Φόβος θανάτου
Θυμήθηκες να ποτίσεις το φυτό
με το χθεσινό νερό του κομοδίνου,
πρώτη δουλειά,
αέρισες το δωμάτιο
έστρωσες καθαρά σεντόνια
χτένισες τα μαλλιά σου
σχολαστικά μέχρι που μάτωσες
και κατάπιες όσα χάπια μπορούσες.
Λειτουργείς κανονικά
παρά τις αλλεπάλληλες
πτώσεις.
Δεν έσπασες ακόμα
τον αυχένα σου
τακτοποιώντας ένα
άδειο πουκάμισο.
Κίνηση
Ήθελες να συζητήσουμε
την προέλευση των δακρύων
κι ανέλυες μια θεωρία
όσο ανεβαίναμε την Πειραιώς.
Εγώ σκεφτόμουν
τον ορίζοντα
και πως κυνηγάω
κάθε μέρα το ανέφικτο
αλλά κάτι για μια χημική
αλληλουχία σου ψιθύρισα
καθώς βούρκωνα πάλι.
Τα μάτια μου γέμιζαν οξύ
έτοιμο να σημαδέψει
«το πιο όμορφο πρόσωπο
που έχεις αντικρίσει».
Η γλώσσα σου
υπογλώσσιο
τα καθάρισε στο πρώτο φανάρι
για να μπορέσω να σε βλέπω.
Όχι πως χρειάζεται.