Στις 3 του Νοέμβρη ξημερώματα χάθηκε ο Μιχάλης Πιερής [1952-2021]. Λίγες ώρες πριν είχα δεχτεί το τηλεφώνημα του. Μιλήσαμε αρκετή ώρα, όπως κάναμε πάντοτε στις συναντήσεις μας, είτε δια ζώσης είτε τηλεφωνικές. Άλλωστε μας έδενε μια πολύτιμη φιλία σαράντα χρόνων εκτίμησης και εμπιστοσύνης. Γνωριστήκαμε το 1981 στην Αθήνα όπου είχε έρθει ο Μιχάλης για έρευνα στο Αρχείο Καβάφη, επιστρέφοντας από το Σίδνεϋ. Και καθώς είμασταν σχεδόν συνομήλικοι —ήταν τρία χρόνια γηραιότερός μου—, «είχαμε μια παράλληλη τροχιά και μια παρόμοια αθηναϊκή πνευματική εμπειρία, γνωρίζοντας ίδιους ανθρώπους των τεχνών και των γραμμάτων και δημοσιεύοντας στα ίδια λογοτεχνικά έντυπα».
Εκείνο λοιπόν το απόγευμα προς βράδι της 2ας Νοεμβρίου διέκρινα στον τόνο της φωνής του την κατά φύση χαρά για το ταξίδι που σχεδίαζε στην Ιταλία με αφορμή το συνέδριο για τον Dante Alighieri. Συγκεκριμένα θα μιλούσε στις 20 Νοεμβρίου στη Ραβέννα ως συνέχεια του Διεθνούς Συνεδρίου «Ο Δάντης στα “Νερά της Κύπρου”» (Σεπτέμβρης 27-28), με το οποίο το Πανεπιστήμιο Κύπρου συμμετείχε στον διεθνή κύκλο εκδηλώσεων για τα 700 χρόνια από τον θάνατο του μεγάλου Ιταλού ποιητή.
Σε αυτό ακριβώς το συνέδριο ο Μιχάλης Πιερής έκανε και την τελευταία του δημόσια ανακοίνωση. Αφορούσε στο έργο του ποιητή, λόγιου και αγωνιστή κατά της αποικιοκρατίας Χριστόδουλου Γαλατόπουλου «Παγκόσμιον Άσμα – Προμηθέας Δεσμώτης», η δραματοποίηση του οποίου παρουσιάστηκε —στο πολιτιστικό μέρος του συνεδρίου— από το ΘΕΠΑΚ σε σκηνοθεσία του.
Πρόκειται για μία ακόμη σημαντική μελέτη-ανακοίνωση του Μιχάλη Πιερή, στην οποία διατύπωνε τις επιρροές του Κύπριου λόγιου από τον Φλωρεντινό ποιητή, ενώ παράλληλα χαρτογραφούσε κάποια κοινά τους βιογραφικά στοιχεία: σύγκρουση με την εξουσία, φυλάκιση και συγγραφή του έργου τους σε ανάλογες συνθήκες — στην εξορία ο Δάντης, στη φυλακή ο Γαλατόπουλος.
Ο Μιχάλης Πιερής υπήρξε ανήσυχο πνεύμα των γραμμάτων και των τεχνών. Ήταν από τους πρωτοστάτες της ίδρυσης της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Κύπρου, του Σχολείου Ελληνικής γλώσσας, του Πολιτιστικού Κέντρου του Πανεπιστημίου Κύπρου καθώς και πρωτεργάτης στο σχηματισμό του "Θεατρικού Εργαστηρίου του Πανεπιστημίου Κύπρου" (ΘΕΠΑΚ). Διασκεύασε θεατρικά τόσο το μεσαιωνικό «Χρονικό της Κύπρου» του Λεοντίου Μαχαιρά», όσο και τον «Ερωτόκριτο» του Βιτσέντζου Κορνάρου, ενώ ανέβασε στη σκηνή τη «Λυσιστράτη», σε μετάφραση Κώστα Μόντη.
Ο Μιχάλης Πιερής είχε το μέγα χάρισμα όχι μόνο να μελετά συστηματικά και διεξοδικά αλλά και να ερμηνεύει με τρόπο καινοτομικό μεσαιωνικά και νεωτερικά κείμενα, αποδίδοντάς τους αφενός λογοτεχνική αξία, αφετέρου ιστορική σημασία με στόχο την εμβάθυνση της αυτογνωσίας και αυτοσυνείδησης. Θεωρούσε, για παράδειγμα, πως το έργο του Γαλατόπουλου είναι ανάλογο και εν πολλοίς «ποιοτικά ισότιμο προς αντίστοιχα έργα με τα οποία έχουν πλουτίσει τη νεοελληνική γραμματεία ο Άγγελος Σικελιανός και ο Νίκος Καζαντζάκης».
Ομολογώ πως πάντοτε θαύμαζα τον δεινό ερμηνευτικό/φιλολογικό λόγο του Πιερή όταν μεθοδολογικά αποδομούσε τις βραχύβιες κοινοτυπίες μελετητών όσο και κάθε συμβατική προσέγγιση, θέση η/και πεποίθηση αναλυτών της κρητικής, φερ` ειπείν, λογοτεχνίας. Σε αυτό το πλαίσιο η πολυθεματική του μονογραφία για τον «Ερωτόκριτο» αποκαλύπτει έναν ολόκληρο κόσμο. Έγγραφα πριν από μήνες, συγκεκριμένα στον Χάρτη (τ. 29, Μάιος 2021):
«Η μεγάλη συμβολή του Πιερή στη διεθνή και εγχώρια βιβλιογραφία δεν είναι μόνο οι νέοι προβληματισμοί ή, ακόμα, η μεθοδολογική του προσέγγιση και ο συνακόλουθος προβληματισμός με επίκεντρο πάντοτε το κοινωνικό και ιστορικό γίγνεσθαι. Είναι, κυρίως, ότι η μονογραφία του αποκαλύπτει και διατυπώνει το προθεσιακό νόημα του Κορνάρου. Ήτοι, την «υπερτοπική» ιδεολογία του «Ερωτόκριτου» μέσω της οποίας ο Κορνάρος έχει «κύριο στόχο να πλήξει το παραδοσιακό κέντρο του μεσαιωνικού ελληνισμού, το Βυζάντιο, το γόητρο του οποίου υπονομεύει πολλαπλώς». Για τον Πιερή, ο Κορνάρος —μετά την πτώση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και την έκλειψη ισχύος της Βενετίας— αισθάνεται την αγωνία του νέου ελληνισμού που αναζητά μια νέα ενότητα είτε σε επίπεδο γλώσσας είτε στο πεδίο της πολιτικής οντότητας και ταυτότητας».
Όλα αυτά τα χρόνια ο Μιχάλης Πιερής πέτυχε κάτι μοναδικό – δημιούργησε ένα πρωτότυπο θεωρητικό υπόδειγμα ερμηνευτικής κειμένων, μέσα από το οποίο αναδύονται ρωμαλέες θέσεις και σημαντικές εκδοχές. Δεν είναι δε τυχαίο πως το εν λόγω υπόδειγμα είχε ευρύτερη απήχηση και αναγνώριση διεθνώς. Συν τοις άλλοις, η καινοτομία των θεωρητικών του θέσεων αναδεικνύει, μεταξύ άλλων, και την αξία των βασικών σταδίων της επιστημονικής προσέγγισης και μεθοδολογίας που υιοθετεί για την ερμηνεία του πολύπλοκου λογοτεχνικού συστήματος.
Τέλος, δεν θα μπορούσα να μην αναφερθώ στον ποιητή Μιχάλη Πιερή, η ποιητική του οποίου αποτελεί ένα ανάγλυφο του φιλοσοφικού λογισμού αλλά και της κοινωνικής-ιστορικής του αντίληψης. Η λόγος του εμπεριέχει την ποιητική σχέση με τον χώρο, όπως ο ίδιος τον βιώνει στη μεταφυσική και φυσική του υπόσταση. Η ποιητική του βρίσκεται βαθιά ριζωμένη στη μέθεξη του ανθρώπινου ψυχισμού με τις οντολογικές περιπέτειες της γλώσσας και της εικόνας, με το λέγειν του λόγου. Παράδειγμα το ποίημα «Στα πιο μεγάλα ξένα»
Όχι! Δεν θα συρθείς στα πόδια μου
κι ούτε η πατρίδα κι η θρησκεία
μήτε κι η γλώσσα μου θα σε τραβήξουν
σκλάβα. Δεν θα περάσεις απʼ τη μια σκλαβιά
στην άλλη. Εξόριστοι θα μείνουμε
στην άλλη γλώσσα. Εκεί που σε συνάντησα.
Με παιδεία πολυπρισματική, ο Μιχάλης Πιερής άφησε σπουδαίο και διαχρονικού χαρακτήρα έργο για τις επόμενες γενιές. Με γραφή ιδιαίτερη, ειλικρινή και περίτεχνη, αναδημιούργησε τον λόγο του ελληνισμού. Άνθρωπος ζεστός και γενναιόδωρος προς τους νέους, επανάφερε στην εποχή μας κάποια σημαντικά έργα του ελληνισμού, καθιστώντας τα —με τον αναστοχασμό και τη σκηνοθεσία του— οιονεί σύγχρονα.
Θα μας λείψει ο Μιχάλης αλλά θα τον θυμόμαστε πάντα.