Αλλά δεν έγραψα εγώ το βιβλίο, και η ιστορία του Έντουαρντ Χαντ, με βαμπίρ ή όχι, δεν τελείωσε εκεί. Οι καταχωρήσεις στο ημερολόγιο του γίνονται κλιμακωτά λακωνικές. Δεν μοιάζουν τόσο με καταγραφές γεγονότων, όσο με ασκήσεις μαγικού ρεαλισμού. Βγαίνει από την έπαυλη του τόσο σπάνια που οι ντόπιοι ανησυχούν για την υγεία του, και κάθε φορά που τον βλέπουν στο χωριό επιβεβαιώνει τις ανησυχίες τους, δείχνοντας όλο και πιο ασθενικός. Σε ένα περιστατικό που αναφέρεται σε τοπική εφημερίδα, ο πάτερ Μιχάλης επισκέφτηκε την έπαυλη για να του δώσει τρόφιμα, αλλά δεν ήταν μέσα. Σύμφωνα με τη μαρτυρία του ιερέα, είδε τον ποιητή να περιφέρεται γυμνός στην ερημιά. Αναμενόμενα, οι σχέσεις του Χαντ με την κοινότητα διακόπηκαν απότομα. Δεν υπάρχουν, συνεπώς, άλλες πηγές πληροφοριών που μπορούν να ρίξουν έστω και λίγο φως στο τι ακριβώς συνέβη μετά, εκτός από το ημερολόγιο.
29 Οκτωβρίου 1890
Πάνω από τρεις εβδομάδες έχουν περάσει. Δεν έχω ακούσει ξανά τη μουσική, ούτε έχω δει τη γυναίκα. Βροχή. Μόνο βροχή.
7 Νοεμβρίου 1890
Την ακολούθησα μέσα στους θάμνους. Η μεταξένια φωνή της αντηχούσε σε χίλιους αόρατους καθρέφτες, πλήθαινε μέχρι που ήταν ολόκληρη χορωδία. Και ορισμένες νότες χτυπούσαν πάνω στους καθρέφτες ξανά, και επέστρεφαν από την άλλη πλευρά, άλλες με τη μορφή του βιολιού και του πιάνου, και άλλες [δυσανάγνωστο]. Ακολούθησα τη φωνή της, και τη μυρωδιά της βροχής που πότιζε τους θάμνους.
12 Νοεμβρίου 1890
Ήρθε στην έπαυλη χθες το βράδυ. Αθόρυβα, μπήκε στο γραφείο μου, ενώ εγώ πάσχιζα να γράψω. Στο Λονδίνο δεν είχα ποτέ παρόμοιο πρόβλημα, αλλά εδώ κάποιες ημέρες είμαι ανίκανος να γράψω ακόμα και το όνομα μου. Η καρδιά μου σταμάτησε να χτυπά μόλις πρόσεξα την παρουσία της. Είχε βίαιους ανέμους από το απόγευμα, και είχα κλειδώσει όλα τα παράθυρα. Με αργά, αιθέρια βήματα με πλησίασε, και φαντάζομαι ότι κάθε άνδρας θα εντυπωσιαζόταν από την απόκοσμη ομορφιά της, αλλά εγώ κοιτούσα μόνο τα μάτια της. Έμοιαζαν με λύκου, με ζύγιζαν, και μέχρι να βγάλουν την ετυμηγορία τους βρέθηκα ανίκανος να σηκωθώ απ’ την καρέκλα μου. Δεν τραγούδησε αυτή τη φορά, μόνο μίλησε.
Είναι στιγμή να αναφέρουμε το γεγονός ότι το τέλος της ιστορίας του Έντουαρντ Χαντ είναι τραγικό. Μερικές εβδομάδες μετά από αυτή την καταχώρηση στο ημερολόγιο του (αρκετές σελίδες είναι σκισμένες) θα εξαφανιζόταν χωρίς ίχνη. Οι ντόπιοι άνοιξαν με λοστούς την πόρτα της έπαυλης στις αρχές του Ιανουάριου του 1891, καθώς είχαν περάσει περίπου δύο μήνες από την τελευταία φορά που τον είχε δει κανείς να προμηθεύεται τρόφιμα. Η έπαυλη ήταν άδεια, και υπέθεσαν ότι είχε επιστρέψει με κάποιον τρόπο στο Λονδίνο. Αλλά δεν συνέβη ποτέ κάτι τέτοιο. Τον Φεβρουάριο, η οικογένειά του θα επικοινωνούσε με τις τοπικές αρχές, καθώς είχαν σταματήσει να λαμβάνουν γράμματά του από τον Σεπτέμβριο. Οι σχέσεις του μαζί τους δεν ήταν και οι καλύτερες, και υποθέτω ότι η απόφαση του να μετακομίσει σε ένα μικρό νησί του Αιγαίου δεν βοήθησε να βελτιωθούν, επομένως άργησαν να αντιληφθούν ότι κάτι είχε συμβεί. Όλες οι έρευνες να βρεθεί η σωρός του απέτυχαν, και η κοινώς αποδεκτή θεωρία (που αναφέρει και η κυρία Δαμασκηνού στο βιβλίο της) είναι ότι έπεσε στα βράχια, και τα κύματα παρέσυραν το σώμα του.
Θεωρώ τον εαυτό μου ορθολογιστή. Αν δεν ήμουν, θα έγραφα βιβλία αντί να τα σχολιάζω. Αν δεν ήταν ξεκάθαρο μέχρι τώρα, δεν πιστεύω ότι υπήρξε ποτέ μια μυστηριώδης γυναίκα που έκανε νυχτερινές επισκέψεις στον ποιητή και όταν τραγουδούσε ακουγόταν σαν ορχήστρα. Πιστεύω ότι ο Χαντ είχε αρχίσει να χάνει τα λογικά του, εξαιτίας της απομόνωσης ή κάποιας ασθένειας που δεν διαγνώστηκε εγκαίρως, και η θάλασσα τον κατάπιε σε μια από τις νυχτερινές εξόδους του. Πρέπει να παραδεχτώ, όμως, ότι ακόμα και ο δικός μου ρεαλισμός δεν αρκεί για να πω ότι η τελευταία του καταχώρηση στο ημερολόγιο δεν μου ασκεί μια μακάβρια γοητεία.
Νοεμβρίου 1890
Ζήτησες ένα ποίημα, όπως μέσα στη μεγαλομανία μου αποκαλώ τον εαυτό μου ποιητή. Πάρε αυτά τα λόγια και αποκάλεσε τα ποίηση, αν σ’ ικανοποιεί. Ένωσε τα χέρια με τους ανεμοποιούς αδερφούς σου και χόρεψε, βασίλισσα μου. Χόρεψε, χόρεψε, χόρεψε. [δυσανάγνωστο]. Πριν πέσει η τελευταία σταγόνα της βροχής, δεν θα έχει απομείνει τίποτα σε όλο τον κόσμο.
Λίγο έξω από τις Τρεις Μπούκες, είναι στημένος ένας συμβολικός τάφος. Πάνω από έναν αιώνα αργότερα, αυτός ο τάφος, μερικά ποιήματα και ένα βιβλίο που ακροβατεί ανάμεσα στον βικτωριανό τρόμο και το ρομάντσο αεροδρομίου, συνθέτουν την κληρονομιά του Έντουαρντ Χαντ. Αν αυτή η κριτική, και το εννοώ αυτό με την πιο ευρεία δυνατή έννοια, σας έχει πείσει να διαβάσετε τη Βασίλισσα της Βροχής, σταματήστε εδώ. Ο κύριος Κουίν ευτυχώς δεν διαπράττει το ύψιστο λογοτεχνικό έγκλημα, και δεν περιγράφει τον θάνατο του ποιητή. Σχεδόν επανορθώνει έτσι, θα έλεγα, για τα ερωτικά υπονοούμενα του βιβλίου. Θα ήθελα να κλείσω με αυτό εδώ το απόσπασμα, τις τελευταίες γραμμές της Βασίλισσας της Βροχής: