Πέρασαν 35 ολόκληρα χρόνια από εκείνο το Σάββατο 23 Αυγούστου 1986, όταν δρασκέλισα με δέος και αμηχανία το κατώφλι του σπιτιού στο Βραχάτι και βρέθηκα μπροστά στον Μίκη Θεοδωράκη, τον μύθο της γενιάς μου. Την προηγούμενη ημέρα είχα λάβει γράμμα του:
Ὁ μέγας παῖς ἐσαεί
Βραχάτι, 21-8-86
Αγαπητέ φίλε Καρατζά,
Η
ποιητική σας συλλογή «Χρώματα φωνήεντα» με άγγιξε τόσο πολύ, ώστε χωρίς
κι εγώ να καταλάβω το πώς και το γιατί, συνέθεσα 18 τραγούδια επάνω
στην ποίησή σας.
Το πιο απλό νομίζω ότι θα ήταν να
περνούσατε από το Βραχάτι για να σας τα παίξω στο πιάνο, ώστε να
διαπιστώσετε αν η μουσική μου ερμηνεύει πραγματικά την ποίησή σας ή αν
την προδίδει. Μόνο που ο καιρός επείγει λιγάκι διότι από 1 Σεπτεμβρίου
θα βρίσκομαι κάπως μακριά.
Σας χαιρετώ και σας συγχαίρω
Δικός σας
Μίκης Θεοδωράκης
Μου γνώρισε τη γλυκύτατη Μυρτώ και την κόρη τους Μαργαρίτα, που
κυνηγούσε τον μικρό Μίκη. Καθίσαμε μετά στο γραφείο του με το πιάνο.
Εγώ
δεν ήξερα πώς να βολέψω το σώμα μου. Μου δείχνει ένα όμορφο ξύλινο
σκαμνί και μου λέει: «Κάθισε. Εδώ κάθισαν ο Ρίτσος και ο Ελύτης και
πρωτάκουσαν τα τραγούδια τους». Τι ήθελε να το πει, μ’ έπιασε πανικός.
Και συμπλήρωσε: «Μ’ εσένα θα κάνω κάτι διαφορετικό. Θα βάλω το
μαγνητόφωνο και θα γράψουμε τη συνομιλία μας». Η κασέτα αρχίζει με το
κλάμα του μικρού Μίκη, που δεν θέλει να πάει στον κήπο. Ο Μίκης
Θεοδωράκης κάθεται στο πιάνο και παίζει τις μελωδίες που έγραψε πάνω στα
ποιήματά μου. Μου ζητά τη γνώμη μου (!) και σχολιάζει πολλά και διάφορα
με τον μοναδικό τρόπο του που μαγεύει.
Μου είπε, λοιπόν, πώς
ξεκίνησε να μελοποιεί την ποίησή μου. Όταν άνοιξε το βιβλίο μου και
διάβασε τον πρώτο στίχο του πρώτου ποιήματός μου «Σπάζοντας στα δυο τη θάλασσα βγαίνει το φεγγάρι»,
είπε «Ένιωσα ότι το ποίημα το έγραψες για μένα. Διότι, πράγματι, το
φεγγάρι εδώ στο Βραχάτι βγαίνει σπάζοντας στα δυο τη θάλασσα».
Άρχισε
να παίζει στο πιάνο τα τραγούδια μας. Σταματούσε κάθε τόσο και μου
εξηγούσε πώς άκουγε μέσα από τις λέξεις τη μουσική, πώς η μελωδία είναι
μια φυσική ρυθμική διαδοχή των μουσικών φθόγγων που απηχεί την αρμονία
του σύμπαντος, πώς οι συνθέσεις του στους κύκλους τραγουδιών, στα
ορατόρια, στα συμφωνικά και στα μετασυμφωνικά του έργα και στις λυρικές
τραγωδίες έχουν κοινή ρίζα…
Μου χαρίζει μια χειρόγραφη παρτιτούρα με τραγούδια μας και με την ακόλουθη αφιέρωση:
Με ήχους από την Πάτρα της εφηβείας μου.
Στον Διονύση Καρατζά, θύμηση της πρώτης γνωριμίας-ακρόασης.
Με αγάπη και πολλές ευχές.
