Κάθε φορά που βρισκόμουν στην Βενετία, ρωτούσα με πολύ ενδιαφέρον τα μέλη της ομάδας «Casa delle Parole» (ποιητές, συγγραφείς, εκδότες, καλλιτέχνες, διανοούμενοι κ.ά.) την γνώμη τους για το τελευταίο βιβλίο του Ρομπέρτο Καλάσο, του συγγραφέα και διευθυντή του πολύ σημαντικού εκδοτικού οίκου «Adelphi Edizioni» στο Μιλάνο. Οι απαντήσεις ήταν πάντα εγκωμιαστικές και μια εύκολη συναίνεση αναδυόταν, σαν να επρόκειτο για ένα «ηθικό μνημείο». Οι εκδοτικές πρωτοβουλίες του οίκου «Adelphi» κάτω από την καθοδήγηση του Ρομπέρτο Καλάσο ήταν επιτυχείς και καίριες για την λογοτεχνική και φιλοσοφική σκηνή της σύγχρονης Ιταλίας, εξάλλου σε αυτόν τον οίκο επέλεξε να εκδόσει και όλα τα γραπτά του.[*] Η όλη συζήτηση φόρτισε την επιθυμία μου να τον συναντήσω καθώς είχα διαβάσει την πλειοψηφία των βιβλίων του —στα γαλλικά—[1] εκτός από το Οι Γάμοι του Κάδμου και της Αρμονίας που είχε μεταφραστεί στα ελληνικά.[2] Είχα μάλιστα σχεδιάσει να επικοινωνήσω μαζί του με την ευκαιρία της προγραμματιζόμενης παραμονής μου στην Βενετία την Άνοιξη του 2020 — όμως η ευκαιρία χάθηκε με τους περιορισμούς της πανδημίας της Covid-19.
Για την προσωπική του ιστορία δίνονται αρκετές πληροφορίες στο λήμμα της Wikipedia. Από τις βιογραφικές του λεπτομέρειες συγκρατώ το γεγονός ότι η οικογένειά του ανήκει στην ακαδημαϊκή-πανεπιστημιακή κοινότητα με αντιφασιστικές περγαμηνές. Σε ηλικία 13 ετών έχει ήδη διαβάσει τα έργα του Μαρσέλ Προυστ και μπαίνει στην περιπέτεια της πολυγλωσσίας – ιδιαίτερα της απόκτησης-κατάκτησης των αρχαίων ελληνικών και των σανσκριτικών. Επίσης εκδηλώνεται ήδη από τότε το ενδιαφέρον του για τη μετάφραση. Οι επιλογές αυτές ήταν κρίσιμες για την συγγραφή των έργων του και τις κατευθύνσεις της εκδοτικής του δραστηριότητας.
Πριν από κάποιο χρονικό διάστημα, όταν προσπάθησα να οργανώσω κάπως καλύτερα την προσωπική μου βιβλιοθήκη και συγκέντρωσα τα βιβλία του Ρομπέρτο Καλάσο τέθηκε το ζήτημα πού πρέπει να τοποθετούν τα βιβλία του. Στις κοινωνικές και ανθρωπολογικές επιστήμες; Στην φιλοσοφία; Στην ιστορία; Τελικά κατέληξα να εφεύρω μια ξεχωριστή κατηγορία: «Calasso». Ο συγγραφέας είχε ένα τέτοιο εύρος ενδιαφερόντων, γνώσεων και ιχνηλατήσεων που δύσκολα μπορούσε να βρεθεί μια μονοσήμαντη κατονομασία.[3] Διαβάζοντας το Οι Γάμοι του Κάδμου και της Αρμονίας, το σημαίνον : «μυθογράφος» φαινόταν μια καλή επιλογή. Ωστόσο με την ανάγνωση και των υπόλοιπων βιβλίων του, ο όρος αυτός αποδείχτηκε μάλλον ισχνός. Η πληροφορία ότι η εκδοτική ομάδα του οίκου φρόντισε για τη μετάφραση και τη διάχυση του έργου τού Νίτσε στα ιταλικά ενίσχυσε την άποψή μου ότι η όλη προσέγγιση της έρευνάς του είχε χαρακτήρα νέο-νιτσεϊκό, βέβαια χωρίς τις περιπέτειες ψυχικής και μη υγείας του Γερμανού συγγραφέα-ποιητή-φιλόσοφου-φιλόλογου. Αλλά όταν διαπίστωσα τη σοβαρή και εμβριθή θεώρηση από τον Καλάσο της ινδικής μυθολογίας και σκέψης, βρήκα ότι η νιτσεϊκή αναφορά ήταν και αυτή πολύ συζητήσιμη.
Εντέλει διαπίστωσα ότι ο Ρομπέρτο Καλάσο αφιέρωσε την ζωή και το έργο του στις απαρχές των μύθων, την τύχη τους και τις υπόγειες παρουσίες τους στις σύγχρονες κοινωνίες. Με μια άλλη έκφραση, ο Ρομπέρτο Καλάσο έδειξε ότι δεν ξεμπερδέψαμε με τους μύθους, ότι αυτοί εξακολουθούν να μας μπερδεύουν και ότι θα διαχέονται και στο μέλλον σε μια στρωματογραφία συλλογική και ασυνείδητη. Επιπλέον, η ενασχόλησή του με το μύθο γίνεται στο επίπεδο του ιερού και του οσίου και στη συνέχεια, και όχι πάντα, στο επίπεδο του θείου και του θρησκευτικού. Αλλά πως κατορθώνει αυτό το σχεδόν αδύνατο επίτευγμα; Με την κινητοποίηση των πολλαπλών δυνατοτήτων της αφήγησης, μια και όπως είχε δηλώσει και ο ίδιος, η τελευταία διαθέτει ισχυρά όπλα τόσο για τον στοχασμό όσο και για τη δημιουργία χρονικών αλληλουχιών που δεν στερούνται στοιχεία γνώσης και Ιστορίας.
Υπάρχει μια συζήτηση για το ποιο έργο του μπορεί να χαρακτηριστεί ως opus magnus. Η συζήτηση αυτή θυμίζει εφηβικούς καυγάδες, ωστόσο θέτει το ζήτημα των συγγραφικών στρατηγικών του στην επεξεργασία των βιβλίων του. Ας πάρουμε ως παράδειγμα το βιβλίο για την ελληνική μυθολογία. Οι Γάμοι του Κάδμου και της Αρμονίας» ξεκινάει από τη Θήβα και καταλήγει σε αυτή, αναπτύσσεται δε σε κύκλους μυθολογικών δρώμενων, κάθε κύκλος έχει τις δικιές του συντεταγμένες. Διαπιστώνονται συνεχείς μεταμορφώσεις και στιγμιαία, το «χάος» των μύθων βρίσκει μια ευταξία, μια συνοχή (εύθραυστη και αγωνιώδη) και μια νοηματική εμβέλεια περισσής αποτελεσματικότητας. Η αφήγηση τού Καλάσο εγκιβωτίζει, δημιουργεί γέφυρες και εμπλουτίζει το ιδιαίτερο με το γενικό, στην ουσία δεν αποκλείει και δεν παραμερίζει οποιαδήποτε ανέλιξη των μύθων. Με άλλα λόγια, ο Καλάσο αντλεί τη δύναμή του από τα ομηρικά έπη, ενσωματώνει τα διδάγματα της ελληνικής φιλοσοφίας και αποφεύγει κάθε διδακτική στάση ή ηθικολογία. Η υπόθεσή του υπήρξε ότι με το τέλος των θεών τα αλφάβητα θα αποτελέσουν την πρώτη ύλη για το πλάσιμο νέων ειδώλων στη ατέρμονα αρένα της πολιτιστικής δημιουργικότητας. Σύνθετο, πολύπλοκο και συνεκτικό βιβλίο, που ίσως θα έπρεπε να «υπάρχει σε κάθε ελληνικό σπίτι», όχι υπό μορφή ευαγγελίου ή αγίας γραφής αλλά ως πολιτιστικό επίτευγμα, σε πλήρη ισοδυναμία με την ελληνική μυθολογία, και που μπορεί να λειτουργήσει ως έναυσμα και ως σημείο εκκίνησης για καλλιτεχνικά και πολιτιστικά προτάγματα. Είναι σίγουρο ότι έχουμε να κάνουμε με έναν «Αθηναίο μυθολόγο» μεγάλου βεληνεκούς και ισχυρού συγγραφικού κράματος.