Μιλώ στους χάρτες: Αμπντουλραζάκ Γκούρνα

Μιλώ στους χάρτες: Αμπντουλραζάκ Γκούρνα



Η έκ­πλη­ξη ξέ­νων συγ­γρα­φέ­ων όταν πλη­ρο­φο­ρού­νται για βρα­βεύ­σεις τους συ­γκρί­νε­ται μό­νο με την έκ­πλη­ξη των δι­κών μας όταν μα­θαί­νουν ότι δεν έχουν βρα­βευ­τεί. Το ποιοι εί­ναι δι­κοί μας και ποιοι εί­ναι ξέ­νοι βε­βαί­ως μπο­ρεί να δια­φέ­ρει κά­θε φο­ρά. Εκεί­νο που πα­ρα­μέ­νει στα­θε­ρό εί­ναι ότι μία κοι­νό­τη­τα συ­νι­στούν όλοι οι έκ­πλη­κτοι. Όμως το πλήγ­μα μιας ανα­γνώ­ρι­σης που έλει­πε υπε­ρι­σχύ­ει της πλή­ξης μιας ανα­γνω­ρι­σμέ­νης έλ­λει­ψης, όπως διαρ­κώς δια­πι­στώ­νουν τα ΜΜΕ (Μέ­σα Μα­ζι­κής Εξη­μέ­ρω­σης), θη­ρίο ενή­με­ρο κα­θι­στώ­ντας κά­θε ανα­γνώ­στη.

Ο πε­ζο­γρά­φος και συ­ντα­ξιο­δο­τη­μέ­νος πα­νε­πι­στη­μια­κός Αμπ­ντουλ­ρα­ζάκ Γκούρ­να (Abdulrazak Gurnah) βρι­σκό­ταν στην κου­ζί­να του στο Μπράι­τον της Αγ­γλί­ας, όταν πλη­ρο­φο­ρή­θη­κε ότι θα γι­νό­ταν ο 118ος απο­δέ­κτης (με μό­νο 16 γυ­ναί­κες με­τα­ξύ αυ­τών), από το 1901, του πιο εκρη­κτι­κού βρα­βεί­ου λο­γο­τε­χνί­ας. «Νό­μι­σα ότι επρό­κει­το για φάρ­σα», εί­πε. «Δεν το εί­χα σκε­φτεί. Απλώς ανα­ρω­τιό­μουν ποιος θα το πά­ρει». Το 1986 ήταν η τε­λευ­ταία φο­ρά που το Νο­μπέλ Λο­γο­τε­χνί­ας εί­χε δο­θεί σε Μαύ­ρο Αφρι­κα­νό συγ­γρα­φέα, στον Ουό­λε Σο­γίν­κα (Wole Soyinka), ενώ το 1993 εί­χε απο­νε­μη­θεί στην Αφρο-Αμε­ρι­κα­νί­δα πε­ζο­γρά­φο Τό­νι Μό­ρι­σον (Toni Morrison).
Στην ασυμ­βί­βα­στη και συ­μπο­νε­τι­κή διεισ­δυ­τι­κό­τη­τα του βρα­βευό­με­νου, σε σχέ­ση με τις επι­πτώ­σεις της αποι­κιο­κρα­τί­ας και τη μοί­ρα του πρό­σφυ­γα στο χά­σμα με­τα­ξύ πο­λι­τι­σμών και ηπεί­ρων, ανα­φέρ­θη­κε εκ­πρό­σω­πος της Σου­η­δι­κής Ακα­δη­μί­ας. «Για εκα­τομ­μύ­ρια αν­θρώ­πους, τον άκου­γε να λέ­ει με εκεί­νη την τρε­μά­με­νη έντα­σή του, η με­τα­κί­νη­ση απο­τε­λεί μια στιγ­μή κα­τα­στρο­φής και απο­τυ­χί­ας, μια ήτ­τα που εί­ναι πια ανα­πό­τρε­πτη, μια απελ­πι­σμέ­νη φυ­γή, πη­γαί­νο­ντας από το κα­κό στο χει­ρό­τε­ρο, από το να έχεις στέ­γη στο να γί­νε­σαι άστε­γος, από το να εί­σαι πο­λί­της στο να γί­νε­σαι πρό­σφυ­γας, από μια υπο­φερ­τή ή ακό­μη και ευ­χά­ρι­στη ζωή στον άθλιο τρό­μο», συ­νο­ψί­ζει ένας από τους χα­ρα­κτή­ρες στο βι­βλίο Το τε­λευ­ταίο δώ­ρο (The Last Gift, 2011) του Αμπ­ντουλ­ρα­ζάκ Γκούρ­να.

