Για αποφυγή της τρικυμιώδους πραγματικότητας και προσέγγιση σε στεριές ποιητών, από αυτές τις σελίδες παρουσιάζονται ποιητές της Ιβηρικής χερσονήσου και της Λατινικής Αμερικής.
Χάρτης θαλάσσης
ΜΙΓΕΛ ΑΝΧΕΛ ΦΕΡΙΑ
Ήθελα να μείνω κι άλλο στην Κούβα. Να περιηγηθώ, να περιπλανηθώ, να ευφρανθώ τα αρώματά της, να πάω και στο Σαντιάγο, ίσως και να μεθύσω με ρούμι ή μ’ αψέντι. Πρώτα, όμως, έπρεπε να οργανώσω το διατλαντικό ταξίδι μου για την Ιβηρική. Απευθύνθηκα στο λιμεναρχείο. Με συμβούλεψαν να ταξιδέψω με κρουαζιερόπλοιο, που θα έκανε μόνο δέκα οκτώ μέρες για να φτάσει στη Βαρκελώνη και θα σάλπαρε την επομένη. Κι επέμεναν ότι το ταξίδι θα ήταν πιο ευχάριστο. Και ήταν. Γιατί τώρα είχα ολόκληρη μπαλκονόπορτα, κι όχι απλώς ένα φινιστρίνι, κι αγνάντευα κι αναρωτιόμουν ποια απεραντοσύνη άραγε ήταν μεγαλύτερη: του ουρανού ή του ωκεανού. Της ποίησης!, μου απαντούσε μια εσωτερική φωνή και ξαναγυρνούσα στα βιβλία και στις αναμνήσεις μου. Έτσι, όταν τη δέκατη έκτη μέρα πιάσαμε Κάντιθ, έτρεξα για το σπίτι, μουσείο πια, του Ραφαέλ Αλμπέρτι. Τον είχα γνωρίσει το 1984, στη Μαδρίτη, σε μια φιλολογική βραδιά προς τιμήν του στην αίθουσα Ιβηροαμερικανικής Συνεργασίας και μου έχει μείνει ανεξίτηλη στη μνήμη η έκφραση του προσώπου του, η λάμψη, όταν έκανε αυτή τη σχεδόν παιδιάστικη δήλωση: «Με τον Φεδερίκο μοιράσαμε την Ανδαλουσία στη μέση. Εκείνος πήρε την πάνω Ανδαλουσία κι εγώ την κάτω!». «Το Marinero en tierra [Ναυτικός στη στεριά] ψάχνετε;» με ρώτησε κάποιος στο δωμάτιο με τα βιβλία. Αιφνιδιάστηκα. «Περπατάτε τραμπαλιστά, σαν να έχετε πολύ καιρό σε καράβι» απολογήθηκε εκείνος και μου συστήθηκε: «Μιγέλ Άνχελ Φέρια, ποιητής, μεταφραστής, καθηγητής…». «Χαίρω πολύ» τον διέκοψα και του συστήθηκα κι εγώ. Κι έπειτα από λίγο, βρέθηκα να παίρνω τα πράγματά μου από την καμπίνα μου και ν’ ακολουθώ τον Μιγέλ Άνχελ στο σπίτι του, στη διπλανή Ουέλβα. Κι εκεί, διαβάζοντας τα ποιήματά του, συγχώρησα την υγρασία που μου περόνιαζε τα κόκκαλα, γιατί ταυτόχρονα ύγραινε τα φαντάσματα που με συντροφεύουν και τα έβλεπα ογκώδη, τρισδιάστατα, χωρίς τον κίνδυνο να μου τα πάρει ο αέρας.
Ο Έντεκ Γκαλίνσκι βρίσκει τον έρωτα στο Άουσβιτς
Για να κόψεις τα μαλλιά σου μέχρι κι ο έρωτας γίνεται τριάντα χέρια
για να κεντήσεις το πέπλο σου μέχρι κι ο έρωτας χιονίζει ένα μήνα
για να φέρεις το σώμα σου μέχρι κι ο έρωτας σε προμηθεύει με αύρα
και σε εναποθέτει εδώ κάθε απόγευμα
επιστρέφοντας από τη μοίρα
όχι δύο απλοί εραστές:
χωρίς το μίσος
του θανάσιμου μαστιγίου της ελπίδας
ω, λευκή τελετή όσο διαρκεί ο χειμώνας
Μάλκα μου Τσιμετμπάουμ
δεν είναι ανεξερεύνητοι οι δρόμοι
τα ίχνη σου στο χιόνι
ακόμα μες στον έρωτα και στο υποφερτό
αναπνέω, πάλλομαι, μπορώ
προσποιούμαι
ότι επιστρέφω μια χούφτα χιόνι για να πέσω
Ποτέ τα σκουπίδια δεν ήταν τόσο όμορφα
Ο έρωτας στα χρόνια
της μετα-αλήθειας
επισκέπτες μιας νύχτας
στο σπίτι του εγγαστρίμυθου
ν’ ακούμε στα πνευμόνια μας τα μικρόφωνα
ενός αλλήθωρου ξεμουδιάσματος
τραγούδια
σαν πεταλούδισμα τριχιδίων
από ρίμελ ξινό
μην το λες έρωτα αυτό είναι σκουπίδια
ορκίσου στη σημαία της χώρας
των θαυμάτων
κρασί και τριαντάφυλλα και ποπ όχι εμπορική
ακόμα κι αν είναι
κάρπε ντίεμ μια φωνή
έβγαινε από τα χείλη σου
γυμνή ω, αρμαθιά με αντικλείδια
ένα ένα τα δοκιμάζω
ώσπου να τρυπώσω
μόνος
ή στο σπίτι του μπαμπά ήταν νύχτα
ποια γη επαγγελίας
μια στρατιωτική κάμψη από σπρέι και κλισέ
σε κάνει ομοιόμορφη και με φωνάζεις
μέθη
θα το όριζα ως το νέο δεινό του 21ου αιώνα
αν δε λεγόσουν ακόμα μοναξιά
Ο Τζέιμς Ντάγκλας Μόρρισον μπαίνει στην μπανιέρα του στο Παρίσι
Ποιος αν όχι όλοι οι δαίμονες
της δεκαετίας σου
ποιος αν όχι όλα τα αμαρτήματα
που η Αμερική διέπραξε στο όνομά σου
νεότητα
μόνο για να έχει έν’ άλλο ελαφρυντικό
θα γλιτώσει από τα τραύματά της
τα κακομαθημένα παιδιά της
τους μαύρους υπονόμους του συστήματος
μια μπανιέρα στο Παρίσι
όπου το νερό αργά αργά
διαβρώνει τον σφυγμό
κι ο βήχας σού ξυρίζει ένα χαμόγελο
την ώρα της πιο
απόλυτης ερημιάς
ένας καλπασμός σκιών από αφρό
σου φυσάει στ’ αυτιά
τις πρώιμες φωνές του
οι γραμμές του χεριού μακραίνουν και τυλίγουν όλο σου το κορμί
όπως η άγρια τριανταφυλλιά
εκπνέοντας ένα ποίημα από αφαιμαγμένα τριαντάφυλλα
εσύ προδότης της πατρίδας αλλά πιστός στους δαίμονές της
Ο Παζολίνι στην Όστια
Σήμερα σου είπαν πως είσαι το πιο ποταπό της Ιταλίας
σήμερα μια απλή αδερφή για κλοτσιές
εκεί στη βρόμικη παραλία του Νοέμβρη
εκεί στις ξεγεννήτρες συνοικίες
ανάμεσα στη σκιά σου και στον τοίχο
φακοί σε αποθαρρύνουν
γίνεσαι φίλος με αγριοσυκιές και μουσούδες στο γεμάτο
αψέντι σκοτάδι της νύχτας
σήμερα σου ράβουν τα χείλη και τους γλουτούς
με ερωτήσεις
που δε θέλουν απάντηση
άθεε, κομμουνιστή, πούστη, ξερόλα,
πούστη, ξερόλα, άθεε, κομμουνιστή,
πούστη, ξερόλα, ξερόλα
προτού να ξημερώσει
εκεί στις πρόστυχες συνοικίες, Παζολίνι
αυτή τη 2 Νοεμβρίου του ’75
οι φτωχοί οι εργάτριες
οι ποιητές οι πουτάνες οι αδερφές
σήμερα σηκώνουν το φέρετρό σου Ιταλία ψηλά
όλοι οι γιοι των μαραγκών
Στους Ισπανούς εθνοφρουρούς που έπεσαν υπερασπιζόμενοι τον κόσμο
Αν κάποιος απομακρυνόταν από τη χαραγμένη γραμμή
Α. Βαλέντε
Δεν αρκούσε να σε σκοτώσουν
ήρθαν με φτυάρια και μ’ άλλα φτυάρια χώμα,
πάνω από τον θάνατο.
από την καλοτυχιά σου,
από κάτι σανδάλια γεμάτα τρύπες,
πάνω από το γεγονός ότι υπήρξες ρωμαλέος σαν ταύρος,
από το απολίθωμα φαγωμένων μετάλλων,
πάνω στις λουρίδες από πνιγμένη λάσπη,
με φιλάργυρη σκόνη, αράχνες και βήχα
να θάψει, πιο βαθιά,
να ξεκάνει, κι άλλο χώμα, τη μνήμη σου.
Κάνοντας το θαύμα του άρτου και των ιχθύων
σε κατηγόρησαν για εργάτη και κόκκινη μαγεία,
μήπως δεν ακούς ένα βάρος βιβλίων
μολύβδινων κι επίσημων, τις μονόχορδες πέτρες
μία μία να πέφτουν πάνω στη νεκροκεφαλή σου,
όλο το μεγάλο ασπρόμαυρο ουράνιο τόξο
της νίκης
και μια χορωδία από απαστράπτοντα παιδιά και παπαγάλους,
ένας χορός από κοκορευόμενους και φαντασμένους
για να μη σε σκέφτεται κανείς,
δεν ακούς, από πάνω;
Πρέπει να συνενώσεις τον χωρισμένο από τα κόμματα λαό.
Πρέπει να ενώσεις μισό αιώνα διαχωρισμών.
Να σβήσεις τις προκαταλήψεις για την πάλη των τάξεων.
Να φέρεις δικαιοσύνη.
Να απομακρύνεις τους νέους από την πικρή φιλελεύθερη γεύση.
Να εξυψώσεις τις αρχές.
Και να δείξεις πυγμή
Aν κάποιος ξεφύγει από τη χαραγμένη γραμμή;…
χώμα επάνω σού ρίχνουν, χώμα
ποτέ ξανά πιο αθώο:
ισπανικό.
Ένας άλλος κόσμος είναι πιθανός
αλλά ποτέ μια άλλη Ισπανία,
μόνο οι άνθρωποι σού μένουν
σ’ αυτή την Ισπανία σου τη γηραιότερη από ποτέ,
ω ξενόφερτα σανδάλια από δέρμα θρασεμένου ταύρου.
Διάβρωση
Κι αν ο Θεός είναι διευθυντής ορχήστρας
με δύο μπαγκέτες ταυτόχρονα
η παρτιτούρα σου σε τι θα σου χρησιμεύσει
καλύτερα συνέχισε με τον τρόπο σου
ζώσου στις αράδες
πετώντας και ξαναπετώντας
το χωμάτινο εβραϊκό παπούτσι
εκδίωξε τον αλλοδαπό
μέτρα τη γη βήμα βήμα
πέτα το, πέτα το
γυρνάει στο χέρι σου
με τα νέα περισσότερης γης
περισσότερα γαϊδουράγκαθα
λιγότερη γη του Θεού
περισσότερη γη αποθεωμένη
σκόνη και γαϊδουράγκαθα
δικαστής του άγονου
δικαστής της αμνησίας σου
κατ’ εικόνα
και ομοίωση γη
όσων αγιοποιείς, εβραιοποιείς,
ορφανεύεις
τις ξένες γαίες,
τις αποπαλαιστινίζεις, τις χηρεύεις
και τις χωρίζεις σε φυλές εφτά φορές
σε πέρασμα αμμώδες,
σε λεύγες διψασμένες, σε μέρη
στενεμένα:
εκεί απ’ όπου το παπούτσι σου περνά
ας γίνει το δικό σου ώστε να ξεράνει,
ώστε να ξεράνει
το Ιερουσαλήμ
Εισβολή του μονόλιθου
Αναφορά στον Στάνλεϊ Κιούμπρικ
Ένας ήλιος από τόσους πολλούς ανατέλλει.
Ένας ήλιος κι ωστόσο
ποιά έννοια ήλιου υπήρχε ξυπνώντας
ώστε να ξυπνήσουν
μαγνητικοί, μπερδεμένοι, ισοπεδωμένοι.
Δοκίμασαν το εργαλείο
σ’ αυτό το κόκαλο (και των δύο ομάδων
τα όρια
είναι δικά μας με γρυλίσματα,
ή τώρα είναι τα δικά μας, μετέδιδαν
με πηδήματα και μπουνιές στην τεταμένη γη
της αποκοπής),
δοκίμασαν αυτό το κόκαλο και δε μεσολάβησαν
μεταξύ αντικειμένου και λειτουργίας πια οι πιθηκοειδείς,
οι κοσμικές σκιές.
Δομημένο φως ψηλάφησε τα νύχια, έγινε χέρι
του homo που επιδέξια
έπιασε το κόκαλο.
Το κόκαλο ανέβηκε στο όπλο.
Έπειτα το όπλο
με χτυπήματα homo erectus κατέβηκε στο κρανίο
του κατεστραμμένου από το φως πιθήκου.
Στην κραυγή του ανθρωποειδούς
το κόκαλο πετάχτηκε στον αέρα:
έπεσαν πάνω σ’ αυτή τη γη ακόμα
ο Τζορτζ Μπους
ο Άντονι Μπλερ
ο Χοσέ Μαρία Αθνάρ.
*
Μιγέλ Άνχελ Φέρια [Miguel Ángel Feria], Ουέλβα 1979. Ισπανός ποιητής, κριτικός, μεταφραστής και καθηγητής λογοτεχνίας σε γαλλικά και ισπανικά πανεπιστήμια. Το ποιητικό του έργο έχει αποσπάσει τα βραβεία «Ανταλουθία Χόβεν» (2007) και το Διεθνές Βραβείο Ποίησης «Πόλη της Σαλαμάνκας» (2010). Στο μεταφραστικό του έργο συγκαταλέγονται οι κριτικές εκδόσεις Ανθολογία της γαλλικής παρνασσικής ποίησης (2016) και Η τέχνη του να είσαι παππούς, του Βικτόρ Ουγκό (2017). Μεταφραστής που διαμένει στο διεθνές Κολλέγιο μεταφραστών λογοτεχνίας στην Αρλ της Γαλλίας και στο Κέντρο Τεχνών και Δημιουργικότητας στο Μπανφ του Καναδά, ετοιμάζει την πρώτη έκδοση στα ισπανικά του έργου του Γαλλοκαναδού ποιητή Ρολάν Ζιγκέρ.
Πηγή:https://circulodepoesia.com/2018/08/poesia-espanola-miguel-angel-feria/