Το βασίλειό της για λίγη ζάχαρη
Μόλις ξημερώσει ο Κύριος τη μέρα
πανέτοιμη η αρμάδα
με επικεφαλής τον βασιλέα
θα αποπλεύσει
για τόπους μακρινούς
εκεί όπου ρέει το χρυσάφι και το αίμα.
Πριν η Μεγαλειότητά του αναχωρήσει
θα της φορέσει τη ζώνη αγνότητος
θα την κλειδώσει και θα πάρει μαζί του το κλειδί.
Καβάλησε μέσα στη νύχτα το άλογό της και χάθηκε στο δάσος.
Στην καλύβα του ο ξυλοκόπος φύλαγε σε μια κούπα
επτά κύβους ζάχαρης για την αγαπημένη του φοράδα.
Μόλις η Μεγαλειότητά της γεύτηκε τον πρώτο κύβο
άρπαξε φωτιά η κορυφογραμμή.
Με τον δεύτερο
τυλίχτηκε στις φλόγες το παλάτι.
Με τον τρίτο
πυροπολήθηκε η αρμάδα
με τις μπομπάρδες της μαζί.
Με τον τέταρτο
έγιναν κάρβουνο πολιτείες και χωριά.
Με τον πέμπτο
καμένες σάρκες στα πεδία των μαχών.
Με τον έκτο
γυναίκες και παιδιά
από το πυρ στα σκλαβοπάζαρα.
Με τον έβδομο
δρυμοί και δάση, του ξυλοκόπου η καλύβα, σκαντζόχοιροι, χελώνες,
όλα στάχτη.