Αφροδίτη Λίτη: «Κουκουβάγιες», 2015 (40x24x23 εκ. Μέταλλο, ψηφίδες Murano)
Ελάχιστα για τον Ελύτη
——— ≈ ———
Ομολογώ ότι υπήρξα για χρόνια αρκετά συνεπής συλλέκτης /αναγνώστης των συλλογών, δοκιμίων, μεταφράσεων του ποιητή (17, 9 και 5 τον αριθμόν αντίστοιχα) καθώς και, επιλεκτικά, δοκιμίων, διδακτορικών διατριβών κ.λπ. για το έργο του, ων ουκ έστι αριθμός. Τώρα που τα έχω βάλει μπροστά μου μαζεμένα με έχει πιάσει στην κυριολεξία πανικός. Άλλα από αυτά —εννοώ τα δοκίμια κ.λπ.— είναι αρκετά σημαντικά, άλλα είναι απλώς βερμπαλιστικά, άλλα ανόητα, άλλα απολύτως απροσπέλαστα ακόμη και για τον λεγόμενο «επαρκή» αναγνώστη. Αρκετοί έχουν καταφέρει να βρουν έναν τρόπο ελυτικής έκφρασης τέτοιο που τους επιτρέπει να μιλούν άνετα περί παντός επιστητού των κειμένων του χωρίς όμως σχεδόν ποτέ να επιλύεται κάποιο ζήτημα της ποιητικής του τόσο φιλολογικό όσο, κυρίως, ερμηνευτικό. Και βέβαια, εκείνο που άμεσα θα χρειαζόταν —νομίζω θα συμφωνούσαν οι πάντες— θα ήταν η επανέκδοση όλων των συλλογών του με σχόλια όχι ερμηνευτικά, το τονίζω (κάτι που ως γνωστόν ο ίδιος και όχι μόνο, και σωστά, απεχθανόταν) αλλά σχόλια καθαρά πληροφοριακά, τα realia που λέγαν κάτι παλιοί τεχνοκριτικοί: βιογραφικά, μεταφραστικά (αρχαία κείμενα, σύγχρονες γλώσσες κ.λπ.), και ό,τι άλλο. Ο αναγνώστης ταυτίζεται καταρχάς με ό,τι μπορεί να κατανοήσει και να ταυτίσει με τον κόσμο του και ύστερα, αν διαθέτει ποιητική ευφυία, εγγενή ή αποκτημένη, να αισθανθεί και αυτό που λέμε ποιητική ηδονή.
Ο ποιητής ήδη, σε αυτό το εξαιρετικό με τίτλο «Η μέθοδος του “άρα”», αν και, ίσως, σε μερικά σημεία αξεπέραστα δυσνόητο για μένα, κείμενό του (Χάρτης, [Α᾽ περίοδος] Νοέμ. 1986, τχ. 21, 22, 23, σσ. 283-297), κείμενο που επαναδημοσιεύτηκε στη συλλογή κειμένων του με τίτλο Εν λευκώ (Ίκαρος 1992, σσ. 165-183 ) και μάλλον ελάχιστα έχει γίνει αντικείμενο σχολιασμού, φθάνει σε διαπιστώσεις που είναι πάνω από τις δυνατότητες κάθε είδους θεωρίας της λογοτεχνίας. Μεταφέρω αυτούσια (σ. 166):
…. Το διδακτικό προσωπικό των λυκείων και των
πανεπιστημίων είναι σε θέση να μας πληροφορήσει με πάσαν ακρίβεια ποιες
και πόσες παραλλαγές από κάθε στίχο του Σολωμού υπάρχουν, όπως επίσης —και ακόμη καλύτερα— τι ήτανε η Σχολή του Αμμωνίου Σακκά. Να μας πει όμως για ποιο λόγο συνιστά ποίηση της αυγής το δροσάτο ύστερο αστέρι και, από το άλλο άκρο το μία Κυρία Ειρήνη Ανδρονίκου Ασάν, ποτέ. Ούτε θα ήτανε δυνατόν…
Σε ένα άλλο κείμενο (σ. 231 κ. εξ.), πράγμα εξαιρετικά σπάνιο, για να μην πω πρωτοφανές, για ποιητή, προχωράει σε μία «κωδικοποίηση της ποιητικής εκφραστικής» παραθέτοντας επιλεγμένα αποσπάσματα Ελλήνων και ξένων ποιητών με θεματικούς τίτλους που συνιστούν κανόνες της ποιητικής τέχνης. Mου έκανε μεγάλη εντύπωση ότι στον θεματικό τίτλο «περιγραφή ευθεία» παραθέτει απόσπασμα από την «Έγκωμη» του Σεφέρη και σ᾽ αυτό φαίνεται να συμπίπτει με τον … Χριστιανόπουλο, που μπορώ να εγγυηθώ προσωπικά ότι το θαύμαζε, το μόνο ίσως… (βλ. Τ. Γραμμένος, Ιστορίες του γλυκού νερού, Χάρτης 21, Σεπτ. 2020). Το ίδιο κάνει αλλού και για τις εικαστικές του επιλογές, αλλά και τις επιλογές του από το έργο του Mότσαρτ.
Για τον Ελύτη ποίηση υπάρχει όταν μέσω της ανερμήνευτης μαγείας της εναλλαγής συμφώνων και φωνηέντων συντελείται κάτι νέο, αναδημιουργείται ο κόσμος. Στις επιλογές που παραθέτει αυτό πράγματι συμβαίνει. Συμβαίνει και σε πολλά αποσπάσματα του έργου του που θα πρέπει να αποτελούσαν και την πηγή της μόνης του ευτυχίας, όπως ίσως και για κάθε πραγματικό ποιητή. Ο καθένας μας ας τα ψάξει για τον εαυτό του αυτά τα αποσπάσματα.
(Μάρτιος/Ιούνιος 2021)