Morto durante una passeggiata


Περ­πα­τού­σα στο Μο­να­στη­ρά­κι όταν ξαφ­νι­κά με πλη­σί­α­σε ένας άντρας γύ­ρω στα σα­ρά­ντα με στρα­τιω­τι­κή πε­ρι­βο­λή. Φο­ρού­σε μαύ­ρα γυα­λιά και στο σα­κά­κι του εί­χε καρ­φι­τσω­μέ­να κα­μιά ει­κο­σα­ριά πο­λύ­χρω­μα πα­ρά­ση­μα και μια κο­κάρ­δα που έγρα­φε: «Ο τε­λευ­ταί­ος Χρι­στια­νός πέ­θα­νε στον σταυ­ρό επά­νω». «Εσύ με ποιους εί­σαι;» με ρώ­τη­σε. «Τι εν­νο­είς;» του εί­πα. «Εί­σαι με εμάς ή τους άλ­λους;» εί­πε. «Ποιοι εί­σα­στε εσείς;» εί­πα. «Οι εχθροί των άλ­λων», εί­πε. «Δεν ήξε­ρα ότι γί­νε­ται πό­λε­μος», εί­πα. «Απο­φεύ­γεις την απά­ντη­ση», εί­πε. «Μα εγώ εί­μαι υπέρ της ει­ρή­νης», εί­πα. «‘Τυ­πι­κή θέ­ση του ητ­το­πα­θού­ς’», εί­πε. «Κλά­ου­ζε­βιτς». «Ποιος;» εί­πα. «‘Πε­ρί πο­λέ­μου’», εί­πε. «Μα δεν αντέ­χω το αί­μα», εί­πα. «‘Η ζωή εί­ναι μια διαρ­κής μά­χη’», εί­πε. «Δεν κα­τα­λα­βαί­νω», εί­πα. «’Στο τέ­λος θα επι­κρα­τή­σει ο Übermensch’», εί­πε. «Ο Übermensch;», εί­πα. «Νί­τσε!» εί­πε. «Τά­δε έφη Ζα­ρα­τού­στρα». «Τι υπο­στη­ρί­ζε­τε εσείς;» «Να γί­νουν όλα τα γη­ρο­κο­μεία γυ­μνα­στή­ρια», εί­πε. «Και οι άλ­λοι;» εί­πα. «Να γί­νουν όλα τα γη­ρο­κο­μεία κα­ζί­να», εί­πε. «Δεν βλέ­πω και με­γά­λη δια­φο­ρά», εί­πα. «Τι θ’ απο­γί­νουν οι γέ­ροι;» «Οι γέ­ροι εί­ναι πα­ρά­πλευ­ρη απώ­λεια», εί­πε. «Άλ­λο εί­ναι το φλέ­γον ζή­τη­μα». «Τα κα­ζί­να;» εί­πα. «‘Αυ­τοί που δεν μπο­ρούν να αντι­με­τω­πί­σουν τον κίν­δυ­νο με αν­δρεία γί­νο­νται δού­λοι αυ­τών που επι­τί­θε­νται’», εί­πε. «Δη­λα­δή;» εί­πα. «Αρι­στο­τέ­λης», εί­πε. «Ηθι­κά Νι­κο­μά­χεια». «Κιν­δυ­νεύω;» εί­πα. «Γυ­μνά­ζε­σαι;» εί­πε. «Όχι», εί­πα. «Ού­τε δέ­κα κάμ­ψεις τη μέ­ρα», εί­πε. «Δυ­στυ­χώς», εί­πα. «Τό­τε δεν μπο­ρώ να σε σώ­σω», εί­πε. «Τι πρέ­πει να κά­νω;» εί­πα. «Τί­πο­τα», εί­πε. «Εί­σαι ένας νε­κρός που έχει βγει πε­ρί­πα­το». «Ποιος το λέ­ει αυ­τό;». «Εγώ», εί­πε.

ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: