Για έναν «προσβάσιμο» Σικελιανό

Το πρόγραμμα της Artogether «Συνομιλώντας με τον Άγγελο Σικελιανό»

Ασφα­λώς οι με­λε­τη­τές του Άγ­γε­λου Σι­κε­λια­νού θα αντι­με­τω­πί­ζουν με ιδιαί­τε­ρη επι­φύ­λα­ξη τη λέ­ξη πρό­σβα­ση, όταν πρό­κει­ται για έναν λυ­ρι­κό ποι­η­τή σαν τον Σι­κε­λια­νό, που κα­τα­φέρ­νει να κι­νεί­ται με απα­ρά­μιλ­λη άνε­ση και δε­ξιο­τε­χνία ανά­με­σα στον ρο­μα­ντι­σμό, τον συμ­βο­λι­σμό και τον ρε­α­λι­σμό, που εκ­φρά­ζει με πη­γαίο και μο­να­δι­κό τρό­πο βιώ­μα­τα και ορά­μα­τα, που ντύ­νε­ται την περ­σό­να του μύ­στη και του προ­φή­τη και ορα­μα­τί­ζε­ται έναν ιδιό­τυ­πο θρη­σκευ­τι­κό ου­μα­νι­σμό, που ανα­λαμ­βά­νει τον ρό­λο του ηγέ­τη για να οδη­γή­σει τον κό­σμο στην πα­γκό­σμια συμ­φι­λί­ω­ση και που, τέ­λος, η ίδια η σχε­δόν μυ­θι­κή ζωή του ταυ­τί­ζε­ται με ό,τι πιο αντι­συμ­βα­τι­κό. Και όμως, αυ­τό επι­χει­ρεί να κά­νει το Μου­σείο Άγ­γε­λου Σι­κε­λια­νού στη Λευ­κά­δα, που άνοι­ξε τις πύ­λες του το 2017 χά­ρη στην ευ­γε­νι­κή χο­ρη­γία της Εθνι­κής Τρά­πε­ζας. Το μου­σείο στε­γά­ζε­ται στο ανα­στη­λω­μέ­νο σπί­τι των Σι­κε­λια­νών, όπου ο Άγ­γε­λος έζη­σε τα πρώ­τα παι­δι­κά του χρό­νια. Χά­ρη στις εξαι­ρε­τι­κές νοη­μα­τι­κές και αρ­χι­τε­κτο­νι­κές εκ­θε­σια­κές με­λέ­τες που αξιο­ποιούν όλους τους δια­θέ­σι­μους μου­σειο­λο­γι­κούς «τρό­πους», το μου­σείο έχει κα­τα­στεί ιδιαί­τε­ρα «προ­σβά­σι­μο» όχι μό­νο κι­νη­τι­κά αλ­λά και νοη­μα­τι­κά σε ό,τι αφο­ρά το έρ­γο αλ­λά και τη ζωή του ποι­η­τή.[1] 
Η «πρό­σβα­ση» στο μου­σείο εί­ναι πο­λυ­ε­πί­πε­δη και επι­τυγ­χά­νε­ται τό­σο με την εξα­σφά­λι­ση της ανα­γκαί­ας κι­νη­τι­κής βα­τό­τη­τας όσο και με τη χρή­ση πο­λυαι­σθη­τη­ρια­κών μέ­σων που επι­τρέ­πουν την πο­λύ­τρο­πη πρό­σλη­ψη πλη­ρο­φο­ριών. Το ίδιο το σπί­τι, καί­τοι κη­ρυγ­μέ­νο ιστο­ρι­κό μνη­μείο, πα­ρέ­χει όλες τις διευ­κο­λύν­σεις κι­νη­τι­κής πρό­σβα­σης (ισό­πε­δη εί­σο­δο, δια­δρό­μους όδευ­σης και ανα­βα­τό­ριο για τους ορό­φους). Επι­πλέ­ον, με τη δια­τή­ρη­ση της αυ­θε­ντι­κής του δια­με­ρι­σμα­το­ποί­η­σης αλ­λά και τις σο­φές αρ­χι­τε­κτο­νι­κές επι­λο­γές του Πά­νου Τζώ­νου με τα γαιώ­δη και τρυ­φε­ρά χρώ­μα­τα και τον ατμο­σφαι­ρι­κό φω­τι­σμό, δη­μιουρ­γεί­ται ο απα­ραί­τη­τος οι­κεί­ος χώ­ρος υπο­δο­χής και προ­ε­τοι­μά­ζε­ται αι­σθη­τη­ρια­κά και συ­ναι­σθη­μα­τι­κά η πρό­σβα­ση στην ευ­ρεία της έν­νοια. Απο­κο­ρύ­φω­μα αυ­τής της «υπο­δο­χής» απο­τε­λεί η κου­ζί­να του σπι­τιού, η εστία της οι­κο­γέ­νειας, που επί­τη­δες δια­τη­ρή­θη­κε ανέ­πα­φη για να ανα­δί­δει την αύ­ρα των ενοί­κων και να ενερ­γο­ποιεί όλα εκεί­να τα συ­ναι­σθή­μα­τα της οι­κειό­τη­τας και της θαλ­πω­ρής που κά­νουν τον επι­σκέ­πτη να αι­σθά­νε­ται ευ­πρόσ­δε­κτος.

Εξωτερική άποψη του Μουσείου Άγγελου Σικελιανού στη Λευκάδα. Φωτό: Site Μουσείου
Εξωτερική άποψη του Μουσείου Άγγελου Σικελιανού στη Λευκάδα. Φωτό: Site Μουσείου

Μο­να­δι­κά εκ­θέ­μα­τα με ιδιαί­τε­ρη ιστο­ρι­κή και συ­ναι­σθη­μα­τι­κή φόρ­τι­ση, δα­νει­σμέ­να ή πα­ρα­χω­ρη­μέ­να από ση­μα­ντι­κά μου­σεία και ιστο­ρι­κά αρ­χεία,[2] όπως προ­σω­πι­κά αντι­κεί­με­να του Σι­κε­λια­νού και των δύο συ­ντρό­φων του, της Εύ­ας Πάλ­μερ και της Άν­νας Κα­μπα­νά­ρη, ζω­ντα­νεύ­ουν με απα­ρά­μιλ­λο τρό­πο τα πρό­σω­πα των πρω­τα­γω­νι­στών και ανοί­γουν τον δρό­μο για την συ­ναι­σθη­μα­τι­κή εμπλο­κή του επι­σκέ­πτη. Στα προ­σω­πι­κά εν­θυ­μή­μα­τα με ιδιαί­τε­ρη φόρ­τι­ση συ­γκα­τα­λέ­γο­νται η πέ­να και το με­λα­νο­δο­χείο του ποι­η­τή, τα πορ­φυ­ρά μαλ­λιά της Εύ­ας και τα ρού­χα που ύφα­νε για τον εαυ­τό της και τις Δελ­φι­κές Εορ­τές, αλ­λά και χει­ρό­γρα­φα έρ­γων του ποι­η­τή με τον γρα­φι­κό του χα­ρα­κτή­ρα, που αλ­λά­ζει στην πά­ρο­δο του χρό­νου ακο­λου­θώ­ντας τη βιο­λο­γι­κή αλ­λά και την πνευ­μα­τι­κή του ωρί­μαν­ση.
Τα εκ­θέ­μα­τα πλαι­σιώ­νο­νται από πλού­σιο επο­πτι­κό υλι­κό με φω­το­γρα­φί­ες, εύ­λη­πτα επε­ξη­γη­μα­τι­κά κεί­με­να και υπο­τι­τλι­σμέ­να οπτι­κο­α­κου­στι­κά που βοη­θούν τον επι­σκέ­πτη να με­τα­φερ­θεί στον χω­ρο­χρό­νο και να κα­τα­νο­ή­σει τη ζωή και το έρ­γο του με­γά­λου λο­γο­τέ­χνη και δια­νοη­τή. Την οπτι­κή πρό­σλη­ψη πλη­ρο­φο­ριών συ­μπλη­ρώ­νει η ηχη­τι­κή, με σπά­νια ντο­κου­μέ­ντα που πε­ριέ­χουν τις φω­νές των ίδιων των πρω­τα­γω­νι­στών, του Άγ­γε­λου, της Εύ­ας και της Άν­νας, αλ­λά και ηχο­γρα­φη­μέ­νες απαγ­γε­λί­ες ποι­η­μά­των ακό­μη και με τη φω­νή του ίδιου του ποι­η­τή να ακού­γε­ται στο μου­σείο ωσεί πα­ρών. Στις ση­μα­ντι­κές ηχη­τι­κές πλη­ρο­φο­ρί­ες συ­μπε­ρι­λαμ­βά­νο­νται και οι με­λο­ποι­ή­σεις ποι­η­μά­των του Σι­κε­λια­νού από ση­μα­ντι­κούς συν­θέ­τες, που ακού­γο­νται από ει­δι­κό ηχείο και που βοη­θούν τον επι­σκέ­πτη να βιώ­σει μια άλ­λη διά­στα­ση του σι­κε­λια­νι­κού λό­γου.[3] Τέ­λος, η προ­σβα­σι­μό­τη­τα του εκ­θε­σια­κού υλι­κού ενι­σχύ­ε­ται ακό­μη πε­ρισ­σό­τε­ρο και με σταθ­μούς διά­δρα­σης, όπου ο επι­σκέ­πτης έχει την ευ­και­ρία λή­ψης πλη­ρο­φο­ριών αυ­τε­νερ­γώ­ντας και ακο­λου­θώ­ντας τα δι­κά του εν­δια­φέ­ρο­ντα αλ­λά και τον δι­κό του προ­σω­πι­κό ρυθ­μό.[4]
Αυ­τό ακρι­βώς το μου­σείο με τις τό­σες δυ­να­τό­τη­τες επέ­λε­ξε η Μ.Κ.Ο. «Artogether - Tέ­χνη Ατό­μων με και χω­ρίς Ανα­πη­ρία»,[5] προ­κει­μέ­νου να συμ­με­τά­σχει στο πρό­γραμ­μα του Υπουρ­γεί­ου Πο­λι­τι­σμού και Αθλη­τι­σμού για χρη­μα­το­δό­τη­ση προ­τά­σε­ων που θα ενί­σχυαν τον ρό­λο των μου­σεί­ων σύγ­χρο­νου πο­λι­τι­σμού. Η Artogether, ορ­γα­νι­σμός που από το 1990 προ­ω­θεί πο­λι­τι­στι­κά προ­γράμ­μα­τα σε συ­μπε­ρι­λη­πτι­κές ομά­δες (ομά­δες ατό­μων με και χω­ρίς ανα­πη­ρία), θε­ω­ρεί ότι η τέ­χνη και ο πο­λι­τι­σμός και, κα­τά συ­νέ­πεια, τα πο­λι­τι­στι­κά ιδρύ­μα­τα και τα μου­σεία, μπο­ρούν να απο­τε­λέ­σουν το όχη­μα για κοι­νω­νι­κή αλ­λα­γή και ισό­τι­μη έντα­ξη των ατό­μων με «πε­ριο­ρι­σμούς»[6] στο κοι­νω­νι­κό σύ­νο­λο, κά­τι που πα­ράλ­λη­λα διευ­ρύ­νει δρα­στι­κά και εποι­κο­δο­μη­τι­κά το κοι­νό αυ­τών των ίδιων των φο­ρέ­ων.[7]
To πρό­γραμ­μα που υπο­βλή­θη­κε υπό τον γε­νι­κό τί­τλο «Συ­νο­μι­λώ­ντας με τον Άγ­γε­λο Σι­κε­λια­νό» και τε­λι­κά χρη­μα­το­δο­τή­θη­κε και τέ­θη­κε υπό την αι­γί­δα του Υπουρ­γεί­ου Πο­λι­τι­σμού, απο­τε­λεί­ται από τρεις ξε­χω­ρι­στές αλ­λά αλ­λη­λέν­δε­τες δρά­σεις και στο­χεύ­ει στο να κα­τα­στή­σει το μου­σείο ευ­ρύ­τε­ρα γνω­στό διευ­ρύ­νο­ντας την προ­σβα­σι­μό­τη­τά του με δυ­να­τό­τη­τες και λει­τουρ­γί­ες που εντάσ­σο­νται στην αντί­λη­ψη του κα­θο­λι­κού σχε­δια­σμού.[8] Την επι­στη­μο­νι­κή ευ­θύ­νη για το πρό­γραμ­μα ανέ­λα­βαν οι υπο­γρά­φου­σες ενώ την επο­πτεία και τον συ­ντο­νι­σμό εί­χε η πρό­ε­δρος της Artogether Δέ­σποι­να Ασλα­νί­δου.

1η δράση: Εικαστικά εργαστήρια



Σε συ­νερ­γα­σία με το Μου­σείο Άγ­γε­λου Σι­κε­λια­νού και τον Δή­μο Λευ­κά­δας, στον οποί­ον ανή­κει το μου­σείο, λει­τούρ­γη­σαν δύο ει­κα­στι­κά ερ­γα­στή­ρια για συ­μπε­ρι­λη­πτι­κές ομά­δες ατό­μων με και χω­ρίς ανα­πη­ρία, ένα στην Αθή­να στο ει­κα­στι­κό ερ­γα­στή­ριο της Artogether με θέ­μα «Ζω­γρα­φί­ζο­ντας Σι­κε­λια­νό» υπό την κα­θο­δή­γη­ση του ει­κα­στι­κού Νί­κου Κό­νια­ρη και ένα στην Λευ­κά­δα, στο Ει­κα­στι­κό Ερ­γα­στή­ριο του Συλ­λό­γου Ζω­γρα­φι­κής και Αγιο­γρα­φί­ας Λευ­κά­δας με θέ­μα «Ανα­κα­λύ­πτο­ντας έναν ποι­η­τή: Ο Άγ­γε­λος Σι­κε­λια­νός μέ­σα από τα ποι­η­τι­κά του σύμ­βο­λα», υπό την επο­πτεία της ει­κα­στι­κού Χα­ράς Σα­ΐ­τη. Στό­χος των ερ­γα­στη­ρί­ων ήταν η εμ­βά­θυν­ση στην ποί­η­ση του Σι­κε­λια­νού και η διε­ρεύ­νη­ση της δυ­να­τό­τη­τας με­του­σί­ω­σης του ποι­η­τι­κού λό­γου σε ει­κα­στι­κή δη­μιουρ­γία. Στην πρώ­τη πε­ρί­πτω­ση οι συμ­με­τέ­χο­ντες κλή­θη­καν να εμπνευ­σθούν από ει­δι­κά επι­λεγ­μέ­νους στί­χους, ενώ στη δεύ­τε­ρη τους ζη­τή­θη­κε να «δια­χει­ρι­στούν» και να διε­ρευ­νή­σουν τα ορ­φι­κά σύμ­βο­λα «στά­χυς», «βό­τρυς» και «ρό­δο», που δια­τρέ­χουν την ποί­η­ση του Σι­κε­λια­νού και χρη­σι­μο­ποιού­νται από τον ποι­η­τή για να εκ­φρά­σουν τον ενι­σμό του. Το απο­τέ­λε­σμα εξέ­πλη­ξε και μας απέ­δει­ξε πως ο Σι­κε­λια­νός με τον πη­γαίο λυ­ρι­σμό του και την πέ­ρα από τα συμ­βα­τι­κά όρια θέ­α­ση του κό­σμου μπο­ρεί να δο­νή­σει το συ­ναί­σθη­μα και την φα­ντα­σία ατό­μων με προ­βλή­μα­τα νοη­τι­κά και ψυ­χι­κά και να τους δώ­σει την ευ­και­ρία να εκ­φρα­στούν δη­μιουρ­γι­κά.
Δέ­κα από τις ζω­γρα­φι­κά έρ­γα των με­λών του ει­κα­στι­κού ερ­γα­στη­ρί­ου της Artogether τυ­πώ­θη­καν σε μο­νό­φυλ­λες κάρ­τες μα­ζί με τους στί­χους που απο­τέ­λε­σαν την έμπνευ­ση και δια­νέ­μο­νται δω­ρε­άν από το Μου­σείο Άγ­γε­λου Σι­κε­λια­νού βοη­θώ­ντας έτσι στην εύ­κο­λη και ευ­ρεία διά­χυ­ση του έρ­γου του ποι­η­τή, ενώ ατο­μι­κά και συλ­λο­γι­κά έρ­γα του ερ­γα­στη­ρί­ου της Λευ­κά­δας σχε­διά­ζε­ται να εκτε­θούν με την πρώ­τη ευ­και­ρία.

Το εικαστικό εργαστήριο στην Λευκάδα. Φωτό: Δ. Πικοπούλου
Το εικαστικό εργαστήριο στην Λευκάδα. Φωτό: Δ. Πικοπούλου
Για έναν «προσβάσιμο» Σικελιανό

2η δράση: Έντυπα


Η δεύ­τε­ρη δρά­ση του προ­γράμ­μα­τος αφο­ρού­σε την πα­ρα­γω­γή των ακό­λου­θων τριών εντύ­πων σε εκ­δο­τι­κή επι­μέ­λεια της Ελ­λη­νο­εκ­δο­τι­κής Α.Ε., που σχε­διά­στη­καν με σκο­πό να συ­μπλη­ρώ­σουν τις από το μου­σείο πα­ρε­χό­με­νες πλη­ρο­φο­ρί­ες και να διευ­κο­λύ­νουν ομά­δες ατό­μων νε­α­ρής ηλι­κί­ας ή ομά­δες ατό­μων πε­ριο­ρι­σμέ­νων δυ­να­το­τή­των να ανα­κα­λύ­ψουν τον Σι­κε­λια­νό και την ποί­η­σή του.

Α- Ιστο­ρία μυ­θο­πλα­σί­ας «Ένα ποι­η­τής τα­ξι­δεύ­ει…»

Το  εξώφυλλο του εντύπου «Ένας ποιητής ταξιδεύει…»
Το εξώφυλλο του εντύπου «Ένας ποιητής ταξιδεύει…»


Πό­σο επί­και­ρoς μπο­ρεί να εί­ναι ένας ποι­η­τής σαν τον Άγ­γε­λο Σι­κε­λια­νό σή­με­ρα; Με αυ­τό το ερώ­τη­μα επι­χει­ρή­σα­με να κά­νου­με πε­ρισ­σό­τε­ρο γνω­στό στο ευ­ρύ κοι­νό και ιδιαί­τε­ρα στα παι­διά το έρ­γο του αλ­λά και να φω­τί­σου­με τη ζωή του με­γά­λου αυ­τού «αλα­φρο­ΐ­σκιω­του» ποι­η­τή μέ­σα από το πα­ρα­μύ­θι με τον τί­τλο: «Ένας ποι­η­τής τα­ξι­δεύ­ει…».[9] Το βι­βλίο συ­νο­δεύ­ε­ται από πα­ρα­πο­μπές σε συ­γκε­κρι­μέ­να ποι­ή­μα­τα από τα οποία έχει αντλη­θεί η έμπνευ­ση κα­θώς και από πραγ­μα­το­λο­γι­κά σχό­λια, κα­θι­στώ­ντας το πλή­ρως επι­στη­μο­νι­κά τεκ­μη­ριω­μέ­νο. Επι­πλέ­ον πα­ρέ­χει και την ευ­και­ρία της ακου­στι­κής από­λαυ­σης μέ­σω της εφαρ­μο­γής QR Code, γε­γο­νός που επι­τρέ­πει την πρό­σβα­ση ακό­μη και σε άτο­μα με οπτι­κές ανα­πη­ρί­ες. Σε αυ­τό συμ­βάλ­λει και το ότι η σκη­νο­θε­τη­μέ­νη και με εναλ­λα­γή ρό­λων ηχη­τι­κή αφή­γη­ση υπο­στη­ρί­ζε­ται από πρω­τό­τυ­πη μου­σι­κή υπό­κρου­ση.

Το εγ­χεί­ρη­μα δεν ήταν εύ­κο­λο κα­θώς ο ίδιος ο Σι­κε­λια­νός δεν έγρα­ψε πο­τέ ποι­ή­μα­τα για παι­διά ενώ ταυ­τό­χρο­να χα­ρα­κτη­ρί­ζε­ται από «δύ­σκο­λη» γρα­φή και πο­λυ­σύν­θε­τα νο­ή­μα­τα. Πα­ρ’ όλ’ αυ­τά, θε­ω­ρού­με πως το έρ­γο του προ­σφέ­ρε­ται ιδιαί­τε­ρα για το νε­α­νι­κό κοι­νό, αφού η ποί­η­σή του βρί­θει από πα­ρα­μυ­θι­κές ει­κό­νες πλού­σιες σε φα­ντα­σία:

Το πεύκι μού εκατέβασες, που ιστόρισες.
μες σε τριαντάφυλλα πεσμένο,
το βασιλόπουλο το ακοίμητο
κι από τον πόθο πληγωμένο,
που η μοίρα έτσι το μοίρανε,
φίδι την άνοιξη όλη να ’ναι
κι απ’ το φιδόντυμα να δέρνεται
να βγει, τα λέπια να μη σπάνε.
Κι άλλο, του καβαλάρη εκειό,
που τ’ άτια του τα καθαρά και τα βαρβάτα
–και χαμογέλαεν ως μου το ’λεγες
μέσα η καρδιά– του τα καλλίγωνεν
η ώρια του νύφη· τόσο ελάμπανε
η αντρεία και τα ξανθά του νιάτα!

( ΑΛΑΦΡΟΪΣΚΙΩΤΟΣ, Ι )


Το πα­ρα­μύ­θι ξε­κι­νά με την αφιέ­ρω­ση «Σε όσους ονει­ρεύ­ο­νται, σε όσους τολ­μούν», στά­ση που χα­ρα­κτη­ρί­ζει άλ­λω­στε τον ίδιο τον ποι­η­τή, κα­θώς, ως γνω­στό, με­του­σί­ω­σε την ποί­η­ση του σε πρά­ξη ζω­ής. Η αφή­γη­ση ξε­δι­πλώ­νε­ται με τη φω­νή ενός δελ­φι­νιού δί­νο­ντας έμ­φα­ση με αυ­τό τον τρό­πο σε ένα από το πιο βα­σι­κά γνω­ρί­σμα­τα της σι­κε­λια­νι­κής ποι­η­τι­κής δη­μιουρ­γί­ας, την ιδιαί­τε­ρη σχέ­ση με τη φύ­ση.

Πρω­ταρ­χι­κό μέ­λη­μά μας ήταν να πα­ρου­σιά­σου­με στο βι­βλίο την ου­σιώ­δη και άρ­ρη­κτη επα­φή του Σι­κε­λια­νού με το πε­ρι­βάλ­λον. Το δελ­φί­νι εί­ναι επί­σης ένα αγα­πη­μέ­νο πλά­σμα του ποι­η­τή, το οποίο απα­ντά συ­χνά στο έρ­γο του. Το όμορ­φο αυ­τό θη­λα­στι­κό, λοι­πόν, συ­να­ντά τον έφη­βο Σι­κε­λια­νό και συ­νο­μι­λεί μα­ζί του σε ένα ακρο­γιά­λι της Λευ­κά­δας, όπου ο ποι­η­τής φέ­ρε­ται να βρί­σκε­ται σε από­λυ­τη ταύ­τι­ση με τα φυ­σι­κά στοι­χεία που τον πε­ρι­βάλ­λουν.[10] Στη συ­νέ­χεια, ο Σι­κε­λια­νός μι­λά για τις πε­ρι­πλα­νή­σεις του ανα­φε­ρό­με­νος πρώ­τα πρώ­τα στο νη­σί του, τη Λευ­κά­δα. Το πρώ­το με­γά­λο συν­θε­τι­κό ποί­η­μα του Σι­κε­λια­νού, ο Αλα­φρο­ΐ­σκιω­τος, πραγ­μα­τεύ­ε­ται αυ­τήν ακρι­βώς την άμε­ση επι­κοι­νω­νία με τη φύ­ση και προ­σφέ­ρει ένα πρό­τυ­πο αρ­μο­νι­κής σχέ­σης του αν­θρώ­που με το πε­ρι­βάλ­λον του. Χα­ρα­κτη­ρι­στι­κή εί­ναι η επι­κοι­νω­νία και η άμε­ση επα­φή του ποι­η­τι­κού υπο­κει­μέ­νου και με άλ­λα πλά­σμα­τα, όπως εί­ναι τα που­λιά, συλ­λαμ­βά­νο­ντας έτσι τον διά­χυ­το ερω­τι­κό παλ­μό της φύ­σης.[11] Χα­ρα­κτη­ρι­στι­κό ως προς αυ­τό εί­ναι ένα ποι­η­τι­κό από­σπα­σμα του Αλα­φρο­ΐ­σκιω­του, όπου ο ποι­η­τής απα­ριθ­μεί μια σει­ρά από εί­δη που­λιών, όπως η στε­φα­νού­δα, η γα­λιά­ντρα, ο ατσά­ρα­ντος κ.ά., φι­λο­δο­ξώ­ντας να κα­τα­γρά­ψει τα κε­λαη­δί­σμα­τα των που­λιών, γε­γο­νός που επι­βε­βαιώ­νει βα­θιά γνώ­ση της φυ­σι­κής ζω­ής.[12] Εί­ναι γνω­στή άλ­λω­στε η συ­σχέ­τι­ση των ποι­η­τών με τα που­λιά, τους όμορ­φους αυ­τούς «τρα­γου­δι­στές» της φύ­σης. Ο Σι­κε­λια­νός στο ποί­η­μά του «Τα­ξι­δεύω με το Διό­νυ­σο» από τη Συ­νεί­δη­ση της γης ανα­φέ­ρε­ται ιδιαί­τε­ρα σ’ αυ­τήν τη σχέ­ση:[13]

Όρθιε Σκοπέ της Φύσης!
Ο άνθρωπος που θέλει ν’ ανασάνει
Σηκώνεται όλος να γεμίσει αναπνοή ως το κόκαλο
και – καθώς ο ώριμος θεός
μ’ όλο το πρόσωπον ανάργυτο προς το νυχτερινό ουρανό
με το λαιμόν ορτό
και με το γενί του ωσά σύριγγα στημένο απάνου –
αφήνει βίαια στο σκοτάδι
σαν αηδόνι, τη Στροφή!

Η αγά­πη άλ­λω­στε του ποι­η­τή για τα που­λιά ανα­δει­κνύ­ε­ται και μέ­σα από ένα σκί­τσο του σε χει­ρό­γρα­φο,όπου ση­μειώ­νει με­τα­ξύ άλ­λων «Στης ρο­δο­δάφ­νης φώ­λια­σε από μέ­σα το αη­δό­νι».[14]

Χειρόγραφο Άγγελου Σικελιανού (λεπτομέρεια) –  Κέντρο Μικρασιάτικων Σπουδών-Αρχείο Οκτ. Μερλιέ
Χειρόγραφο Άγγελου Σικελιανού (λεπτομέρεια) – Κέντρο Μικρασιάτικων Σπουδών-Αρχείο Οκτ. Μερλιέ


Σε πολ­λούς ακό­μα στί­χους του Αλα­φρο­ΐ­σκιω­του πα­ρου­σιά­ζο­νται και άλ­λα που­λιά, όπως η γλαύ­κα, το ιε­ρό που­λί της θε­άς Αθη­νάς αλ­λά και ο αε­τός[15] και το πε­ρι­στέ­ρι, με τα οποία ο ποι­η­τής ταυ­τί­ζε­ται από­λυ­τα.[16] Μέ­σα από αυ­τό το βί­ω­μα της από­λυ­της ενό­τη­τας απορ­ρέ­ει η ιδέα της αντι­στοι­χί­ας ανά­με­σα στις φυ­σι­κές και τις αν­θρώ­πι­νες αξί­ες:[17]

Και τους οσκρούς ποτίστηκα
ήπια από πάνω το κρασί
το ακράτο, το χιλιόχρονο,
που φούντωσε το γαίμα μου
κι έδεσε κάθε φλέβα,
και μέσα μου έκραζε η καρδιά
ωσάν αϊτού βοερή κλαγγή :
«ανέβα, ανέβα, ανέβα !»

Εμέ, αγριοπερίστερον
είν’ η αθωότη μου· κι ο αϊτός
την ξέρει και τη χαίρεται.
Κι έχω αγναντέψει πάλι,
ν’ αράξω τις φτερούγες μου,
να γαληνέψω, μια βαθιάν
ολόφωτη αβάλη.
( ΑΛΑΦΡΟΪΣΚΙΩΤΟΣ )

Εύ­λο­γη επο­μέ­νως εί­ναι η απει­κό­νι­ση των «πο­λύ­χρω­μων» που­λιών στο εξώ­φυλ­λο του βι­βλί­ου (ει­κό­να 4), που δια­τρέ­χουν και άλ­λες σε­λί­δες του πα­ρα­μυ­θιού, κα­θώς πρό­κει­ται για πλά­σμα­τα που τα­ξι­δεύ­ουν τον ποι­η­τή στη ζωή αλ­λά και στο θά­να­το, ένα τα­ξί­δι όμως που οδη­γεί τε­λι­κά στην αθα­να­σία. Πρό­κει­ται για το «τε­λευ­ταίο» τα­ξί­δι που πε­ρι­γρά­φε­ται στο φι­νά­λε του πα­ρα­μυ­θιού, όπου ο ποι­η­τής απο­κτά φτε­ρά -όπως πα­ρου­σιά­ζε­ται και ο ίδιος άλ­λω­στε στο εξώ­φυλ­λο- ενώ στη συ­νέ­χεια γί­νε­ται αστέ­ρι, γε­γο­νός που προ­οι­κο­νο­μεί­ται ήδη από την αρ­χή του βι­βλί­ου με τη φρά­ση «Μα βέ­βαια, αφού η καρ­διά μου εί­ναι αστέ­ρι» και βα­σί­ζε­ται σε αντί­στοι­χα απο­σπά­σμα­τα του Αλα­φρο­ΐ­σκιω­του αλ­λά και του «Προ­λό­γου» του Λυ­ρι­κού Βί­ου.[18] Ο Σι­κε­λια­νός έτσι, όντας από­λυ­τα ταυ­τι­σμέ­νος με τη φύ­ση, υπερ­βαί­νει τα γή­ι­να και ενώ­νε­ται με ολό­κλη­ρο το Σύ­μπαν. Μία τέ­τοια ει­κό­να μπο­ρεί να γοη­τεύ­σει το νε­α­νι­κό κοι­νό, κα­θώς ο έφη­βος ποι­η­τής θυ­μί­ζει έναν άλ­λο ήρωα, τον «Μι­κρό Πρί­γκι­πα» του ομό­τι­τλου βι­βλί­ου του Γάλ­λου συγ­γρα­φέα Αντουάν ντε Σεντ-Εξι­πε­ρί, που αν και θε­ω­ρεί­ται παι­δι­κό ανά­γνω­σμα, απευ­θύ­νε­ται σε όλους. Όπως λοι­πόν ο ήρω­ας του γαλ­λι­κού βι­βλί­ου, έτσι κι ο ποι­η­τής τα­ξι­δεύ­ει νο­ε­ρά στο διά­στη­μα ανα­ζη­τώ­ντας νέ­ες πε­ρι­πέ­τειες σε αστε­ρι­σμούς, όπως για πα­ρά­δειγ­μα το στε­φά­νι της Αριά­δνης, στο οποίο ανα­φέ­ρε­ται ο Σι­κε­λια­νός και στο ποί­η­μά του «Μέ­γι­στον Μά­θη­μα».[19] Κι αυ­τή η προ­ο­πτι­κή της ταύ­τι­σης με το σύ­μπαν προ­σφέ­ρει πολ­λά ερε­θί­σμα­τα στους νε­α­ρούς ανα­γνώ­στες που επι­διώ­κουν να ανα­κα­λύ­ψουν πε­ρισ­σό­τε­ρα για τον υπέ­ρο­χο κό­σμο του Δια­στή­μα­τος.

Η σχέ­ση του ποι­η­τή με τη Φύ­ση και το Σύ­μπαν γε­νι­κό­τε­ρα που προ­βάλ­λε­ται και στο πα­ρα­μύ­θι, δε βα­σί­ζε­ται μό­νο στην ποί­η­ση αλ­λά και στις θέ­σεις του Σι­κε­λια­νού, όπως αυ­τές πα­ρου­σιά­ζο­νται στον «Πρό­λο­γο» του Λυ­ρι­κού Βί­ου. Εκεί ο ποι­η­τής ανα­φέ­ρε­ται αρ­χι­κά στην πρώ­τη του εμπει­ρία με την φύ­ση:

Από την πρώ­τη λοι­πόν ώρα που προ­χώ­ρη­σα το βή­μα μου στην έκτα­ση της γης, κι από την πρώ­τη μαύ­ρη ένα­στρη νύ­χτα όπου αντί­κρυ­σα παι­δί (και που έκτο­τε η ει­κό­να της υπάρ­χει αναλ­λοί­ω­τη και ολό­κλη­ρη βα­θιά μου), η ιδέα της φύ­σης δεν υπήρ­ξε πο­τέ για με ένα πλαί­σιο ή πε­ρί­λα­μπρο ή μοι­ραίο της αν­θρώ­πι­νης ζω­ής, αλ­λά η αιώ­νια ωδι­νό­με­νη στο κέ­ντρο των πλα­σμά­των όλων κο­σμο­γο­νι­κή αι­σθα­ντι­κή Ψυ­χή».[20]

Μέ­σα από τους στί­χους του ο Σι­κε­λια­νός εναρ­μο­νί­ζε­ται και ταυ­τί­ζε­ται με τους βα­θύ­τε­ρους ρυθ­μούς της ζω­ής και μ’ αυ­τή τη στά­ση του, έμ­με­σα όμως, όπως ανα­φέ­ρει και στον «Πρό­λο­γο» του Λυ­ρι­κού Βί­ου, αντι­δρά μα­χη­τι­κά σε ό,τι η μοι­ραία πνευ­μα­τι­κή και ψυ­χι­κή αδρά­νεια των αν­θρώ­πων πα­ρεμ­βάλ­λει σαν εμπό­διο στην αέ­ναα συ­νει­δη­τή και συ­νερ­γα­τι­κή ενό­τη­τα μα­ζί της, εξαι­τί­ας μιας αυ­θαί­ρε­της, μη­χα­νι­κής, μνη­μο­νι­κής, διαι­ρε­τι­κής και λο­γο­κρα­τι­κής ερ­μη­νεί­ας και διαρ­ρύθ­μι­σης της γύ­ρα­θέ τους δια­νό­η­σης και ζω­ής.[21] Η ου­σία της πα­ρέκ­κλι­σης, σύμ­φω­να με τον ποι­η­τή όπως ση­μειώ­νει κι ο Ερα­το­σθέ­νης Κα­ψω­μέ­νος,[22] έγκει­ται στην προ­τε­ραιό­τη­τα της νοη­τι­κής λει­τουρ­γί­ας εις βά­ρος όλων των άλ­λων ψυ­χι­κών λει­τουρ­γιών του αν­θρώ­που, στην διά­σπα­ση της αρ­χι­κά σφαι­ρι­κής ενό­τη­τας της αν­θρώ­πι­νης ύπαρ­ξης σε σώ­μα και ψυ­χή, στην απο­ξέ­νω­ση από την φύ­ση, στην απο­μά­κρυν­ση από τα υπό­λοι­πα όντα, στην με­τά­θε­ση της ολο­κλή­ρω­σης του αν­θρώ­που σε πε­ριο­χές με­τα­φυ­σι­κές, στην μο­νο­με­ρή ανά­πτυ­ξη των αν­θρω­πί­νων δυ­να­το­τή­των. Έτσι, σύμ­φω­να με τις από­ψεις του Σι­κε­λια­νού, που συ­να­ντούν εκεί­νες του Νί­τσε κα­θώς και άλ­λων φι­λο­σο­φι­κών κι­νη­μά­των,[23] που επι­δί­ω­καν να ξα­να­φέ­ρουν τον άν­θρω­πο στις κο­σμι­κές του δια­στά­σεις,

οι μη­χα­νι­κές αρ­χές της επο­χής μας, προ­έ­κτα­ση της φο­βε­ρής ασθέ­νειας της Λο­γο­κρα­τί­ας του πε­ρα­σμέ­νου αιώ­να, προ­χω­ρού­νε σαν ένας τυ­φλός οδο­στρω­τή­ρας: με την ίδια αναι­σθη­σία απά­νω από τις πέ­τρες, απ’ το χώ­μα, κι από τα αν­θρώ­πι­να κορ­μιά, κα­τά­στα­ση που οφεί­λε­ται για την ση­με­ρι­νή ηθι­κή και ιστο­ρι­κή εξάρ­θρω­ση της Δύ­σης.[24]

Πα­ρα­τη­ρού­με λοι­πόν πως πριν ακό­μα υπάρ­ξει κά­ποια υπο­ψία δια­τα­ρα­χής στην οι­κο­λο­γι­κή ισορ­ρο­πία του πλα­νή­τη, ο Άγ­γε­λος Σι­κε­λια­νός επι­σή­μα­νε τις ολέ­θριες συ­νέ­πειες από τη μο­νο­με­ρή ανά­πτυ­ξη του βιο­μη­χα­νι­κού και τε­χνι­κού πο­λι­τι­σμού και δια­κή­ρυτ­τε μέ­σα από την ποί­η­ση και τα θε­ω­ρη­τι­κά-φι­λο­σο­φι­κά του κεί­με­να την ανά­γκη εναρ­μό­νι­σης του αν­θρώ­πι­νου πο­λι­τι­σμού με τη φύ­ση και τις ζω­ι­κές αξί­ες.

Το πρό­τυ­πο εναρ­μό­νι­σης του πο­λι­τι­σμού προς την φύ­ση[25] ο Σι­κε­λια­νός το ανα­γνω­ρί­ζει στις αξί­ες του ντό­πιου αγρο­τι­κού πο­λι­τι­σμού, γε­γο­νός που φαί­νε­ται μέ­σα από την συμ­βί­ω­σή του με τους απλούς ξω­μά­χους του νη­σιού του, της Λευ­κά­δας. Ο Σι­κε­λια­νός στον Αλα­φρο­ΐ­σκιω­το επι­κοι­νω­νεί με τον ελ­λη­νι­κό λαό, που συ­γκε­ντρώ­νει όλα εκεί­να τα χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά τα οποία φα­νε­ρώ­νουν την ιδιαί­τε­ρη και αρ­μο­νι­κή σχέ­ση του αν­θρώ­που με την φύ­ση. Ο λα­ός κα­τά τον Σι­κε­λια­νό εί­ναι «η μο­χθού­σα, ανα­μάρ­τη­τη αν­θρω­πό­τη­τα, φο­ρέ­ας του θεί­ου και μα­γι­κού νό­μου» και χα­ρα­κτη­ρί­ζε­ται από αρε­τές όπως η λε­βε­ντιά, η έμ­φυ­τη σο­φία και η λα­τρεία της ομορ­φιάς.[26] Αντι­προ­σω­πευ­τι­κή ως προς αυ­τό το θέ­μα στο πα­ρα­μύ­θι εί­ναι η συ­νά­ντη­ση του ποι­η­τή με μία απλή γυ­ναί­κα του λα­ού, την οποία ο Σι­κε­λια­νός πα­ραλ­λη­λί­ζει με την αρ­χαία κό­ρη.[27] Ο Σι­κε­λια­νός, άλ­λω­στε, στο σύ­νο­λο του έρ­γου του εμπνέ­ε­ται από το κλα­σι­κό πνεύ­μα και το συ­ναι­ρεί με τη σύγ­χρο­νη λαϊ­κή ζωή.

Στο βι­βλίο πα­ρου­σιά­ζο­νται επί­σης θέ­μα­τα της αρ­χαί­ας Ελ­λά­δας που χρη­σι­μο­ποιεί ο Σι­κε­λια­νός ως σύμ­βο­λα στην ποί­η­σή του, όπως ο μύ­θος του Ηρα­κλή και του Τρι­πτό­λε­μου, ήρω­ες που βοη­θούν τους αν­θρώ­πους.

Ένας ποιητής ταξιδεύει… , σελ. 36-37.
Ένας ποιητής ταξιδεύει… , σελ. 36-37.


Ακό­μη ο ποι­η­τής εί­χε συλ­λά­βει την ιδέα να δη­μιουρ­γη­θεί στους Δελ­φούς ένας πα­γκό­σμιος πνευ­μα­τι­κός πυ­ρή­νας ικα­νός να συν­θέ­σει τις αντι­θέ­σεις των λα­ών. Πρό­κει­ται για την πε­ρί­φη­μη Δελ­φι­κή Ιδέα, στην οποία ανα­φε­ρό­μα­στε στο βι­βλίο, που σχε­τι­ζό­ταν με το όρα­μα του Σι­κε­λια­νού για πα­γκό­σμια ει­ρή­νη και συ­να­δελ­φο­σύ­νη. Αυ­τό το όρα­μα ο με­γά­λος δια­νοη­τής επι­χεί­ρη­σε να με­τα­τρέ­ψει σε πρά­ξη διορ­γα­νώ­νο­ντας τις Δελ­φι­κές Εορ­τές το 1927 και 1930 με την γυ­ναί­κα του Εύα Πάλ­μερ Σι­κε­λια­νού.[28] Στις Εορ­τές πα­ρευ­ρέ­θη­καν άν­θρω­ποι του πνεύ­μα­τος και της τέ­χνης από όλο τον κό­σμο αλ­λά και απλοί κά­τοι­κοι της πε­ριο­χής και πα­ρα­κο­λού­θη­σαν τις τρα­γω­δί­ες Προ­μη­θέ­ας Δε­σμώ­της και Ικέ­τι­δες του Αι­σχύ­λου, έρ­γα τα οποία υμνούν την ελευ­θε­ρία, τη δι­καιο­σύ­νη και την πνευ­μα­τι­κή ανα­γέν­νη­ση της αν­θρω­πό­τη­τας, αλ­λά και αθλη­τι­κούς αγώ­νες κα­τά το πα­ρά­δειγ­μα της αρ­χαιό­τη­τας. Ο Σι­κε­λια­νός μά­λι­στα εμπι­στεύ­τη­κε αν­θρώ­πους του λα­ού κα­θώς τους κά­λε­σε στις Εορ­τές να συμ­με­τά­σχουν με χο­ρευ­τι­κές πα­ρα­στά­σεις και εκ­θέ­σεις χει­ρο­τε­χνί­ας,[29] εκ­δη­λώ­σεις που συ­μπλή­ρω­ναν τα υπό­λοι­πα δρώ­με­να.
Συ­νο­ψί­ζο­ντας, θα θέ­λα­με να ση­μειώ­σου­με ότι το έρ­γο του Σι­κε­λια­νού εί­ναι ιδιαί­τε­ρα επί­και­ρο και βα­σι­κή επι­δί­ω­ξη του βι­βλί­ου Ένας ποι­η­τής τα­ξι­δεύ­ει… εί­ναι να πα­ρου­σιά­σει όλες τις δια­στά­σεις τις σι­κε­λια­νι­κής ποι­η­τι­κής δη­μιουρ­γί­ας που συ­ναρ­τώ­νται με ζω­τι­κά προ­βλή­μα­τα κι αι­τή­μα­τα της ση­με­ρι­νής πραγ­μα­τι­κό­τη­τας. Ο ποι­η­τής άλ­λω­στε εί­ναι ίσως η πρώ­τη από τις πνευ­μα­τι­κές μορ­φές του τό­που που επι­σή­μα­νε τις κα­τα­στρο­φι­κές συ­νέ­πειες από την μο­νο­με­ρή ανά­πτυ­ξη του βιο­μη­χα­νι­κού και τε­χνι­κού πο­λι­τι­σμού και πρό­βα­λε συ­νει­δη­τά πε­ρισ­σό­τε­ρο από οποιον­δή­πο­τε άλ­λον την εναρ­μό­νι­ση του πο­λι­τι­σμού προς τη φύ­ση, που προ­ϋ­πο­θέ­τει τη συ­νερ­γα­σία του αν­θρώ­που με όλα τα πλά­σμα­τα της γης. Μέ­σα από τη συ­νο­λι­κή δρά­ση του ο Σι­κε­λια­νός, αλ­λη­λέγ­γυος προς την αν­θρω­πό­τη­τα, αξιο­ποιεί αξί­ες της αρ­χαιο­ελ­λη­νι­κής αλ­λά και της νε­ό­τε­ρης πα­ρά­δο­σης και περ­νά­ει πολ­λά και ου­σιώ­δη μη­νύ­μα­τα σχε­τι­κά με την πα­γκό­σμια ει­ρή­νη, τη συ­να­δέλ­φω­ση των λα­ών αλ­λά και την ανά­γκη ορ­γα­νι­κής επα­νέ­νω­σης με τη Δη­μιουρ­γία, που από μό­νη της επι­τρέ­πει την προ­στα­σία και τη συ­να­κό­λου­θη σω­τη­ρία του πε­ρι­βάλ­λο­ντος.

Για έναν «προσβάσιμο» Σικελιανό

Β. Φυλ­λά­διο εξε­ρεύ­νη­σης «Στο σπί­τι του ποι­η­τή»

Το δεύ­τε­ρο έντυ­πο εί­ναι ένα φύλ­λο δρά­σε­ων από αυ­τά που συ­χνά χρη­σι­μο­ποιούν τα μου­σεία και απευ­θύ­νε­ται σε νε­α­ρούς ανα­γνώ­στες κα­θώς και σε συ­μπε­ρι­λη­πτι­κές ομά­δες επι­σκε­πτών με και χω­ρίς ανα­πη­ρία. Το φυλ­λά­διο έχει σχε­δια­στεί για να βοη­θά τον επι­σκέ­πτη να πε­ρι­πλα­νη­θεί στους ζε­στούς χώ­ρους του Μου­σεί­ου Άγ­γε­λου Σι­κε­λια­νού και να μπο­ρεί να πα­ρα­κο­λου­θή­σει κα­λύ­τε­ρα την ορι­σμέ­νη από τη μου­σειο­λο­γι­κή με­λέ­τη πο­ρεία των αι­θου­σών. Για κά­θε αί­θου­σα-ενό­τη­τα δί­νο­νται συ­νο­πτι­κές πλη­ρο­φο­ρί­ες σχε­τι­κά με το νοη­μα­τι­κό και εκ­θε­σια­κό πε­ριε­χό­με­νο, που βοη­θούν ιδιαί­τε­ρα τον επι­σκέ­πτη να πα­ρα­κο­λου­θή­σει το πυ­κνό μου­σειο­λο­γι­κό αφή­γη­μα. Ακο­λου­θούν κα­τάλ­λη­λα επε­ξερ­γα­σμέ­νες ερω­τή­σεις-δρά­σεις δια­βαθ­μι­σμέ­νης δυ­σκο­λί­ας, που κα­λούν τον επι­σκέ­πτη να εστιά­σει την προ­σο­χή του σε συ­γκε­κρι­μέ­να εκ­θέ­μα­τα. Το γε­γο­νός ότι πρό­κει­ται για ένα έντυ­πο σε τε­τρα­χρω­μία με πολ­λές πλη­ρο­φο­ρί­ες και πλού­σιο φω­το­γρα­φι­κό υλι­κό από τις αί­θου­σες και τα εκ­θέ­μα­τα του μου­σεί­ου το κα­θι­στά επι­πλέ­ον ένα πο­λύ­τι­μο προ­σω­πι­κό εν­θύ­μιο για κά­θε επι­σκέ­πτη αλ­λά και ένα ερέ­θι­σμα για πε­ραι­τέ­ρω γνω­ρι­μία με τον ποι­η­τή και το έρ­γο του.


Μονόφυλλες κάρτες με δημιουργίες των μελών του εικαστικού εργαστηρίου της Artogether.
Μονόφυλλες κάρτες με δημιουργίες των μελών του εικαστικού εργαστηρίου της Artogether.

Γ. Μο­νό­φυλ­λες κάρ­τες

Οι δη­μιουρ­γί­ες των με­λών του ει­κα­στι­κού ερ­γα­στη­ρί­ου της «Artogether» απο­τέ­λε­σαν το υλι­κό για την εκτύ­πω­ση δέ­κα μο­νό­φυλ­λων καρ­τών στις οποί­ες απο­τυ­πώ­νε­ται το ζω­γρα­φι­κό έρ­γο, ο στί­χος που απο­τέ­λε­σε την έμπνευ­ση με την σχε­τι­κή πα­ρα­πο­μπή του αλ­λά και το όνο­μα κά­θε δη­μιουρ­γού. Η με­του­σί­ω­ση του ποι­η­τι­κού λό­γου του Σι­κε­λια­νού σε πη­γαία ει­κα­στι­κή δη­μιουρ­γία όχι μό­νον ανα­δει­κνύ­ει την ει­κο­νο­πλα­στι­κή δύ­να­μη των στί­χων του αλ­λά επι­βε­βαιώ­νει και το πι­στεύω της Artogether ότι «η Τέ­χνη δεν εί­ναι πο­λυ­τέ­λεια αλ­λά μια βα­θιά πα­να­θρώ­πι­νη ανά­γκη».


Η τρί­τη δρά­ση του προ­γράμ­μα­τος «Συ­νο­μι­λώ­ντας με τον Άγ­γε­λο Σι­κε­λια­νό» αφο­ρά στη χρή­ση των νέ­ων τε­χνο­λο­γιών, που τα τε­λευ­ταία χρό­νια δί­νουν άλ­λες δια­στά­σεις στη μου­σεια­κή εμπει­ρία και ξε­περ­νούν τους χω­ρι­κούς και χρο­νι­κούς πε­ριο­ρι­σμούς. Επι­λέ­χτη­καν δύο ξε­χω­ρι­στές αλ­λά αλ­λη­λέν­δε­τες δια­δρα­στι­κές εφαρ­μο­γές, η ει­κο­νι­κή πε­ρι­ή­γη­ση με hot spots και το ψη­φια­κό παι­χνί­δι επι­λο­γών, που εκ­πο­νή­θη­καν από την εται­ρεία Inte*Learn και απο­σκο­πούν στη διεύ­ρυν­ση της προ­σβα­σι­μό­τη­τας του Μου­σεί­ου Άγ­γε­λου Σι­κε­λια­νού με τη βο­ή­θεια της ψη­φια­κής τε­χνο­λο­γί­ας.[30] 

Η αίθουσα της ενότητας «Διαδρομή» από τη ψηφιακή δράση «Περιήγηση με hot spots». Με την ενεργοποίηση των hot spots ανοίγουν αρχεία φωτογραφικά ή οπτικοακουστικά που περιέχουν γραπτά κείμενα και εκφώνηση.
Η αίθουσα της ενότητας «Διαδρομή» από τη ψηφιακή δράση «Περιήγηση με hot spots». Με την ενεργοποίηση των hot spots ανοίγουν αρχεία φωτογραφικά ή οπτικοακουστικά που περιέχουν γραπτά κείμενα και εκφώνηση.

Η ει­κο­νι­κή πε­ρι­ή­γη­ση με hotspots με­τα­φέ­ρει τον δια­δι­κτυα­κό επι­σκέ­πτη στους χώ­ρους του Μου­σεί­ου και του προ­σφέ­ρει μια ει­κο­νι­κή δια­δρο­μή, η οποία εί­τε εί­ναι σει­ρια­κή και ακο­λου­θεί την ορι­σμέ­νη από τη μου­σειο­λο­γι­κή με­λέ­τη πο­ρεία εί­τε επι­τρέ­πει στον χρή­στη να κά­νει τις δι­κές του προ­σω­πι­κές επι­λο­γές «επί­σκε­ψης». Για κά­θε αί­θου­σα-ενό­τη­τα της φυ­σι­κής έκ­θε­σης πα­ρου­σιά­ζε­ται μια γε­νι­κή στα­θε­ρή άπο­ψη και δί­νο­νται ευ­σύ­νο­πτα στοι­χεία για το πε­ριε­χό­με­νό της με κεί­με­να που πα­ράλ­λη­λα εκ­φω­νού­νται. Η ενερ­γο­ποί­η­ση των hotspots πα­ρέ­χει τη δυ­να­τό­τη­τα διά­δρα­σης και άντλη­σης πλη­ρο­φο­ριών για εκ­θέ­μα­τα και οπτι­κο­α­κου­στι­κά με ει­δι­κό εν­δια­φέ­ρον. Πρό­σθε­τες πλη­ρο­φο­ρί­ες πα­ρέ­χο­νται για την προ­σβα­σι­μό­τη­τα του μου­σεί­ου και των εκ­θε­μά­των του με την ενερ­γο­ποί­η­ση ει­δι­κού σή­μα­τος.

Τέ­λος, το ψη­φια­κό παι­χνί­δι επι­λο­γών, με ει­δι­κά σχε­δια­σμέ­νες ερω­τή­σεις εμπέ­δω­σης / κα­τα­νό­η­σης απευ­θύ­νε­ται σε χρή­στες μι­κρής ηλι­κί­ας και σε άτο­μα με δυ­σκο­λί­ες νοη­τι­κές και αι­σθη­τη­ρια­κές και απο­σκο­πεί στην εμπέ­δω­ση της γνώ­σης με τρό­πο ευ­χά­ρι­στο και παι­γνιώ­δη. Για το λό­γο αυ­τό, το πρό­γραμ­μα έχει σχε­δια­στεί με τρό­πο που να εξα­σφα­λί­ζει άνε­ση χρό­νου, να επι­βρα­βεύ­ει τον χρή­στη για τη σω­στή του επι­λο­γή αλ­λά και να μη τον απο­θαρ­ρύ­νει σε πε­ρί­πτω­ση λά­θους.

Ενδεικτικές σελίδες της εφαρμογής «Ψηφιακό παιχνίδι επιλογών». Η άνεση χρόνου αλλά και η δυνατότητα επανάληψης επιτρέπουν στους χρήστες με «δυσχέρειες» την εύκολη λήψη πληροφοριών, ενώ η επιβράβευση ενισχύει την αυτοπεποίθηση τους.
Ενδεικτικές σελίδες της εφαρμογής «Ψηφιακό παιχνίδι επιλογών». Η άνεση χρόνου αλλά και η δυνατότητα επανάληψης επιτρέπουν στους χρήστες με «δυσχέρειες» την εύκολη λήψη πληροφοριών, ενώ η επιβράβευση ενισχύει την αυτοπεποίθηση τους.
Ενδεικτικές σελίδες της εφαρμογής «Ψηφιακό παιχνίδι επιλογών». Η άνεση χρόνου αλλά και η δυνατότητα επανάληψης επιτρέπουν στους χρήστες με «δυσχέρειες» την εύκολη λήψη πληροφοριών, ενώ η επιβράβευση ενισχύει την αυτοπεποίθηση τους.
Ενδεικτικές σελίδες της εφαρμογής «Ψηφιακό παιχνίδι επιλογών». Η άνεση χρόνου αλλά και η δυνατότητα επανάληψης επιτρέπουν στους χρήστες με «δυσχέρειες» την εύκολη λήψη πληροφοριών, ενώ η επιβράβευση ενισχύει την αυτοπεποίθηση τους.


Οι ψη­φια­κές δρά­σεις, πα­ρό­λο ότι δεν μπο­ρούν με κα­νέ­να τρό­πο να αντι­κα­τα­στή­σουν την φυ­σι­κή επί­σκε­ψη στο μου­σείο, την υπο­κα­θι­στούν εν τι­νι μέ­τρω, όταν αυ­τή δεν εί­ναι εφι­κτή λό­γω εγ­γε­νών λει­τουρ­γι­κών αδυ­να­μιών του μου­σεί­ου (πε­ριο­ρι­σμέ­νο ωρά­ριο λει­τουρ­γί­ας, τε­χνι­κά προ­βλή­μα­τα κ.ά.), προ­σω­πι­κών πε­ριο­ρι­σμών (εμπο­δι­ζό­με­να άτο­μα, ΑμεΑ κ.λπ.) ή και ανω­τέ­ρας βί­ας (πε­ριο­ρι­σμοί παν­δη­μί­ας κ.ά).

Με την ολο­κλή­ρω­ση του προ­γράμ­μα­τος της Artogether «Συ­νο­μι­λώ­ντας με τον Άγ­γε­λο Σι­κε­λια­νό» προσ­δο­κού­με να αυ­ξη­θούν οι επι­σκέ­πτες του μου­σεί­ου, ιδιαί­τε­ρα αυ­τοί με ανα­πη­ρία, κα­θώς θα μπο­ρούν, μέ­σω των εντύ­πων αλ­λά και των ψη­φια­κών εφαρ­μο­γών, να απο­κτή­σουν «πρό­σβα­ση» και να «συν­διαλ­λα­γούν» με τα εκ­θέ­μα­τα αλ­λά και με το ίδιο το έρ­γο του ποι­η­τή, που σή­με­ρα εί­ναι πιο επί­και­ρο από πο­τέ.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: