Πρωτόκολλο Harum / Procol Χάραμα


Αφού είχαμε περάσει κι απ᾽ του Τσιτσάνη πώς να μην βουρκώσουμε σαν μάθαμε για τον Λάνεγκαν. Κι αφού είχαμε θητεύσει στη Sanitarium πώς να μην στήσουμε ξαγρύπνια για τον Μπρούκερ. Κι αφού έχουμε δει τα Άπαντα του Πέτσολντ (πλην ενός) πώς να μην στρωθούμε να γράψουμε & να σκηνοθετήσουμε το φιλμ για τον Ιβάν Στσεγκλόφ. Διότι έτσι πάει το πράγμα: θητεία και δημιουργία, με ενδιάμεσα ξεφαντώματα στην κόψη του χρόνου και μες στον ζόφο της καραντίνας, των ολέθρων, των πολέμων. Θητεία σε ό,τι αγαπήσαμε μες στα ερείπια μιας εποχής, δημιουργία κάποιων αιφνίδιων ντοκιμαντέρ (άλλα με χαρτί και στυλογράφο κι άλλα με κάμερα και μαγνητόφωνο). Κι ο χρόνος να κυλάει αμείλικτος, κι εμείς να τον ξεγελάμε με μιαν έλλογη αμεριμνησία, με κόκκινα τριαντάφυλλα στο ανθοδοχείο, και με κάποιες υπερχαζοχαρούμενες κυβιστήσεις.

Μάθαμε για τον Λάνεγκαν και για τον Μπρούκερ.  Three quarks for Muster Mark, λέγαμε για τον Μαρκ Λάνεγκαν, οικειοποιούμενοι για πολλοστή φορά τον Τζόις. Και στείλαμε το φορτηγό των αναμνήσεων στη γωνία Ιάσονος και Γκλαβάνη, στο Βόλο, εκεί όπου δέσποζε η Sanitarium, της εφηβείας μας η ντισκοτέκ που μας είχε τρατάρει αρίφνητες φορές όχι μόνο το “Whiter Shade of Pale” αλλά και το “Pandora’s Box”. Και αρχίσαμε να σκαλίζουμε, και να σκαλίζουμε, και να σκαλίζουμε, και να εντρυφούμε πάλι στις δημιουργίες του Κρίστιαν Πέτσολντ, επιμένοντας με πείσμα ότι το Phoenix και το Transit είναι σούπερ υπερταινίες, εφάμιλλες με τις φωτογραφίες της Ζερμέν Κρουλ και τη ζωγραφική του Νίκου Μπάικα, διότι εμάς το μυαλό μας είναι γιαπωνέζικο, όπως μας δίδαξε ο Νίκος Καρούζος, και οι συνειρμοί μας είναι ασταναπάνε αστροπελέκια κι αστραπόγιαννοι.

Αντικαθιστούμε κι εμείς, λέγαμε, εκείνο το απομεσήμερο με τα τυριά και τα τσίπουρα στην Πατριάρχου Ιωακείμ, το γραμμικό ταξίδι με μιαν εσωτερική γεωγραφία, αλλάζουμε την παρατήρηση με την εσκεμμένη στρατηγική/ποιητική αναπόληση, θητεύουμε σε μια κειμενογραφία συντεθειμένη σαν μουσικό opus από επίλεκτες αναμνήσεις, λεηλατημένη από ήσσονα κείμενα άλλων, σαν θύμα που συναινεί στην αξιοποίηση των δικών μας στοιχείων. Νιώθαμε εξάλλου, όπως οι ήρωες του Πέτσολντ, πάντα στην μετάβαση, ποτέ ισοπεδωμένοι σε μιαν άκυρη φαινομενικότητα, μονίμως σαν εμιγκρέδες, σαν Μεσοπόλεμος, ζώντας σε ένα διαρκές ψυχοβιολογικό τράνζιτ, απ᾽ το Χάραμα στους Harum, απ᾽ τον Τσιτσάνη στον Μπρούκερ, δραπέτες από τους πραγματικούς και φανταστικούς κινδύνους αυτού του κόσμου, μιλώντας σαν την Άννα Ζέγκερς — μια γραφομηχανή, ένα συμβόλαιο ιδιοκτησίας, ένας πίνακας, ένα κόσμημα, μια φωτογραφία, ένα ρολόι, μια επιστολή, μια αβγουλιέρα, τι σημασία έχει ποιο ακριβώς αντικείμενο διασώσαμε.

Και πιάσαμε, αφού είδαμε για τέταρτη φορά το Transit, κι αφού θητεύσαμε ξανά στην ποίηση του αινιγματικού Νικηφόρου Εράντε ( Ήρθε ο κόσμος όλος / – καλοσύνη σας, ξένε! / σε μια γουλιά ωτοστόπ), ναι, πιάσαμε να μεταφράσουμε (επιτέλους!) το αριστούργημα του Γκάρι Μπρούκερ και του Κιθ Ριντ —ανέκαθεν λέγαμε ότι θέλουμε να γίνουμε κάτι σαν τον γυαλάκια τον Κιθ Ριντ, οι ποιητές μιας μπάντας— ω ναι, η αλήθεια είναι, πιάσαμε τωόντι να μεταφράσουμε το “Whiter Shade of Pale”, και παίζαμε, και παίζαμε, και παίζαμε, τέκνα εμείς του ψυχεδελικού παιδομαζώματος, ναι, παίζαμε με τις γομολάστιχες & τα μολύβια & τις ξύστρες, εκεί στο τυροκομείο και καφενείο της Πατριάρχου Ιωακείμ με το We skipped the light fandango γυρίζοντάς το σε Σκηπτίρημεν το λάνθιμο φαντάζιο, και ύστερα από καμιά ωρίτσα γέλια είχαμε την εξωφρενική μετάφραση έτοιμη, βουαλά: Σκηπτίρημεν το λάνθιμο φαντάζιο / κάρα στο πάτωμα τσουλήσαμε / κι είχαμε αυτήκοη ναυτία / κι άλλο!, κι άλλο!, ζήταγε το πλήθος / Βούιζε το πάτωμα κι ο λίθος / Ψηλά ανέβαινε στ᾽ αστεία / Κι ήρθαν ουίσκια κι άλλα / Σ᾽ έναν ασημένιο δίσκο // Κύλησαν κάποια λεπτά / Κι ακούσαμε την αφήγηση του μυλωνά / Και το πρόσωπό της το λευκό / Είχε γίνει μια στάλα πιο χλωμό // Μου είπε δεν πειράζει εκείνη / Απλή η αλήθεια είναι / Την τράπουλα ανακάτεψα και πάλι / Κι απομάκρυνα τη δίνη / Δεν την άφησα να γίνει / Άλλη μια απ᾽ τις δεκάξι αειπάρθενες θεσπιάδες / Που έφευγαν για την ακτή / Κι αν κι είχα τα μάτια μου ανοιχτά / σκηπτίροντας το λάνθιμο φαντάζιο / ακούγοντας το έναστρο αντάτζιο / ήταν σαν να ᾽τανε κλειστά.

Και κατόπιν, είπαμε να το ρίξουμε στην εργασία υποδομής — έτσι λέγαμε: κάνουμε εργασία υποδομής, όταν το ρίχναμε στο σορολόπ, όταν τα φορτώναμε όλα στον κόκορα, όταν θύαμε στο έργο του Πολ Λαφάργκ, όταν βλέπαμε ξαναμανακαιπάλι του Κρίστιαν Πέτσολντ τ᾽ Άπαντα (πλην ενός), όταν βάζαμε πάλι στο πικάπ το Something Magic, την ένατη αλμπουμάρα των Procol Harum, όταν χαζεύαμε με τις ώρες τις φωτογραφίας του Τσιτσάνη από το Χάραμα, όταν χαζολογούσαμε εποικοδομητικά και εξιχνιάζαμε μυστήρια που είχαν ξεμείνει από τη δεκαετία του εβδομήντα και τώρα έπρεπε επιτέλους να καταπιαστούμε με δαύτα. Παραδείγματος χάριν, πούθε τ᾽ όνομα Procol Harum; Το βρήκαμε κι αυτό: έναν γάτο Βιρμανίας, η θελκτική ιδιοκτήτρια του οποίου ήταν φίλη με κάποιον ευφάνταστο φίλο του Γκάρι Μπρούκερ, τον έλεγαν Procul Harun. Καθώς σπαζοκεφάλιαζαν, ο Μπρούκερ και ο Ριντ, για το τι όνομα θα δώσουν στην μπάντα τους, ο εν λόγω φίλος, ονόματι Γκάι Στίβενς, ωραία φυσιογνωμία, φίνος τύπος, έβγαλε από την τσέπη του ένα τζόιντ και ένα έγγραφο, το πεντιγκρί του γάτου, και αναφώνησε, ανάβοντας το τζόιντ, Procul Harun!, κι ο Μπρούκερ το ᾽πιασε λάθος, και βάφτισε την μπάντα Procol Harum, κι έγινε ο τρελός χαμός σχετικά με το τι μπορεί να σημαίνει αυτό, κι όλοι των Harum οι φανατίλες σπαζοκεφάλιαζαν, με τη σειρά τους, για χρόνια, ακόμα και ντοκιμαντέρ έγιναν σχετικά με τη σημασία της ονομασίας, και να ᾽ναι καλά το Διαδίκτυο και οι μηχανές αναζήτησεις, καθότι τώρα ξέρουμε τα πάντα, έχουμε ακόμα και φωτογραφίες του θρυλικού γάτου, και πάει κι αυτό το μυστήριο.

Πιάνουμε, το λοιπόν, και πάλι εργασία υποδομής, στέλνουμε για βρούβες τη χαρμολύπη και τα μπλουζ της, αφήνουμε τον γάμο και πάμε για πουρνάρια, αναδιευθετούμε τις θέσεις των βιβλίων στα ράφια λες και δεν είχαμε άλλη δουλειά να κάνουμε, υπακούμε στης κοιλίας τα κελεύσματα και αρχίζουμε να μαγειρεύουμε μια κλασική βισυσουάζ, και προσδοκούμε την ώρα που θα ξαναδούμε το Phoenix και θα πρωτοδούμε το Undine που μας ξέφυγε τόσο καιρό και που δεν παίρνει αναβολή το να τσιγκλιστούμε από τη ανθρώπινη καθαρότητα και την καθαρή ανθρωπιά αυτού του σκηνοθέτη — είπαμε, ναι, θητεία και δημιουργία, αλλά και εργασία υποδομής και οι δίσκοι των Procol Harum στο πικάπ, κι ένα φιλμ που χρωστάμε στον Ιβάν Στσεγκλοφ κι ένα βιβλίο που θα γράψουμε για τον Μαρκ Λάνεγκαν και μια περιπλάνηση στην Ελευσίνα που μας περιμένει κι ένα γιούχου για τη νέα γαστρονομική κρεασιόν του μικρού Φαίδωνα Νικολάου κι ένα τριαντάφυλλο στο γραφείο καθημερινώς για τον Γιόζεφ Μπόις κι ένα δάκρυ για τον Αλέξανδρο Ίσαρη.

ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: