Η τρέχουσα «απόδοση» ενός αρχιτεκτονικού έργου, σε στατική ή κινούμενη εικόνα, που ανατίθεται σε φωτογράφους, γραφίστες, και απεικονιστές, παράγεται με δηλωμένο στόχο τη δημοσιοποίηση του έργου αλλά κατά βάθος, φροντίζει κυρίως για τη διάχυση της επίσημης, συμβατικά «ορθής» πληροφόρησης. Μεταφέρει έτσι αυτούσιο το ύφος της απόλυτης και ελεγχόμενης τάξης. Της ανέγγιχτης συσκευασίας, συνειρμικά τυλιγμένης σε διαφανές φιλμ, άυλης και μοιραία, ανέγγιχτης. Οι διαθλάσεις, αντανακλάσεις, παραμορφώσεις του βάθους, και ιλιγγιώδεις αιωρήσεις οδηγούν σε υπέροχα ονειρικά τοπία αλλά όχι αναγκαστικά σε τόπους ικανούς να υποδεχτούν τη ζωή. Αυτόματα έχει έτσι επιβληθεί η τάξη του κενού, η ψευδαίσθηση του μη-χρησιμοποιούμενου. Κάτι που διεισδύει ύπουλα στις ρίζες του καθαυτό σχεδιασμού, επηρεάζοντας, μέσω απόλυτης αφαίρεσης, το πώς δηλώνονται οι χωρικές σχέσεις και πώς προβλέπεται η λειτουργική τους ιεράρχηση. Κάτι πολύ σπουδαίο είχε έτσι χαθεί μέσα από τη χαραμάδα.
Εγκώμιο Αταξίας
Πώς κανείς ξεφεύγει από μια τέτοια νομοτέλεια; Πολύ απλό: φτάνει να κοιτάξει με ειλικρίνεια γύρω του. Εκείνο που λείπει βρισκόταν πάντα μπροστά του, απαξιωμένο επειδή ανήκε στην αντι-ηρωική καθημερινότητα και επειδή απουσίαζε η υποχρέωση της σχηματοποίησης. Ήταν η ζωτικής σημασίας και ευλογημένη ακαταστασία.
Ένας χώρος σε αταξία, σε πλήρη και ανέμελη ακαταστασία, είναι ένα περιβάλλον ζωής απόλυτα προσαρμοσμένο και ταιριαστό στον χρήστη του. Ο κινητός εξοπλισμός και τα προσωπικά αντικείμενα της καθημερινότητας, σε φαινομενικά τυχαίες συνευρέσεις, δηλώνουν την ευεργετική παρουσία της προδιάθεσης του χρήστη να δημιουργήσει ένα φιλικό σε αυτόν περιβάλλον, που προσδίνει νόημα στα άψυχα συνοδευτικά της διαμονής του. Επειδή τα προσλαμβάνει ως επεκτάσεις του εαυτού του. Αυτός είναι που διαχειρίζεται κυριαρχικά ένα τέτοιο προσφιλές «χάος», καθώς το γνωρίζει μέσα-έξω, το κατανοεί και το ερμηνεύει. Του είναι με άλλα λόγια, απόλυτα οικείο. Το λέει άλλωστε και η λέξη.
Μια τέτοια κατάσταση δεν έχει βέβαια προκύψει μέσα από ηθελημένες κινήσεις ακαταστασίας και ατημελησίας, κάποιου είδους σκηνοθεσίας, που θα ήταν εξίσου κίβδηλη με την παγερά νεκρή τάξη. Ούτε μαρτυρά τη δήθεν απορρόφηση του χρήστη στον εσωτερικό του κόσμο, μαρτυρώντας την απόστασή του από τα εγκόσμια. Αντίθετα, η αταξία αυτή είναι το πρακτικό αποτέλεσμα μιας αδιάλειπτης, εντατικής διαδικασίας διαβίωσης, όπου διαπλέκονται αντικείμενα με δράση καθιστώντας τα εύχρηστα, δηλαδή βολικά.
Άρα ορισμός της αταξίας είναι η υπεύθυνη αντίληψη εκείνου που απολαμβάνει τον ρόλο του χρήστη ενός χώρου. Στο μάτι του, η αταξία μεταμορφώνεται σε μια δικής του επινόησης τάξη, δηλαδή σε έλλογο, προσωποποιημένο σύστημα αναφοράς. Αυτή η παρατήρηση έχει μεγάλη σημασία γιατί μας θυμίζει το διαφορετικό νόημα της ματιάς, ανάλογα με το ποιος είσαι, πού στέκεις και προς τα πού κοιτάς.
Ας μην απορρίψουμε όσες προσπάθειες έγιναν ως τώρα για τη γεωμετρική έκφραση της τάξης, τα συστήματα χαράξεων, αναλογιών, τις υπέροχες μελέτες προοπτικής της Αναγέννησης. Χρήσιμες είναι και διδακτικές. Όμως αποσιωπούν το προφανές: ότι η τάξη δεν είναι κάποιου είδους ηθική ή αισθητική αξία, αλλά στην πραγματικότητα χαμηλού βαθμού, και εξαιρετικά φτωχή σε νόημα, αταξία.