Η Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ κατατάσσεται από τους γραμματολόγους στους ποιητές της δεύτερης μεταπολεμικής γενιάς, η οποία στον απόηχο των προηγηθέντων πολιτικών και κοινωνικών γεγονότων ανέπτυξε έναν εσωτερικό-υπαρξιακό ποιητικό λόγο, στρεφόμενη περισσότερο σε θέματα και προβληματισμό που απασχολούν τον άνθρωπο ως άτομο πλέον εντός του κοινωνικού περιβάλλοντος. Επέλεξα να αναφερθώ στην ποιητική της συλλογή Ωραία έρημος η σάρκα, που κυκλοφόρησε το 1996, διότι αφενός μεν είναι μια συλλογή της ποιητικής της ωριμότητας, αφετέρου δε εμπεριέχει όλους τους γνώριμους τόπους της μέχρι τότε ποίησής της με επιπρόσθετο στοιχείο πλέον την προϊούσα φθορά. Η παρακμή και η επερχόμενη φθορά, η απώλεια, λειτουργεί αντιστικτικά ως προς την ύπαρξη, την άνθηση και την παρελθούσα νεότητα καθορίζοντας πλέον τον ποιητικό της χώρο. Θα ξεκινήσω με το πρώτο ποίημα της συλλογής:
«Ωραία έρημος η σάρκα»
Θυμάμαι είχα αρχίσει ένα μακρύ ποίημα.
Έλεγα θα 'ναι ένα μακρύ ποίημα και θα λέει γι' αυτό.
Αυτό; "Ποιό αυτό".
Καθόμουνα μπροστά σ' ένα τραπέζι, φαγωμένο, ξύλινο
με σκασμένη την πράσινη μπογιά'
" Η ζωή μου το μόνο αιώνιο πια", έλεγα
όπως ροζ φύλλα από παλιά τετράδια
φύλλα της καρδιάς
ζουμερά χείλια, φωτεινά μαλλιά
σ' αστραποβόλους καθρέφτες
φεύγαν σαν σε τρένα φορτωμένα
τρένα-αστραπή.
Αυτή είναι η πρώτη ενότητα του ποιήματος «Αυτό», με το οποίο αρχίζει η συλλογή και μας εισάγει στην σύνολη θεματική της. Παρατηρούμε τη διαρκή πάλη με τη φθορά να εξελίσσεται στα χρόνια μέσω καθημερινών πράξεων και συνηθειών, που δεν είναι όμως ικανές να νικήσουν και να αναστείλουν την πορεία της. Γνώριμοι από πριν ποιητικοί τόποι της Κατερίνας Αγγελάκη-Ρουκ που επεκτείνουν πολλαπλώς το στοχασμό της γύρω από την ύπαρξη, όπως στους παρακάτω στίχους:
Η ζωή όμως έμενε
και είχε μια γεύση, μια γεύση...
Συνεχίζει στο ίδιο ποίημα για να μας προσδιορίσει το πεδίο στο οποίο συντελούνται όλα συμπληρώνοντας με τον στίχο απόφανση: "Η ζωή μου το μόνο αιώνιο πια".
Σε όλα τα ποιήματα της συλλογής φιλοσοφεί και σαρκάζει τους τρόπους της απώλειας. Διαπιστώνει ποιητικά το ανίσχυρο του ανθρώπου έναντι της φθοράς, με λέξεις καθημερινές που φορτίζονται από το βάρος του συναισθήματος και παράγουν εικόνες παρηγορητικές, όπως στους παρακάτω στίχους του ποιήματος:
Αέρας σηκώνεται
[...] "Ο αέρας σηκώνεται, πρέπει να προσπαθήσουμε να ζήσουμε..."
κι ο πατέρας μου βούτηξε στις στάχτες του ξανά.
Η πραγματικότητα αμπαρώθηκε
πίσω από το φρούριο-παρόν της
υψώνοντας τη λευκή σημαία της μονοσήμαντης ηλικίας
μέρες χαράς ξανακλείστηκαν σε λίγες σταγόνες δακρύων
ένα τίποτα άνοιξης ερχόταν με τον αέρα
ένα τίποτα έρωτα ξαφνικά μες στην κάμαρα
" ένα τίποτα" είπαμε και πέρασε η ζωή.
Η γυναίκα ως αφηγήτρια περιγράφει την απώλεια, τη ματαίωση, με τη σοφία των εμπειριών και τη βιωμένη σωματική απόλαυση, έχοντας γνώση των αλλαγών που επιφέρει ο χρόνος προτάσσοντας όμως πάντοτε ως αντίδοτο τον έρωτα.
Υπολόγιζα πως το πρόσωπό της μες στα συντηρητικά
της ερωτικής μνήμης
θα 'μενε άθικτο.
Από το ποίημα «Ο Φωτογράφος», της ενότητας Προσωποποιήσεις τέλους.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινούνται και οι παρακάτω στίχοι του ποιήματος με τον τίτλο «Όπως μπορούμε»:
Θ' αγαπηθούμε όπως μπορούμε
μες στο σκοτάδι του χρόνου
μες στο έρεβος του κορμιού
επιδεικνύοντας ο καθένας
τη δική του ευρεσιτεχνία θανάτου
χαϊδεύοντας τις παρά φύσιν έδρες του ωραίου.
Έρωτας-θάνατος καθορίζουν τη ζωή και την ποίηση. Ο έρωτας πηγή χαράς και ψευδαίσθηση αθανασίας παρέχει δύναμη ζωής, καθίσταται ο δείκτης ζωτικότητας και ο φραγμός ενάντια στη φθορά. Με την πάροδο των χρόνων ο απολογισμός είναι διδακτικός μα και λυτρωτικός.
[...] Α! κι ήταν ωραία η εποχή
που μας σκέπαζαν τα ποιήματα-σεντόνια
ενώ οι δι-στιχες καρδιές μας
είχαν πάρει για Όμηρο το κορμί
και για αναπνοή του έρωτα
το ποίημα.
Καταληκτήριοι στίχοι του ποιήματος «Οι εραστές μας ήταν κακοί ποιητές», που μας εισάγει στην ενότητα της συλλογής: Του έρωτα χωρίς μέλλον.
Όπως και οι αισιόδοξοι έμπλεει νοσταλγίας στίχοι από το ποίημα, «Όπως μπορούμε»:
σαν να ΄ταν ν' ακουστούν ξανά οι κωδωνοκρουσίες του έρωτα
απ' το κωδωνοστάσιο της νιότης.
Η παρούσα πραγματικότητα δημιουργεί ερωτήματα επαναφέροντάς μας πάντα το ερώτημα της αντιμετώπισής της. Τα πρόσωπα και οι διαδραματιζόμενες καταστάσεις, τα συναισθήματα που γεννώνται, γίνονται η αφορμή για σκέψη και ποίηση, ο αναστοχασμός οδηγεί στη λύση και στην απάντηση όλων των υπαρξιακών ερωτημάτων.
Σε όλα τα ποιήματα παρατηρούμε μια ευρύτερη σκηνοθεσία του σώματος στον χώρο σε ένα εναλλασσόμενο τοπίο, ώστε να αποδίδεται η μεταβολή και η φθαρτότητά του. Η έρημος της σάρκας στην αντιστροφή της γίνεται όαση. Περιλαμβάνει την όαση του έρωτα που το καθιστά το σώμα ποθητό και ζοωγόνο. Η άλλη όψη της πραγματικότητας, η αλήθεια που κρύβει η προφανής όψη των πραγμάτων είναι αυτή που φανερώνει η ποίηση. Χαρακτηριστικό ποίημα της συλλογής είναι «Ο Φωτογράφος». Όπως και οι στίχοι από το ποίημα «Μετά τα λουλούδια»:
Τι άδειο που είναι το σώμα
χωρίς μελλοντικούς προσδιορισμούς...
Καθώς και οι τελευταίοι στίχοι του ποιήματος «Φάνηκε και από άλλα ποιήματα»:
Το θέμα είναι ένα:
το προσωπικό σώμα
κι ο απρόσωπος χαμός του.
Η ποιήτρια αφηγείται και συνομιλεί. Τα ποιήματα είναι η καθημερινή εξομολόγησή της. Απαριθμεί σε διάφορα επίπεδα επεισόδια του βίου, βιογραφικά της νεανικής ηλικίας, γεγονότα που την καθόρισαν ως άτομο και ως ποιήτρια, αναλύοντάς τα και τονίζει με αποφθεγματικούς στίχους τα συμπεράσματά της, ξαφνιάζοντάς μας κάποιες φορές με την ανάδειξη του προφανούς ως καθοριστικού στοιχείου. Οι αποφθεγματικοί στίχοι παρεμβάλλονται αυτοτελείς και εντός εισαγωγικών και δεν τίθεται προς αμφισβήτηση η απόφανσή τους. Τους συναντάμε επίσης και εκτός εισαγωγικών ως ενδιάμεσους ποιητικών νοημάτων ή ως τελευταίους στίχους του ποιήματος να λειτουργούν ανακεφαλαιώνοντας και να τονίζουν την κύρια ιδέα. Πέραν των προηγουμένων που είδαμε στα προαναφερθέντα ποιήματα θα αναφέρω ακόμη μερικούς.
Από το ποίημα «Αυτό», ο στίχος:
"Ο θάνατος αναβάλλεται, ο τρόμος ποτέ".
Από το ποίημα: «Προμηνύονται κι ευτυχισμένες μέρες», οι στίχοι:
"Να 'μαι στη σκέψη αγνή, αγνή" παραμιλούσα
"να μη θέλω τίποτα έξω από σένα".
Επίσης από το ποίημα «Αέρας σηκώνεται», οι στίχοι:
Η πραγματικότητα αμπαρώθηκε
πίσω από το φρούριο παρόν της
υψώνοντας τη λευκή σημαία της μονοσήμαντης ηλικίας
Η Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ χρησιμοποιεί λέξεις που δημιουργούν έκπληξη μέσω των συνδυασμών τους.
Κυνηγώντας στις εσωτερικές υγρασίες
το μαγικό αμφίβιο του Λόγου
που θα μας οδηγήσει έξω από το έλος της ύπαρξης.
Έτσι μας δηλώνει στους στίχους της από το ποίημα: «Όπως μπορούμε».
Η γλώσσα των ποιημάτων της είναι η καθημερινή καθομιλουμένη που δημιουργεί απτές εικόνες στις οποίες βρίσκεται πάντα στο κέντρο τους το σώμα. Αυτό τις καθορίζει δίνοντάς τους πραγματολογική βάση. Το σώμα είναι το πεδίον όπου όλα συντελούνται, ακόμα και ο αέρας είναι σαρκικός. Με την ίδια άνεση και οικιότητα το περιγράφει σε όλες τις φάσεις της ηλικιωσής του.
σαν να πήγαινα να βρώ τον φίλο μου τον έρωτα.
μας λέει ο στίχος από το ποίημα «Μετά τα λουλούδια».
Και στο ποίημα «Ο Μύστης»:
-- αλήθεια ποιός αποθήκευσε τόσες στιγμές
κάτω απ' το φρέσκο δέρμα:--
Τον βιωμένο χρόνο ο αναγνώστης τον προσλαμβάνει ποιητικά μέσω κοινών εικόνων και εμπειριών, αναγνωρίζοντας και βρίσκοντας αντιστοιχίες στα δικά του βιώματα. Αν και μερικές φορές ο ποιητικός της λόγος γίνεται δυσνόητος και κρυπτικός πάντοτε ύπάρχει η γήινη εικόνα ή η καθημερινή λέξη που θα τον ξεκλειδώσει βοηθώντας στην πρόσληψή του. Παραδείγματα όλων αυτών διαπιστώνουμε στους στίχους:
Σιωπή ν' ακολουθεί
όπως σερνάμενη η ουρά
ζώου νηστικού.
Από το ποίημα: «Το σχέδιο».
η μετρημένη απεραντοσύνη της μουσκεμένης γης
παρέχει τη σιωπηλή συναίνεση των όντων
στο θάνατο.
Από το ποίημα «Η πεδιάδα».
πλημμύρισα από κάτι σαν "τη ζωή μου
δεν τη θέλω γιατί το παρελθόν μου είναι φαντασία
και το μέλλον φάντασμα".
Από το ποίημα «Μετά τα λουλούδια».
Η υπαρξιακή αγωνία πηγάζει από τις λογής καθημερινές ματαιώσεις όπως είδαμε, τον δύσκολο πλέον έρωτα, τη μοναξιά εντός του πολύβουου πλήθους, από την αποδοχή αρκετών συμβάσεων που καθόρισαν την μέχρι τώρα πορεία του βίου και τώρα στον παρόντα χρόνο αντιστικτικά όλα αυτά επανέρχονται για να θυμίζουν και να λυτρώνουν.
Αργότερα μόνο, όταν τ' αμπάρι
αρχίζει ν' αδειάζει από ζωή
και να γιομίζει ανασφάλεια
Από το ποίημα «Ο Μύστης».
Το κακό δεν είναι η σκόνη ζωή μου
και το σκοτάδι που αρχίζω να αντιγράφω
Από το ποίημα «Ερωτευμένο ερπετό». Και ως συνέχεια από το ίδιο:
αλλά είναι
που τολμώ ο πεπτωκώς οργανισμός εγώ
να ονειρευτώ πως έχω ποδαράκια και φτερά
στον αέρα πως κάνω βόλτες και στροφές
κι ανοίγματα δροσιάς που βρίσκονται στο μέλλον.
Η Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ δημιουργεί τη δική της προσωπική μυθολογία με τα στιγμιότυπα της ζωής να προσλαμβάνουν μυθικό χρακτήρα ως γενικά και απρόσωπα συμβάντα. Μέσω των αντιστοιχιών προσωπικού-γενικού και λόγου-εικόνας, αποστασιοποιημένα πλέον από αυτήν αποτελούν την πρώτη ύλη των ποιημάτων της. Αυτός ο τρόπος την προφυλάσσει από την αυτοαναφορικότητα και τον ημερολογιακό χαρακτήρα στην ποίησή της. Τους δίνει τον χαρακτήρα του βιωμένου και κατασταλαγμένου λόγου, με την αδιάσειστη αλήθειά των να προβάλλει ως τετελεσμένο πλέον γεγονός.
Εσείς ίσως ξέρετε
γιατί εγώ δεν ξέρω πώς πλάστηκα
από πού έρχονται τόσα δάκρυα
που εσείς με τόση φυσικότητα περιγράφετε
διερωτάται στο ποίημα «Τα γράμματα».
Ο χρόνος που μεσολαβεί από την εμπειρία μέχρι την καταγραφή της θα μπορούσαμε να τον ορίσουμε ως χρόνο συμφιλίωσης. Η αντίθεση της εικόνας πρότερου νεανικού και παρόντος σώματος λειτουργεί ως οικίωση του γήρατος και του επερχόμενου τέλους. Η ποιήτρια περιγράφει συλλέγοντας εικόνες για να δημιουργήσει τις δικές τις αυτές που θα τη συντροφέψουν στην διαδρομή μέχρι το τέλος του βίου. Απολογούμενη με όλη την κερδισμένη γνώση μας λέει φιλοσοφώντας στο ποίημα «Σαν μια σκιά χειμερινή»:
πριν από το εγώ μια σκιά χωρίς καθρέφτη.
Η ελλείπουσα ύπαρξη, το ελλείπον σώμα στο πριν της αρχής και στο μετά του τέλους. Η ενδιάμεση κατάσταση ως ζωή που πασχίζει να αφήσει το αποτύπωμα της ύπαρξής της.
Στο τελευταίο ποίημα της συλλογής με τον τίτλο «Παγοδρομίες ψυχής» καταλήγει αφήνοντάς μας μια αισιόδοξη προοπτική:
Μέσα μου μια επιφάνεια γλιστερή
και πάνω της παγοδρομεί η ψυχή μου.
[...]
οι πάγοι λιώνουν στον καύσωνα της φαντασίας
και βρέχει στη ζωή μου πρασινάδα.
Η Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ διέτρεξε τον βίο αφήνοντάς μας προς ανάγνωση πολυσήμαντο ποιητικό έργο. Κοινοί τόποι και ποιητικοί τρόποι με αυτήν, υπάρχουν στις προηγούμενες και στις τέσσερις συλλογές που επακολούθησαν συνιστώντας το ενιαίο της ποίησής της. Μένει να αναγνωσθεί και να μελετηθεί όλο αυτό το έργο.