Το αηδόνι του χειμώνα
Από απελέκητα ξύλα τραπεζιών τριγυρισμένο
χαμογελά μες τα φυλλώματα
μ’ έναν μικρό κυματισμό σέρνει τον ρεμβασμό μας
Μια σπιθαμή η γη από τα πόδια του
κοιτάζει μες απ’ τα δάκτυλα την κίνηση στον δρόμο
Ένα βάρος λησμονημένο μεγαλώνει τον ίσκιο του
κάθε λεπτό μια φλόγα το ζαλίζει
ζωγραφίζει στο στόμα του σχήματα ατελείωτα
Αν τα κοιτάξουμε λοξοδρομούμε, παύουν τα γαβγίσματα
εξημερώνονται τα μεσάνυχτα, τα χτυπήματα πάνω στα σκαλιά
Δεν πλαγιάζουμε άλλο με τα υπάρχοντά μας
στις τονισμένες ωμοπλάτες κουβαλάμε λιόσπορους
και ζεστές ανάσες
Η ασθμαίνουσα εικόνα μιας μπαλαρίνας
με φόρεμα ακουμπισμένο σε αόρατους γοφούς
βασανισμένα χέρια σε βήματα ματωμένα
χαρίζει έναν πίδακα από χαμόγελα στον ύπνο μας