Σε αυτήν την Όπερα θα δούμε μια κάπως πιο βορειοευρωπαϊκή εκδοχή της Μήδειας. Μην την φανταστείτε πάντως με λιγότερες τσιρίδες και μαλλιοτραβήγματα. Τα ίδια και χειρότερα.
ΠΡΩΤΗ ΠΡΑΞΗ
Ο Πολιόνε είναι Ρωμαίος, ωραίος και μοιραίος. Και φυσικά το ξέρει. Ένας αμετανόητος γκομενάκιας που του αρέσουν οι μικρές και τσαχπίνες. Ο Πολιόνε είναι ανθύπατος στην Γαλατία, όταν η Ρώμη ήταν στα φόρτε της — φανταστείτε τον ανθύπατο σαν πρωθυπουργό της Ελλάδας διορισμένο κατευθείαν από τις Βρυξέλλες. Έχει βαρεθεί τη μουρμούρα της πρωθιέρειας Νόρμα, που ναι μεν ωραία και μοιραία και αυτή, αλλά μετά από δύο παιδιά που του έκανε, δεν τον ...εμπνέει πια, όπως πολύ ευγενικά το θέτει. Η Ανταλτζίζα από την άλλη, μια νεαρή ιέρεια, που κάνει την πρακτική της δίπλα στη Νόρμα, είναι σαν τα κρύα τα νερά. Μπουμπούκι διαλεχτό — και από κατηχητικό.
Αυτά αφηγείται πάνω κάτω ο Πολιόνε στον φίλο του το Φλάβιο. Πετάει κάτι κορώνες εντυπωσιακές, αλλά όταν ακούει να πλησιάζει το γαλατικό πόπολο που αναζητά την Νόρμα, τον πιάνει ένα κοψιματάκι και την κάνει με ελαφρά πηδηματάκια.
Μπαίνει λοιπόν η Νόρμα στη σκηνή και αφού κατευνάζει το πόπολο, που την έχει δει αντάρτικο ενάντια στον ρωμαίο κατακτητή, αρχίζει ένα τρισάγιο στη Θεά Παρθένα. Τραγουδάει πάρα πολύ ωραία, η αλήθεια είναι, και για μια στιγμή σταματάει το σύμπαν πάνω από τα δρυοδάση του γαλατικού βορρά. Παράλληλα βέβαια, κάνει και πολιτικές δηλώσεις προφητεύοντας, πως η Ρώμη θα πέσει από τα πολλά τα βίτσια και την ασυδοσία της και όχι από το σπαθί των Γαλατών.
[ «Casta diva»: Caballé, Patané, Orange, 1974 ]