαριού καταδυόμαστε στον πυρήνα του άγνωρου συμπλέγματος που ενίοτε δεν επιλύεται παρά μόνο με τον θάνατο. Το υπόρρητο πεδίο που διαπερνά το βιβλίο είναι τελικά ο εμφύλιος πόλεμος των αδελφών, σκοτεινή πλευρά του ανθρώπινου και πηγή πλείστων δεινών που μοιάζει να αποτελεί επανάληψης της ιστορίας κάθε φορά με άλλους όρους. Όταν κάτι μιληθεί, γραφτεί, ανοίγει ο δρόμος για την συμβολοποίησή του και εξαφανίζεται το φόντο που προβάλλεται σε άλλα πρόσωπα , αντηχώντας, ο θάνατός σου, η ζωή μου…