Μίκης Θεοδωράκης
Βραχάτι, 23-8-86
Νιώθω ευτυχισμένος, αλλά βιάζομαι να φύγω. Ούτε για φαγητό, που μου
πρότεινε, δεν κάθισα. Το ταξίδι για την Πάτρα ήταν ελαφρύ και διάφανο.
Ήθελα να επιστρέψω στην Πάτρα και να μαζέψω τους φίλους μου για να
ακούσουν την κασέτα, που τη φυλάω ως πολύτιμο δώρο. Σ’ αυτή την κασέτα
έχει αποτυπωθεί η συγκλονιστική μουσική και ποιητική δύναμη του Μίκη
Θεοδωράκη, με όλη την απλότητα και την αλήθεια του.
Στις 3 Ιανουαρίου του 1987 μεταδίδεται σε πρώτη εκτέλεση από το ραδιόφωνο της ΕΡΤ-2
ο πρώτος κύκλος τραγουδιών μας «Τα πρόσωπα του ήλιου». Ο Μίκης
Θεοδωράκης προτείνει στους ακροατές να του στείλουν κασέτες για να τους
γράψει το έργο. Στο στούντιο ΘΗΤΑ
καταφτάνουν πέντε χιλιάδες κασέτες! «Θεωρώ ˝Τα πρόσωπα του ήλιου˝ σαν
μια στροφή μέσα στη μουσική μου. Εκφράζω με αυτά την αντίληψή μου για το
πώς βλέπω σήμερα το ελληνικό τραγούδι τόσο σαν μελωδία-στίχο-ρυθμό, όσο
και σαν φως-ήχο-χρώματα» (Δήλωση του Μίκη Θεοδωράκη στον Γιώργο
Σαββίδη, εφημ. Αυγή, 15-2-1987). Ο δίσκος κυκλοφορεί τον Απρίλιο του 1987.
Τον
Νοέμβριο του 1987 κυκλοφορεί σε δίσκο, γραμμένο μόνο από τη μία πλευρά
του, το έργο «Ως αρχαίος άνεμος», βασισμένο στο ομώνυμο βιβλίο μου
(1987). «Όπως είναι γνωστό, τους ˝Λιποτάκτες˝ τους τραγούδησα ο ίδιος,
όπως έκανα και με το ˝Ένας όμηρος˝, τα ˝Λυρικά˝ και το ˝Ως αρχαίος
άνεμος˝, για να υπογραμμίσω μια ιδιαίτερη σχέση με το έργο, κι ακόμα,
για να αποκαταστήσω την άμεση, τη φυσική, θα ‘λεγα, επαφή που έχει ο
ήχος της φωνής με τον ακροατή (…). Όλα αυτά στο πλαίσιο της
ολοκληρωμένης σχέσης του συνθέτη με το κοινό του» (Μίκης Θεοδωράκης, Οι δρόμοι του Αρχάγγελου, εκδ. Κέδρος 1995, τόμος 5ος, σ. 189).
Το 1988 έχω νέα έκπληξη από τον Μίκη Θεοδωράκη. Έχει ήδη συνθέσει τρίτο κύκλο τραγουδιών «Η Βεατρίκη στην οδό Μηδέν» με δέκα ποιήματα από τη συλλογή μου Ως αρχαίος άνεμος (1987). Πρόσθεσε και δύο δικά του, «Βεατρίκη πάψε να γελάς» και «Η Βεατρίκη στην οδό Μηδέν», που έδωσε και τον τίτλο στο έργο. Η Βεατρίκη, η δαντική αυτή περσόνα, συμβολίζει τον ιδανικό, αιώνιο έρωτα, την τρυφερότητα της ουτοπίας, αλλά και τη ματαίωση των ονείρων στην οδό Μηδέν. Όμως το μηδέν δεν είναι τέλος, είναι μια παρένθεση που κάνει πιο ποθητή την αλήθεια του έρωτα, της πατρίδας, της ευτυχίας. Η Βεατρίκη είναι ένα έργο βαθιά λυρικό και ανυπόκριτα πολιτικό.
Ο Μίκης Θεοδωράκης μού αφηγήθηκε αργότερα ότι οι στίχοι μου από το τραγούδι «Η μεγάλη άρια της Βεατρίκης»
«… όπως ξεφεύγουν απ’ το νερό τα ψάρια
και πονάνε στα όμορφα του ήλιου…»
στάθηκαν η αιτία να σταματήσει το ψάρεμα! (Η μελωδία αυτού του τραγουδιού συνιστά το Adagio).
Η
συνεργασία μου με τον Μίκη Θεοδωράκη συνεχίστηκε με τον τέταρτο κύκλο
τραγουδιών, που κυκλοφόρησε πρώτα στη Γερμανία το 1996 με τον τίτλο
«Poetica» κι ύστερα στην Ελλάδα με τον τίτλο «Τα Λυρικότερα». Τα
μελοποιημένα ποιήματα εντάχθηκαν στην ποιητική συλλογή μου Ανθοφορία της νύχτας (1997).
Σε μια συνέντευξή του στο μαθητικό περιοδικό Νεανικά Βήματα
του Πειραματικού Λυκείου του Πανεπιστημίου Πατρών (31-12-1997),
σημειώνει: «Ο Καρατζάς μού προσφέρει νέους τρόπους μουσικής, κυρίως
μελωδικής έκφρασης: ˝Βεατρίκη˝, ˝Τα πρόσωπα του ήλιου˝, ˝Ως αρχαίος
άνεμος˝, ˝Τα Λυρικότερα˝. Μ’ αυτό το τελευταίο έργο πιστεύω ότι κατακτώ
μια κορυφή μέσα στο τοπίο της μουσικής μου, στην προσπάθειά μου να φτάσω
στα υψηλότερα και αρτιότερα όρια της λυρικής-μελωδικής έκφρασης. Ένας
αγώνας που ξεκίνησε πριν 60 χρόνια στην Πάτρα, όταν έγραφα την πρώτη μου
μελωδία, έμελλε να ολοκληρωθεί σ’ αυτήν την κορύφωση του λυρισμού που
λέγεται ˝Τα Λυρικότερα˝ και που γέννησε η επαφή μου με την ποίηση ενός
«Πατρινού ποιητή».
Εκκρεμεί η έκδοση του πέμπτου έργου μας «Ραψωδία
για βαρύτονο και ορχήστρα εγχόρδων». Ο Μίκης Θεοδωράκης το χαρακτήρισε
ως κύκνειο άσμα του και πρωτοπαρουσιάστηκε στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών
τον Ιανουάριο του 2013.
Όλη αυτή η εμπειρία της συνεργασίας μου με
τον Μίκη Θεοδωράκη άλλαξε κυριολεκτικά τον τρόπο με τον οποίο βλέπω τα
πράγματα, σκέφτομαι τη ζωή και γράφω ποίηση. Αξιώθηκα τη φιλία του, τον
ακολούθησα σε συναυλίες στην Ελλάδα και το εξωτερικό, έμαθα αλήθειες,
χάρηκα θαύματα…
Στη ζωή και το έργο του Μίκη Θεοδωράκη συνυπάρχουν ο πόνος, η χαρά, η
μοναξιά, η ελπίδα, ο έρωτας, ο αγώνας, η αντίφαση, η αναζήτηση. Ο Μίκης
είναι ο γνήσιος λαϊκός άνθρωπος: εκρηκτικός και απρόβλεπτος στην
καθημερινότητά του, άμεσος στο χιούμορ του, ευάλωτος στις αδυναμίες του,
δυνατός στις σκέψεις του, συνεπής στα οράματά του, επίμονος κυνηγός της
ομορφιάς. Πάνω απ’ όλα ο Μίκης είναι ο άνθρωπος του χρέους και της
ελευθερίας. Γι’ αυτό και στη συνείδηση του λαού προβάλλει ως μύθος που
συναρπάζει και εμπνέει.
Ο Μίκης Θεοδωράκης έζησε παραμένοντας το
παιδί που είναι πάντοτε ο Έλληνας. Παθιασμένος δημιουργός, πετούσε από
όνειρο σε όραμα. Ελεύθερος πολίτης, πάλεψε για δημοκρατία και
δικαιοσύνη. Σκανδάλισε με την υπερβολή του και λατρεύεται για το έργο
του. Υπήρξε ατίθασος και τρυφερός. Αναζητούσε διαρκώς την αλήθεια στην
ποίηση και τον αγώνα. Ο Μίκης είναι ο ωραίος παγκόσμιος Έλληνας, ο μέγας
παις εσαεί.