Υπομνηματίζοντας το Βυζάντιο του Ελύτη

Υπομνηματίζοντας το Βυζάντιο του Ελύτη

Οδυσ­σέ­ας Ελύ­της: «Ελεύ­θε­ρη κί­νη­ση», 1986)

Ο «Προβολέας γ΄» από τον «Μικρό Ναυτίλο»


——— ≈ ———


Στο έρ­γο του Ο Μι­κρός Ναυ­τί­λος (1985) ο Οδυσ­σέ­ας Ελύ­της πα­ρου­σιά­ζει μια πρω­τό­τυ­πη και εν­δια­φέ­ρου­σα διά­τα­ξη, που δια­φέ­ρει αι­σθη­τά από άλ­λες ποι­η­τι­κές συλ­λο­γές του.
Ανά­με­σα στα… ευ­ρή­μα­τα του ποι­η­τή εί­ναι και ο «Προ­βο­λέ­ας». Πρό­κει­ται για ζο­φε­ρές σκη­νές επι­λεγ­μέ­νες από την ελ­λη­νι­κή ιστο­ρία δια­χρο­νι­κά: Αρ­χαία Ελ­λά­δα, Βυ­ζά­ντιο, Επα­νά­στα­ση του 1821, Νε­ό­τε­ρη Ελ­λά­δα. Αυ­τές οι σκη­νές, τις οποί­ες προ­βάλ­λει ο Ελύ­της, κα­τα­δει­κνύ­ουν την κα­κο­δαι­μο­νία, θα λέ­γα­με, του Ρω­μαί­ι­κου, που έχει στο… αί­μα του τον εμ­φύ­λιο και τον δι­χα­σμό. Ένα ιστο­ριο­γρά­φη­μα της σχε­δόν τρι­σχι­λιε­τούς εμ­φύ­λιας βί­ας, συ­χνά φο­νι­κής, με εξο­στρα­κι­σμούς αντι­πά­λων, κα­τα­δί­κες σε θά­να­το, εκτε­λέ­σεις.
Στον «Προ­βο­λέα α΄» μας δί­νει ένα «απάν­θι­σμα» της ελ­λη­νι­κής συ­νέ­χειας. Οι επό­με­νοι «Προ­βο­λείς» εί­ναι αυ­στη­ρά θε­μα­τι­κοί.
Ο «Προ­βο­λέ­ας γ΄» εί­ναι αφιε­ρω­μέ­νος στο Βυ­ζά­ντιο.
Πρό­κει­ται για επτά σκη­νές που αφο­ρούν ισά­ριθ­μα φο­νι­κά, συ­ντε­λε­σμέ­να από Βυ­ζα­ντι­νούς αυ­το­κρά­το­ρες με στό­χο –τι άλ­λο;– την εξου­σία. Οι σκη­νές αυ­τές πα­ρα­τί­θε­νται με χρο­νο­λο­γι­κή σει­ρά και κα­λύ­πτουν την πε­ρί­ο­δο από τον 4ο έως τον 13ο αιώ­να, δη­λα­δή σχε­δόν όλη την πε­ρί­ο­δο της Βυ­ζα­ντι­νής Αυ­το­κρα­το­ρί­ας.

Σκη­νή πρώ­τη: Ο πρώ­τος χρι­στια­νός βα­σι­λεύς Κων­στα­ντί­νος δί­νει δια­τα­γή να συλ­λά­βουν και θα­να­τώ­σουν τον ίδιο του το γιο Κρί­σπο.

Εδώ ο Ελύ­της χα­ρα­κτη­ρί­ζει τον Μέ­γα Κων­στα­ντί­νο πρώ­το χρι­στια­νό βα­σι­λέα, κά­τι που συ­να­ντά­με στην υμνο­γρα­φία της εορ­τής του Μ. Κων­στα­ντί­νου: «Πρῶτος, Βα­σι­λεὺς Χρι­στιανῶν, παρὰ τοῦ Θεοῦ, Κων­σταντῖνε, τὸ σκῆπτρον ἔλα­βες…» (στι­χη­ρό Απο­στί­χων Μ. Εσπε­ρι­νού).

Αυ­τός ο χα­ρα­κτη­ρι­σμός του Ελύ­τη δί­νει έμ­φα­ση στην πρά­ξη του Κων­στα­ντί­νου, δη­λα­δή στο φό­νο του γιου του Κρί­σπου.

Το 326 μ.Χ. ο Κρί­σπος σε νε­α­ρό­τα­τη ηλι­κία εκτε­λεί­ται στην Πού­λα της ση­με­ρι­νής Κρο­α­τί­ας κα­τά δια­τα­γή του ίδιου του τού πα­τέ­ρα. Εί­χε συμ­βά­λει κα­θο­ρι­στι­κά στη νί­κη του πα­τέ­ρα του κα­τά του αντι­πά­λου του Λι­κι­νί­ου. Πα­ρό­τι νέ­ος, εί­χε δια­γρά­ψει ήδη μια ξε­χω­ρι­στή στρα­τιω­τι­κή πο­ρεία. Απο­λύ­τως ικα­νο­ποι­η­τι­κή εξή­γη­ση των αι­τί­ων που οδή­γη­σαν στο τρα­γι­κό γε­γο­νός δεν έχει δο­θεί. Αιώ­νες με­τά δύο ιστο­ρι­κοί, ο Ζώ­σι­μος τον 6ο αιώ­να και ο Ιω­άν­νης Ζω­να­ράς τον 12ο αιώ­να, μας δί­νουν μια εξή­γη­ση, η οποία ανε­πι­σή­μως έχει κα­θιε­ρω­θεί ως η επί­ση­μη ερ­μη­νεία της ανε­ξή­γη­της πρά­ξης του Κων­στα­ντί­νου. Έχει να κά­νει με τη γυ­ναί­κα του Κων­στα­ντί­νου, τη Φαύ­στα, η οποία συ­κο­φά­ντη­σε τον Κρί­σπο (γιο από μια παλ­λα­κί­δα) στον πα­τέ­ρα του ότι τά­χα της επι­τέ­θη­κε για να τη βιά­σει. Ο Κων­στα­ντί­νος έπε­σε στην πα­γί­δα και διέ­τα­ξε την εκτέ­λε­σή του. Όταν απο­κα­λύ­φθη­κε η πλε­κτά­νη της Φαύ­στας, εκτε­λέ­στη­κε και αυ­τή στο λου­τρό της.
Ο Ελύ­της μέ­νει στο γε­γο­νός ότι ο Κων­στα­ντί­νος «δί­νει δια­τα­γή να συλ­λά­βουν και θα­να­τώ­σουν τον ίδιο του το γιο Κρί­σπο». Μια πα­τρο­κτο­νία από τον πρώ­το χρι­στια­νό βα­σι­λέα!

Σκη­νή δεύ­τε­ρη: Άν­θρω­ποι του Ηρά­κλειου έχουν οδη­γή­σει στα βα­σα­νι­στή­ρια τον ανε­ψιό του Θε­ό­δω­ρο και το νό­θο γιο του Αδα­λά­ρι­χο. Τους κό­βουν τη μύ­τη, τα χέ­ρια και το δε­ξί πό­δι.

Εδώ ο Ελύ­της ανα­φέ­ρε­ται στην –κα­τά τους ιστο­ρι­κούς– δεύ­τε­ρη συ­νω­μο­τι­κή δρα­στη­ριό­τη­τα κα­τά του αυ­το­κρά­το­ρα Ηρα­κλεί­ου, που ορ­γα­νώ­θη­κε κο­ντά στα τέ­λη του 637 μ.Χ. Βα­σι­κός υπο­κι­νη­τής της ήταν ο νό­θος γιος του Ατα­λά­ρι­χος, ο οποί­ος εί­χε ως συ­νερ­γά­τες τον μά­γι­στρο Θε­ό­δω­ρο –που ήταν γιος του αδελ­φού του Ηρα­κλεί­ου, Θε­ο­δώ­ρου–, τον ισχυ­ρό Αρ­μέ­νιο στρα­τη­γό Δα­βίδ Ζα­χα­ρού­νι και άρ­χο­ντες της Κων­στα­ντι­νού­πο­λης. Για τους λό­γους που ώθη­σαν τους πα­ρα­πά­νω επι­φα­νείς άν­δρες της αυ­το­κρα­το­ρί­ας να συ­σπει­ρω­θούν ενα­ντί­ον του ηγε­μό­να δεν υπάρ­χει κά­ποια ανα­φο­ρά στις πη­γές. Φαί­νε­ται ότι η συ­γκε­κρι­μέ­νη ανα­τρε­πτι­κή κί­νη­ση ήταν από τις πιο ση­μα­ντι­κές εκ­δη­λώ­σεις αντι­πά­θειας των Βυ­ζα­ντι­νών απέ­να­ντι στη δεύ­τε­ρη οι­κο­γέ­νεια του αυ­το­κρά­το­ρα.
Ωστό­σο, τα ανα­τρε­πτι­κά πλά­να τους έγι­ναν γνω­στά στον αυ­το­κρά­το­ρα πριν υλο­ποι­η­θούν, κα­θώς ένας κου­ρά­το­ρας που βρέ­θη­κε σε σύ­σκε­ψη των συ­νω­μο­τών έσπευ­σε να κα­ταγ­γεί­λει την ανα­τρε­πτι­κή δρά­ση τους στον Ηρά­κλειο, ο οποί­ος, χω­ρίς κα­μία κα­θυ­στέ­ρη­ση, διέ­τα­ξε τη σύλ­λη­ψη όσων εμπλέ­κο­νταν στην υπό­θε­ση. Οι βα­σι­κοί υπο­κι­νη­τές τι­μω­ρή­θη­καν με αυ­στη­ρές κυ­ρώ­σεις: στον νό­θο γιο του Ηρα­κλεί­ου επι­βλή­θη­καν οι ποι­νές της ρι­νό­τμη­σης, της απο­κο­πής του δε­ξιού χε­ριού και της εξο­ρί­ας στην Πρι­γκι­πόν­νη­σο· ο ανι­ψιός του Θε­ό­δω­ρος υπέ­στη τους ίδιους ακρι­βώς ακρω­τη­ρια­σμούς και εξο­ρί­στη­κε στη νή­σο Γαυ­δο­με­λέ­τη, όπου ο το­πι­κός διοι­κη­τής έλα­βε εντο­λή να κό­ψει και ένα από τα πό­δια του.
Και σε αυ­τή τη «σκη­νή» έχου­με εμπλο­κή συγ­γε­νών, οι οποί­οι εδώ υφί­στα­νται ακρω­τη­ρια­σμό. Ο Ελύ­της πα­ρα­θέ­τει το γε­γο­νός της τι­μω­ρί­ας χω­ρίς να ανα­φέ­ρει λό­γους και αι­τί­ες. Τον… ξαφ­νιά­ζει, μάλ­λον, η βα­ναυ­σό­τη­τα.

Σκη­νή τρί­τη: Αφού έχει τυ­φλώ­σει τον ανή­λι­κο γιο της Κων­στα­ντί­νο, η Ει­ρή­νη η Αθη­ναία ανα­γο­ρεύ­ει Μέ­γα Λο­γο­θέ­τη τον ευ­νού­χο Σταυ­ρά­κιο.

Ένα ακό­μα βυ­ζα­ντι­νό στιγ­μιό­τυ­πο, με πρω­τα­γω­νί­στρια την αυ­το­κρά­τει­ρα που πρω­το­στά­τη­σε στην ανα­στή­λω­ση των ει­κό­νων, την Ει­ρή­νη την Αθη­ναία.
Η πο­λι­τι­κή πα­ντο­δυ­να­μία του ευ­νού­χου, πα­τρι­κί­ου και λο­γο­θέ­τη του δρό­μου Σταυ­ρα­κί­ου θα πρέ­πει να το­πο­θε­τη­θεί χρο­νι­κά από το 782 έως το 797. Φαί­νε­ται ότι ήταν έμπι­στος της αυ­το­κρά­τει­ρας και γι’ αυ­τό διο­ρί­στη­κε σε μια θέ­ση μέ­σω της οποί­ας μπο­ρού­σε να έχει τον από­λυ­το έλεγ­χο της δια­κυ­βέρ­νη­σης της αυ­το­κρα­το­ρί­ας.
Το Σάβ­βα­το 15 Αυ­γού­στου του 797 άν­θρω­ποι της Ει­ρή­νης της Αθη­ναί­ας τύ­φλω­σαν τον γιο της, αυ­το­κρά­το­ρα Κων­στα­ντί­νο ΣΤ΄ στην Πορ­φύ­ρα, στο δω­μά­τιο των ανα­κτό­ρων στο οποίο εί­χε γεν­νη­θεί, απο­σκο­πώ­ντας στο θά­να­τό του, ύστε­ρα από εντο­λή της μη­τέ­ρας του και των συμ­βού­λων της. Τα σχε­τι­κά στοι­χεία που πα­ρα­θέ­τει ο Βυ­ζα­ντι­νός χρο­νο­γρά­φος Θε­ο­φά­νης σχε­τι­κά με τη συ­νω­μο­σία που ορ­γά­νω­σε η Ει­ρή­νη η Αθη­ναία και οι συ­νερ­γά­τες της έχουν στο σύ­νο­λό τους αμ­φι­σβη­τη­θεί από τη σύγ­χρο­νη ιστο­ρι­κή έρευ­να.
Ο Ελύ­της, όμως, φαί­νε­ται πως υιο­θε­τεί την εκ­δο­χή του Θε­ο­φά­νη, που εί­ναι και η επι­κρα­τέ­στε­ρη, προ­βάλ­λο­ντας άλ­λο ένα πα­ρά­δειγ­μα –προς απο­φυ­γήν– στην αλυ­σί­δα της αι­μα­το­βαμ­μέ­νης ιστο­ρί­ας του Βυ­ζα­ντί­ου.

Σκη­νή τέ­ταρ­τη: Τον ερω­μέ­νο της Ιω­άν­νη Τσι­μι­σκή οδη­γεί κρυ­φά η Θε­ο­φα­νώ στα συ­ζυ­γι­κά δώ­μα­τα του Πα­λα­τιού για να δο­λο­φο­νή­σει τον Νι­κη­φό­ρο Φω­κά.

Η Θε­ο­φα­νώ υπήρ­ξε σύ­ζυ­γος αρ­χι­κά του Ρω­μα­νού Β΄ και στη συ­νέ­χεια σύ­ζυ­γος του Νι­κη­φό­ρου Φω­κά.
Η Θε­ο­φα­νώ, κρί­νο­ντας ότι ο Φω­κάς με τα αυ­στη­ρά μέ­τρα του προ­κα­λού­σε λαϊ­κή δυ­σα­ρέ­σκεια, συ­νω­μό­τη­σε με τον ερα­στή της Ιω­άν­νη Τσι­μι­σκή να τον σκο­τώ­σουν και να ανα­λά­βει αυ­τός τη δια­κυ­βέρ­νη­ση ως νέ­ος σύ­ζυ­γός της. Ο τό­τε Πα­τριάρ­χης δή­λω­σε στον Τσι­μι­σκή ότι δεν θα τον έχρι­ζε αυ­το­κρά­το­ρα αν δεν απο­μά­κρυ­νε τη Θε­ο­φα­νώ από το πα­λά­τι. Προ­κει­μέ­νου ο Τσι­μι­σκής να απο­φύ­γει το προ­φα­νές σκάν­δα­λο, την απο­κή­ρυ­ξε και την έκλει­σε σε μο­να­στή­ρι.
Ο Νι­κη­φό­ρος Φω­κάς ήταν θεί­ος του Ιω­άν­νη Τσι­μι­σκή. Και εδώ ένας φό­νος συγ­γε­νι­κός.
Ο Ελύ­της εδώ με λί­γες λέ­ξεις σκη­νο­θε­τεί. Φα­ντα­ζό­μα­στε αυ­τό που γρά­φει. Τη Θε­ο­φα­νώ να οδη­γεί κρυ­φά τον ερω­μέ­νο της στα συ­ζυ­γι­κά δώ­μα­τα για να δο­λο­φο­νή­σει τον αυ­το­κρά­το­ρα και να συ­νε­χί­σει να εί­ναι η ίδια αυ­το­κρά­τει­ρα.

Σκη­νή πέμ­πτη: Μέ­σα στην εκ­κλη­σία, την ώρα που γί­νε­ται μνη­μό­συ­νο για τον αυ­το­κρά­το­ρα Θε­ό­δω­ρο Λά­σκα­ρι, ο Μι­χα­ήλ Πα­λαιο­λό­γος δο­λο­φο­νεί τον ανή­λι­κο Ιω­άν­νη Δ΄ και παίρ­νει τη θέ­ση του.

Η σκη­νή αυ­τή ιστο­ρι­κά δεν εί­ναι ακρι­βώς έτσι όπως την πε­ρι­γρά­φει ο ποι­η­τής.
Ο Ιω­άν­νης Δ΄ εί­χε δια­δε­χθεί, σε ηλι­κία μό­λις επτά ετών, τον πα­τέ­ρα του Θε­ό­δω­ρο Β΄ Δού­κα Λά­σκα­ρη, τον λό­γιο αυ­το­κρά­το­ρα της Νί­καιας. Ο Μι­χα­ήλ Η΄ Πα­λαιο­λό­γος δεν δο­λο­φό­νη­σε τον Ιω­άν­νη αλ­λά τον επί­τρο­πό του Γε­ώρ­γιο Μου­ζά­λω­να. Κα­τά­φε­ρε να στε­φθεί αυ­το­κρά­το­ρας και, ενώ ορ­κί­στη­κε ότι θα σε­βό­ταν τα δι­καιώ­μα­τα του νό­μι­μου δια­δό­χου Ιω­άν­νη Δ΄, δεν τή­ρη­σε τον όρ­κο του: τα Χρι­στού­γεν­να του 1261 τύ­φλω­σε και εξό­ρι­σε τον μι­κρό Λά­σκα­ρη, ολο­κλη­ρώ­νο­ντας με αυ­τόν τον τρό­πο το σφε­τε­ρι­σμό του θρό­νου.
Ο Ελύ­της γρά­φει ότι κα­τά τη διάρ­κεια του μνη­μο­σύ­νου του Λά­σκα­ρη, μέ­σα στην εκ­κλη­σία, ο Μι­χα­ήλ Πα­λαιο­λό­γος δο­λο­φο­νεί τον Ιω­άν­νη. Σε κά­θε πε­ρί­πτω­ση, η βία για την εξου­σία εκ­δη­λώ­νε­ται και εδώ με τρό­πο τρα­γι­κό.

Σκη­νή έκτη: Στον εω­θι­νό των Χρι­στου­γέν­νων, ο Μι­χα­ήλ Τραυ­λός, βοη­θη­μέ­νος από άλ­λους έξι συ­νω­μό­τες, σκο­τώ­νει τον ευ­ερ­γέ­τη του αυ­το­κρά­το­ρα Λέ­ο­ντα τον Ε΄.

Ο πα­λιός συ­να­γω­νι­στής του Λέ­ο­ντα κα­τά τη στά­ση του Βερ­δά­νη Μι­χα­ήλ ορ­γά­νω­σε συ­νω­μο­σία κα­τά του αυ­το­κρά­το­ρα, απο­κα­λύ­φθη­κε όμως, κα­τα­δι­κά­στη­κε σε θά­να­το και φυ­λα­κί­στη­κε στο πα­λά­τι. Ο Λέ­ων υπέ­κυ­ψε στις πα­ρα­κλή­σεις της γυ­ναί­κας του Θε­ο­δο­σί­ας και δεν τον θα­νά­τω­σε αμέ­σως, κα­θώς ήταν προ­πα­ρα­μο­νή Χρι­στου­γέν­νων.
Όμως, τα χα­ρά­μα­τα της ημέ­ρας των Χρι­στου­γέν­νων οι συ­νω­μό­τες, ντυ­μέ­νοι ως ιε­ρείς και έχο­ντας κρύ­ψει κά­τω από τα ρά­σα τα ξί­φη τους, ανα­μεί­χθη­καν με τους κλη­ρι­κούς που θα τε­λού­σαν τη λει­τουρ­γία των Χρι­στου­γέν­νων στο ανα­κτο­ρι­κό πα­ρεκ­κλή­σι του Αγί­ου Στε­φά­νου και έτσι ει­σήλ­θαν σε αυ­τό πε­ρι­μέ­νο­ντας να έρ­θει ο αυ­το­κρά­το­ρας για να πα­ρα­κο­λου­θή­σει τη λει­τουρ­γία. Επει­δή έκα­νε δρι­μύ κρύο και εί­χε κα­λυμ­μέ­νο το κε­φά­λι του, οι συ­νερ­γά­τες του Μι­χα­ήλ δεν μπό­ρε­σαν να δια­κρί­νουν ποιος ήταν ο Λέ­ων και γι’ αυ­τό επι­τέ­θη­καν κα­τά του επι­κε­φα­λής των ιε­ρέ­ων. Γρή­γο­ρα συ­νει­δη­το­ποί­η­σαν το λά­θος τους και στρά­φη­καν ενα­ντί­ον του Λέ­ο­ντα, ο οποί­ος δο­λο­φο­νή­θη­κε μέ­σα στο ιε­ρό, ενώ λί­γο αρ­γό­τε­ρα ο Μι­χα­ήλ ελευ­θε­ρώ­θη­κε και στέ­φθη­κε αυ­το­κρά­το­ρας στην Αγία Σο­φία από τον πα­τριάρ­χη Θε­ό­δο­το.
Ο Ελύ­της επι­ση­μαί­νει τη μέ­ρα, «στον εω­θι­νό των Χρι­στου­γέν­νων», αλ­λά και το γε­γο­νός ότι ο Μι­χα­ήλ Τραυ­λός «σκο­τώ­νει τον ευ­ερ­γέ­τη του». Και αυ­τός ο φό­νος γί­νε­ται μέ­σα στην εκ­κλη­σία.

Σκη­νή έβδο­μη: Ο Αν­δρό­νι­κος Κο­μνη­νός στραγ­γα­λί­ζει τον ανε­ψιό του Αλέ­ξιο και πα­ντρεύ­ε­ται τη χή­ρα του, που εί­ναι δε­κα­τριών ετών.

Άλ­λο ένα έγκλη­μα εξου­σί­ας. Ο εξη­ντα­πε­ντά­χρο­νος Αν­δρό­νι­κος Κο­μνη­νός συμ­βα­σι­λεύ­ει ως επί­τρο­πος με τον δω­δε­κά­χρο­νο Αλέ­ξιο Β΄. Μό­λις στα­θε­ρο­ποιεί­ται η θέ­ση του, στραγ­γα­λί­ζει τη μη­τέ­ρα του Αλε­ξί­ου Μα­ρία, έπει­τα τον ίδιο και στη συ­νέ­χεια πα­ντρεύ­ε­ται τη χή­ρα του, την κα­τά πε­νή­ντα χρό­νια μι­κρό­τε­ρή του Άν­να.
Ο Ελύ­της επέ­λε­ξε επτά από τις πιο σκλη­ρές σκη­νές της Βυ­ζα­ντι­νής Αυ­το­κρα­το­ρί­ας και εί­ναι οξύ το φως που ρί­χνει ο προ­βο­λέ­ας του σε όσα τρα­γι­κά και απο­καρ­διω­τι­κά εμ­φα­νί­ζο­νται μπρο­στά μας. Ο τη­λε­γρα­φι­κός χα­ρα­κτή­ρας αυ­τών των σκη­νών, όμως, τις κα­θι­στά με κά­ποιο τρό­πο εκ­φρα­στές της Θου­κυ­δί­δειας αλή­θειας: «γι­γνό­με­να μὲν καὶ αἰεὶ ἐσό­με­να, ἕως ἂν ἡ αὐτὴ φύ­σις ἀνθρώ­πων ᾖ».
Ωστό­σο, όσο κι αν αυ­τές οι σκη­νές μάς πα­ρα­πέ­μπουν στην Κό­λα­ση, ο ποι­η­τής στον Μι­κρό Ναυ­τί­λο δεν παύ­ει να μας πα­ρη­γο­ρεί:

«Ναι, ο Πα­ρά­δει­σος δεν ήταν μια νο­σταλ­γία. Ού­τε, πο­λύ πε­ρισ­σό­τε­ρο, μια αντα­μοι­βή. Ήταν ένα δι­καί­ω­μα».

ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: