Η προοπτική των ποιημάτων της Ασημίνας Ξηρογιάννη ανοίγεται προς τον βαθμό μηδέν του παρωχημένου ποιητικού τρόπου. Αυτό χρειάζεται βέβαια να εξηγηθεί: Ως παρωχημένος τρόπος εννοείται μία ποιητική πρακτική η οποία έλκει την καταγωγή της από το φροϋδικό μοντέλο της ερμηνείας των ονείρων. Ο Φρόυντ στρέφεται αποκλειστικά στη φόρμα και στη δομή του ονείρου, με συνέπεια να το αντιμετωπίζει ως μία εν εξελίξει διαδικασία στο πεδίο του σημαίνοντος. Το όνειρο δεν αντιπροσωπεύει μία αναπαράσταση η οποία θα επέτρεπε τη μετάφρασή της σε κάποια απωθημένη επιθυμία. Αντίθετα, ταυτίζεται με τη συνεχή επεξεργασία του από μία δημιουργική λογοκρισία η οποία μπλοκάρει τις επιθυμίες. Μετατρέπεται σε ένα κείμενο διαδοχικών παραμορφώσεων και πρισματικών διαθλάσεων, αποκλείοντας τον εντοπισμό της αφετηρίας του και του πραγματικού του νοήματος. Αναλόγως, ο παρωχημένος τρόπος είναι μία ποιητική γραφή πολυεπίπεδης μεταφορικότητας, αλλεπάλληλων συνειρμών και παραμορφώσεων, πολύεδρων συμβολισμών, ακατάπαυστων μεταλλαγών και μετατοπίσεων, η οποία εμποδίζει τη νοηματοδότηση και συνακόλουθα αποδιαρθρώνει το πεδίο της αναφοράς. Στα ποιήματα της Ασημίνας Ξηρογιάννη ασκείται μία ισχυρή τάση απομάκρυνσης από αυτή την υπερβολικά χρησιμοποιημένη πρακτική. Οι βαθμίδες των συνειρμών και των μετατοπίσεων μειώνονται στο ελάχιστο. Η υπαινικτικότητα, η οποία στο πλαίσιο του παρωχημένου ποιητικού τρόπου καταντά ταυτόσημη με την κρυπτικότητα, εδώ αποτελεί απλώς μία πλάγια εκδήλωση της κυριολεξίας. Έτσι επανεμφανίζεται διαρθρωμένο το πεδίο της αναφοράς. Σώζεται η πραγματικότητα από την οποία ξεκινά ένα ποίημα ή η πραγματικότητα στην οποία καταλήγει. Μαζί με το πεδίο της αναφοράς επιστρέφει και η στέρεη νοηματοδότηση. Οι λέξεις ανακτούν τη σημασία τους και το ποίημα συνολικά προσδιορίζεται από ένα ορισμένο νόημα.
Η Ασημίνα Ξηρογιάννη ανήκει στις ποιήτριες μίας γυναικείας γραφής διαφοροποιημένης από τον τύπο της γυναικείας γραφής ο οποίος έχει επηρεαστεί από τη ψυχανάλυση και τον μοντερνισμό. Τα ποιήματά της δεν αποσκοπούν στη ρήξη με το Συμβολικό. Αρκούνται στο να απεργάζονται με απλή γλώσσα την υπονόμευσή του, μέχρι εκείνο το όριο όπου θα καταστεί δυνατή η παρουσία της ετερότητας. Πρόκειται για το ξεδίπλωμα ενός καθαρού ύφους με το οποίο προσπαθείται η προσωρινή «αποκυριάρχηση» του κυρίαρχου λόγου. Καμία διάθεση ανατροπής, μόνο η επιθυμία της γυναίκας να μιλήσει ουσιαστικά. Αυτό το ύφος προϋποθέτει έναν συνδυασμό του αρχαϊκού λυρισμού της Σαπφούς με το αρχαίο επίγραμμα και με το χαϊκού. Τα περισσότερα ποιήματα είναι σύντομα, ενσωματώνουν οικεία σύμβολα και δρομολογούν τη μετατροπή ενός προσωπικού συμβάντος σε τόπο συνάντησης, μέσω μίας γλώσσας η οποία επιζητεί την επικοινωνία. Το ποιητικό υποκείμενο δηλώνει την έντονη παρουσία του, μόνο και μόνο για να καταργηθεί διαμοιραζόμενο. Υπάρχουν εδώ η μόνιμη και συνήθως ερωτική αποστροφή προς τον άλλο, η διαρκής προσοχή προς την ποίηση, η μητρική τρυφερότητα αλλά κυρίως υπάρχει ο λόγος που προσφέρεται ως σώμα.