Τα δέ­κα μυ­θι­στο­ρή­μα­τά του πε­ρι­λαμ­βά­νουν, πρώ­το, την Ανά­μνη­ση ανα­χώ­ρη­σης (Memory of Departure, 1987), ενώ ακο­λου­θούν Δρό­μος των προ­σκυ­νη­τών (Pilgrims Way, 1988), Ντό­τι (Dottie, 1990), Πα­ρά­δει­σος (Paradise, 1994, βρα­χύς κα­τά­λο­γος βρα­βεί­ων Booker και Whitbread), Θαυ­μά­ζο­ντας τη σιω­πή (Admiring Silence, 1996), Δί­πλα στη θά­λασ­σα (By the Sea, 2001, μα­κρύς και βρα­χύς κα­τά­λο­γος αντι­στοί­χως βρα­βεί­ων Booker και Los Angeles Times), Λι­πο­τα­ξία (Desertion, 2005), Καρ­διά χα­λί­κι (Gravel Heart, 2017) και Ζω­ές με­τά θά­να­τον (Afterlives, 2020). Έχει επί­σης δη­μο­σιεύ­σει δι­η­γή­μα­τα. Πα­λαιό­τε­ρα, όταν ρω­τή­θη­κε ποιο βι­βλίο του θα συ­νι­στού­σε, εί­χε απα­ντή­σει ότι τα πε­ρισ­σό­τε­ρα μάλ­λον ήταν εξα­ντλη­μέ­να. Κα­νείς δεν εί­χε προ­σέ­ξει τον με­γά­λο αυ­τόν Αφρι­κα­νό συγ­γρα­φέα, δή­λω­σε Αγ­γλί­δα επι­με­λή­τρια των βι­βλί­ων του που, χω­ρίς να πα­ρα­λεί­ψει να ανα­φερ­θεί στο χιού­μορ του, τον συ­νέ­κρι­νε με τον Νι­γη­ρια­νό Τσι­νούα Ατσέ­μπε (Chinua Achebe).

Το έρ­γο του δεν έχει (ακό­μη) με­τα­φρα­στεί στη γλώσ­σα μας. Όμως ού­τε στη δι­κή του, αφού, πριν κα­τα­φύ­γει στη Βρε­τα­νία, μι­λού­σε σουα­χί­λι, την κοι­νή αυ­τή γλώσ­σα των ακτών της ανα­το­λι­κής Αφρι­κής κυ­ρί­ως. Συ­χνά τον έχουν ρω­τή­σει για­τί γρά­φει στα αγ­γλι­κά. Πρό­κει­ται για μία γλώσ­σα, έχει πει, που εί­ναι βρε­τα­νι­κή επι­νό­η­ση, όπως το κρί­κετ, αλ­λά τώ­ρα παι­χνί­δι που ανή­κει σε όλους – και ορι­σμέ­νες φο­ρές παί­ζε­ται κα­λύ­τε­ρα από ξέ­νους. Με­τά τη βρά­βευ­σή του, διεκ­δι­κεί­ται ως δι­κός τους συγ­γρα­φέ­ας από την Ταν­ζα­νία, όπου ορι­σμέ­νοι θρη­νούν το γε­γο­νός ότι η χώ­ρα δεν ανα­γνω­ρί­ζει δι­πλή υπη­κο­ό­τη­τα.


Eδώ­δι­μα & με­τα­ποι­κια­κά

«Εί­μαι από τη Ζαν­ζι­βά­ρη», απα­ντά, όταν τον ρω­τούν από πού εί­ναι. Έχο­ντας γεν­νη­θεί το 1948 σε ένα από τα νη­σιά του τό­τε σουλ­τα­νά­του, που υπήρ­ξε κο­σμο­πο­λί­τι­κο εμπο­ρι­κό κέ­ντρο, με επι­δό­σεις μά­λι­στα στο δου­λε­μπό­ριο, στην ιν­δο­στρε­φή πλευ­ρά της Αφρι­κής, άφη­σε την οι­κο­γέ­νειά του και κα­τέ­φυ­γε φοι­τη­τής στην Αγ­γλία με­τά την επα­νά­στα­ση του 1964, που στρά­φη­κε ενα­ντί­ον μιας το­πι­κής ελίτ αρα­βι­κής κα­τα­γω­γής. Στην Ταν­ζα­νία προ­σαρ­τή­θη­κε αρ­γό­τε­ρα η Ζαν­ζι­βά­ρη, όπου, εκτός από έναν, έχουν γεν­νη­θεί όλοι οι πρω­τα­γω­νι­στές στα μυ­θι­στο­ρή­μα­τα του Αμπ­ντουλ­ρα­ζάκ Γκούρ­να. «Στο μυα­λό μου ζω εκεί», έχει πει.
Η ει­κό­να που εί­χε για τη Βρε­τα­νία ήταν μιας χώ­ρας γε­μά­της ευ­γέ­νεια. Δεν πε­ρί­με­να κα­θό­λου την εχθρό­τη­τα που συ­νά­ντη­σα, έχει εξο­μο­λο­γη­θεί. Άσχη­μα λό­για, άσχη­μες μα­τιές, αγέ­νεια. Η Βρε­τα­νία της επο­χής εκεί­νης ήταν τό­σο λευ­κή που κά­ποιες φο­ρές, φευ­γα­λέα βλέ­πο­ντας τον εαυ­τό του σε μια βι­τρί­να, για μια στιγ­μή ανα­ρω­τιό­ταν ποιος ήταν. Τι έκα­νε; «Διά­βα­ζα και διά­βα­ζα και διά­βα­ζα». Αγ­γλι­κή λο­γο­τε­χνία. Ενώ έγρα­φε τη δια­τρι­βή του, κρα­τού­σε προ­σω­πι­κές ση­μειώ­σεις που με­τα­σχη­μα­τί­στη­καν στο πρώ­το του μυ­θι­στό­ρη­μα. Το ακα­δη­μαϊ­κό του έρ­γο πε­ρι­λαμ­βά­νει Δο­κί­μια για την αφρι­κα­νι­κή λο­γο­τε­χνία (1993) και την επι­μέ­λεια ενός Οδη­γού για τον Σαλ­μάν Ρούσ­ντι (The Cambridge Companion to Salman Rushdie, 2007). Συ­ντα­ξιο­δο­τή­θη­κε ως κα­θη­γη­τής Αγ­γλι­κών και με­τα­ποι­κια­κών λο­γο­τε­χνιών στο Πα­νε­πι­στή­μιο του Κεντ.

Πριν από την απο­α­ποι­κιο­ποί­η­ση της δε­κα­ε­τί­ας του 1960, «εδώ­δι­μα και αποι­κια­κά» ήταν μια τα­μπέ­λα που αναρ­τού­σαν προ­σεγ­μέ­να πα­ντο­πω­λεία. Εκτός από τα πά­ντα, που­λού­σαν επί­σης τη φι­λο­δο­ξία των οι­κου­με­νι­κών ει­σα­γω­γών, που υπέ­κρυ­πτε την ένο­πλη νε­ω­τε­ρι­κό­τη­τα που τις κα­θι­στού­σε προ­σι­τές. Ιδί­ως με­τά την υπο­χώ­ρη­ση του με­τα-δο­μι­σμού, ένα ρεύ­μα με­τα­ποι­κια­κών προ­σεγ­γί­σε­ων ήρ­θε να αμ­φι­σβη­τή­σει τον ευ­ρω­κε­ντρι­κό κα­νό­να της λο­γο­τε­χνί­ας. Με τη βιαιό­τη­τα κά­θε εξι­σορ­ρο­πη­τι­κής τά­σης, κά­ποιες φο­ρές φε­τι­χι­στι­κά ανα­δει­κνύ­ο­ντας τη συγ­γρα­φι­κή πρό­σλη­ψη της εξο­ρί­ας, έφτα­σε να ωραιο­ποι­ή­σει το τραύ­μα της με­τα­τό­πι­σης. Κρι­τι­κή και αντί­δο­το στην αι­σθη­τι­κο­ποί­η­ση αυ­τή της προ­σφυ­γι­κής εμπει­ρί­ας εν μέ­ρει συ­νι­στούν οι μυ­θο­πλα­σί­ες του Γκούρ­να.
Σε συ­νέ­ντευ­ξή του στη Φραν­κφούρ­τη το 2016, όταν ρω­τή­θη­κε αν θα απο­κα­λού­σε τον εαυ­τό του συγ­γρα­φέα μιας με­τα­ποι­κια­κής και/ή πα­γκό­σμιας λο­γο­τε­χνί­ας, απά­ντη­σε ότι «Δεν θα χρη­σι­μο­ποιού­σα κα­μία από αυ­τές τις λέ­ξεις. Δεν θα απο­κα­λού­σα τον εαυ­τό μου κά­ποιου τύ­που συγ­γρα­φέα κα­νε­νός εί­δους. Πράγ­μα­τι, δεν εί­μαι βέ­βαιος ότι θα απο­κα­λού­σα τον εαυ­τό μου οτι­δή­πο­τε πέ­ρα από το όνο­μά μου».


Μια αυ­θαί­ρε­τη βι­βλιο­θή­κη

Στην Καρ­διά χα­λί­κι, ένας πα­τέ­ρας, που επι­στρέ­φει στη Ζαν­ζι­βά­ρη, όπου πια ζει ως ερη­μί­της, συ­γκε­ντρώ­νει μια «αυ­θαί­ρε­τη βι­βλιο­θή­κη» (an arbitrary library) από οτι­δή­πο­τε λο­γο­τε­χνι­κό πέ­φτει στα χέ­ρια του τα πρώ­τα χρό­νια με­τά την απο­α­ποι­κιο­ποί­η­ση, «υψη­λού» ή «χα­μη­λού» επι­πέ­δου, βι­βλία ευ­πώ­λη­τα, έρ­γα του Σαίξ­πηρ, γου­έ­στερν, αστυ­νο­μι­κά, οι Χί­λιες και μία νύ­χτες σε συ­ντο­μευ­μέ­νη έκ­δο­ση. Ο γιος του Σα­λίμ, που σπου­δά­ζει λο­γο­τε­χνία και ζει στην Αγ­γλία, έρ­χε­ται να επι­σκε­φτεί τον τά­φο της μη­τέ­ρας του. Μι­λώ­ντας για βι­βλία που δυ­σφη­μούν Μου­σουλ­μά­νους και Αφρι­κα­νούς, ο γιος λέ­ει στον πα­τέ­ρα: «Αυ­τός εί­ναι ο τρό­πος που άν­θρω­ποι όπως εσύ και εγώ γνω­ρί­ζου­με ένα τό­σο με­γά­λο μέ­ρος του κό­σμου, δια­βά­ζο­ντας για αυ­τόν από αν­θρώ­πους που μας πε­ρι­φρο­νούν».
Κά­θε ιδιω­τι­κή ή δη­μό­σια βι­βλιο­θή­κη συ­νι­στά τη δι­κή της αυ­θαι­ρε­σία. Σε σχέ­ση με το στοί­χη­μα της λο­γο­τε­χνί­ας, μια ισχυ­ρή αλ­λη­λου­χία δια­μορ­φώ­νε­ται όμως από τη νοη­τή βι­βλιο­θή­κη που συ­γκρο­τεί ένα ση­μα­ντι­κό βρα­βείο. Η ιστο­ρία των βρα­βεί­ων δεν εί­ναι μό­νον η ιστο­ρία όσων τα πή­ραν, αλ­λά και όσων δεν τα πή­ραν. Ίψεν, Μπόρ­χες, Προυστ, Τζό­υς και Τολ­στόι εί­ναι με­τα­ξύ συγ­γρα­φέ­ων που δεν έχουν τι­μη­θεί με Νο­μπέλ. Για κά­ποιους πα­ρα­τη­ρη­τές της αφρι­κα­νι­κής λο­γο­τε­χνί­ας, η βρά­βευ­ση του Γκούρ­να αντι­στοι­χεί με απο­κλει­σμό του Κε­νυά­τη συγ­γρα­φέα Νγκού­γκι γουά Θιόν­γκο (Ngũgĩ wa Thiong'o), που άλ­λα­ξε το όνο­μά του και απαρ­νή­θη­κε τα αγ­γλι­κά, αρ­χί­ζο­ντας να γρά­φει στη γλώσ­σα του (Gikuyu), όταν εν­στερ­νί­σθη­κε τις ιδέ­ες του Φα­νόν, πυ­ρο­δο­τώ­ντας μια δια­μά­χη για το ποια λο­γο­τε­χνία θα έπρε­πε να δι­δά­σκε­ται σε αφρι­κα­νι­κά πα­νε­πι­στή­μια με­τά το τέ­λος της αποι­κιο­κρα­τί­ας.

Το 2017 ο θε­σμός των Βρα­βεί­ων Νο­μπέλ Λο­γο­τε­χνί­ας κλο­νί­στη­κε από σκάν­δα­λο συ­γκά­λυ­ψης σε­ξουα­λι­κών πα­ρε­νο­χλή­σε­ων και φή­μες για διαρ­ρο­ές σε πρα­κτο­ρεία στοι­χη­μά­των ονο­μά­των υπο­ψη­φί­ων για βρά­βευ­ση. Ακο­λού­θη­σαν πα­ραι­τή­σεις και ανα­συ­γκρό­τη­ση της Ακα­δη­μί­ας που απο­νέ­μει τα βρα­βεία. Το βρα­βείο για το 2018 απο­νε­μή­θη­κε μα­ζί με εκεί­νο του επό­με­νου έτους. Το 2020 βρα­βεύ­τη­κε η Λουίζ Γκλίκ. Συν­θή­κες ανα­τα­ρα­χής συ­χνά συ­νο­δεύ­ο­νται από επι­στρο­φή στη λο­γο­τε­χνία. Η δια­θή­κη του Άλ­φρεντ Νο­μπέλ άλ­λω­στε ανα­φέ­ρε­ται σε επι­λο­γή «του ατό­μου που θα έχει πα­ρά­γει στο πε­δίο της λο­γο­τε­χνί­ας το πιο δια­κε­κρι­μέ­νο έρ­γο σε μια ιδα­νι­κή κα­τεύ­θυν­ση».


Μι­λώ στους χάρ­τες

«Μι­λώ στους χάρ­τες. Και κά­ποιες φο­ρές και εκεί­νοι λέ­νε κά­τι σε εμέ­να. Αυ­τό δεν εί­ναι τό­σο πα­ρά­ξε­νο όσο ακού­γε­ται, ού­τε πρό­κει­ται για κά­τι ανή­κου­στο. Πριν από τους χάρ­τες, ο κό­σμος ήταν απε­ριό­ρι­στος. Οι χάρ­τες τού έδω­σαν σχή­μα και τον εμ­φά­νι­σαν ως επι­κρά­τεια, ως κά­τι που θα μπο­ρού­σε να κα­τα­λη­φθεί, όχι απλώς να κα­τα­στρα­φεί ή να λε­η­λα­τη­θεί. Οι χάρ­τες έκα­ναν τό­πους στα άκρα της φα­ντα­σί­ας να φαί­νο­νται αντι­λη­πτοί και συν­διαλ­λα­κτι­κοί», μπο­ρείς να δια­βά­σεις κά­που Δί­πλα στη θά­λασ­σα.

(10.10.21)

Σχε­τι­κά κεί­με­να

(Γκρά­χαμ Γκρην) Χάρ­τες χω­ρίς τα­ξί­δι; / Γιώρ­γος Χου­λιά­ρας - Χάρ­της (hartismag.gr)

Χρώ­μα­τα των χαρ­το­γρά­φων / Ελί­ζα­μπεθ Μπί­σοπ - Χάρ­της (hartismag.gr)

Τό­νι Μό­ρι­σον (1931-2019) / Γιώρ­γος Χου­λιά­ρας - Χάρ­της (hartismag.gr)

9+2 ποι­ή­μα­τα / Λουίζ Γκλικ - Χάρ­της (hartismag.gr)

(Τζον Μπάν­βιλ) Δεν εί­σαι εσύ: δυ­ναμ/ήτ­τες Νο­μπέλ / Γιώρ­γος Χου­λιά­ρας - Χάρ­της (hartismag.gr)

(Χά­ρολντ Μπλουμ) Bloom dead: άγ­χος & επιρ­ροή / Γιώρ­γος Χου­λιά­ρας - Χάρ­της (hartismag.gr)

Λο­γο­τε­χνία, με­τά­φρα­ση, πα­γκο­σμιο­ποί­η­ση / Γιώρ­γος Χου­λιά­ρας - Χάρ­της (hartismag.gr)

ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: