Ο Νίκος Χουλιαράς και οι λύκοι (εννέα θέσεις για την απελπισία)

Φωτ. Γιάννης & Μιχάλης Κατούφας
Φωτ. Γιάννης & Μιχάλης Κατούφας

Questo tuo grido farà come vento (H κραυγή σου αυτή σαν άνεμος θα είναι)
 Δάντης, Θεία Κωμωδία, Παράδεισος, XVII, στ. 133

1.
Η ζωγραφική –περιέργως πώς‒ είναι ο καταλληλότερος τρόπος να μιλήσεις για την έλλειψη, την κραυγή, την άηχη τρύπα που χάσκει εκεί, στον τοίχο. Διάπλατη και τρομακτική. Το κενό της θεότητας, την απουσία. Την ζωή και τον θάνατο.
Η μουσική για να σιωπήσεις. Για να την αποσιωπήσεις.

2.
Διότι το χρώμα είναι το όριο της γλώσσας και ο ήχος το τείχος εκείνο που το κρύβει. Που το απομακρύνει και το καθιστά ιερό. Ορατό ταυτοχρόνως και αόρατο.
Το χρώμα είναι το χώμα των λέξεων. Και δεν κρύβει άλλον από τον Θάνατο βεβαίως, όπως θα έλεγε και ο νεότερος Παρράσιος στον πρεσβύτερο Ζεύξι.

3.
Τα ζωγραφικά τοπία του Νίκου Χουλιαρά μου θυμίζουν το καφκικό ιδίωμα, το ανορθόδοξο αλφάβητο των έργων ζωγραφικής του Henri Michaux. Ένα ασπρόμαυρο, αδιέξοδο, πτωτικό αλφάβητο. Μία προσποίηση γλώσσας. Μία πρώιμη ποίηση. Ερχόμενη δηλαδή, μελλοντική. Που πέφτει διαρκώς προς τα επάνω μας. Που αναπνέει όμως και είναι ζωντανή. Ζωντανή σαν βροχή ή σαν εφιάλτης.

4.
Όπως κυκλώνει με λέξεις τα χρώματα και τις μορφές στους πίνακες του. Όπως τις περικυκλώνει με ακατανόητα σημάδια που μοιάζουν με λέξεις αλλά δεν είναι. Που μιμούνται τις λέξεις, που μιμούνται την γραφή, που είναι μία ακατανόητη γραφή, μία άγραφη φωνή μέσα του.

5.
Περιβάλλον κλειστού σύμπαντος αδιάλειπτης γλωσσικής ροής και σιγής. Ήσυχος, υδάτινος τρόμος. Κόσμος πραγματικός, από λέξεις.
Οι υπάρξεις, τα αντικείμενα, οι ρόδινες μορφές του Νίκου Χουλιαρά μοιάζουν με όντα σινικής εκτροπής της εικόνας σε μία προφορικότητα ενός ανθρώπου ολομόναχου που μιλάει συνεχώς. Στα φυτά, στους καθρέφτες, στους γκρεμούς και στα ζώα. Αλλά κυρίως μιλά στους απόντες και στα απόντα, στην ίδια την απουσία – λες και είναι πράγμα, ένα αντικείμενο εκεί απέναντι.

6.
Οι αλλοπαρμένοι, οι μοναχικοί, οι ζωγραφισμένοι τρελοί του, ενοικούν την γλώσσα. Τους κυνηγούν και τους σκεπάζουν καθημερινές λέξεις και σκιές μακριές σαν παιδικά όνειρα ή σαν θεοσκότεινοι δρυμοί και άγραφα, αλλοπρόσαλλα δάση. Είναι η πιο φλύαρη απελπισία που έχω δει.

7.
Στους πίνακες του είναι πάντα νύχτα. Νύχτα του άγραφου τρόμου, ενώ ακούγονται νωπές οι νυχιές του πόνου πάνω στο υγρό χώμα. Όχι της εγκατάλειψης, αλλά της φωνής. Όπως ακριβώς οι μοναχοί που ράβουν εν ζωή το σάβανό τους, εκφωνώντας συνεχώς προσευχές από μέσα τους.
Ο θάνατος στο σύμπαν του Νίκου Χουλιαρά μοιάζει με εργόχειρο. Δύσκολο, ιδιότροπο, προσωπικό και γραπτό.

8.
Ποτάμια άστρων χύνονται / στις θάλασσες της νύχτας / κι ο Δαμιανός Καράντζας, μόνος του / στο δρόμο για το σπίτι. // Λύκε, λύκε είσ’ εδώ;

Ν. Χ., Εικόνες στο ύψος της ζωής

9.
Οι ιώδεις κραυγές του.
Οι άηχες ιαχές του γίνονται άνεμος και μας κινούν.
Ιστιοφόρο χώμα. Αέρας, χρώμα.

ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: