Είναι η δεύτερη φορά που ο Ηλίας Γκρής καταπιάνεται με μια τόσο σοβαρή υπόθεση, όπως είναι η Επανάσταση του 1821. Η πρώτη με τον επιβλητικό τίτλο Όταν τραγούδαγε το αίμα, το 1821 στην Ελληνική ποίηση, (Ανθολόγηση, Επίμετρο, Επιμέλεια) Εκδόσεις Νίκας και τώρα με τον επίσης επιβλητικό τίτλο Σπαθιά και Μετερίζια, Το Εικοσιένα και η Ποίησή του.
Τα αίτια αυτού του ξεχωριστού ιστορικού γεγονότος καταγράφει στην παρούσα εργασία, εν μέρει ιστορική μελέτη και εν μέρει Ανθολογία, ΔΟΚΙΜΙΟ, το χαρακτηρίζει ο ίδιος, παρακολουθώντας έξι γενιές Ελλήνων που «εμβαπτίστηκαν ίσαμε τώρα μες στη νόθευση του αυθεντικού νοήματος της πρώτης μεγαλειώδους και απαρομοίαστης Επανάστασης που έζησε ο σύγχρονος κόσμος». Πρώτο θύμα αυτής της Επανάστασης ο Γκρής θεωρεί τους ξυπόλητους εκείνους ραγιάδες που ξεσηκώθηκαν κόντρα στις ιερές και ανίερες συμμαχίες που προσπάθησαν να τους εμποδίσουν, όπως τα όργανά τους προσπάθησαν να διαστρεβλώσουν την ιστορική αλήθεια. Γι’ αυτό στα Σπαθιά και Μετερίζια του, με πάθος και καημό για την αλήθεια θα βάλει τα πράγματα στη θέση τους, θα αποκαταστήσει την ιστορική αλήθεια, θα κατονομάσει τους ριψάσπιδες και άκαπνους εκείνους που φιλήκοοι στους ξένους αποκλήθηκαν Προδότες από τον Καποδίστρια. Και είναι μακρύ «Το μαρτυρολόγιο των νεότερων Ελλήνων κοντά σε ασύγκριτους ηρωισμούς, πάθη και αυτοθυσίες, είναι κατάστικτο από πράξεις προστασίας και ενδοτικότητας που θα στεριώσουν και θα στοιχειώσουν την επίσημη πολιτική», όπως γράφει.
Πάλι σ’ αυτούς που αποκαλεί «ανιδιοτελείς πύργους αυτοθυσίας» θα διακρίνει τους τυχάρπαστους κι αδίστακτους καιροσκόπους. Από τη μία μεριά οι «τίμιοι», «ασυμβίβαστοι» και «άκαμπτοι», από την άλλη οι «αργυρώνητοι», «φαύλοι», «άρπαγες» και «μηχανορράφοι».
Η Επανάσταση με τις 200.000 σκοτωμένους αγωνιστές και 350.000 αμάχους νεκρούς, αποδεικνύει ότι «η τραγωδία είναι ένα ελληνικό συνεχές» και η ιστορία είναι ένα τραύμα –ποταμός με δύο όχθες, τη μια απέναντι στην άλλη.
Στην αφορμή αυτής της μελέτης-Ανθολογίας ο Γκρής θα κάνει γενική ιστορική ανασκόπηση, στην οποία θα καταγράψει την άοσμη και ουδέτερη, όπως την αποκαλεί, απόπειρα «αποκαθαρμού» του ’21. Μία «καθοδηγούμενη ιστορική αναθεώρηση», αλαφρωμένη από «στερεότυπα εθνοκεντρισμού», ηθικά και εθνικά παροπλισμένου, όπως επιβάλλει η παγκοσμιοποίηση. Έτσι, διαπλέκοντας τα αυταρχικά μηνύματα του παρελθόντος με εθνοκεντρικά και εθνολατρικά συνθήματα μεμονωμένων, η «πατρίδα» και οι αγώνες της κατέληξαν άθλιο ανάχωμα αισχρών παραποιητών της ιστορίας.
Και για να επιστρέψουμε στην Επανάσταση, ο Γκρής θα ασχοληθεί με τους Κοτζαμπάσηδες, Φαναριώτες, Αρχιερείς και ρασοφόρους προσκυνημένους, αλλά και θα αποδώσει μεγάλη τιμή και στους άλλους όπως ο Ησαΐας Σαλώνων, ο Αθανάσιος Διάκος στην Αλαμάνα, ο Παπαφλέσσας στο Μανιάκι, ο Ιωσήφ Ρωγών στο Μεσολόγγι, ο Παπα-Αρσένης στο Κρανίδι. Θα επικαλεστεί τις πηγές, τα γραπτά επιφανών, θα παραπέμψει στην Ελληνική Νομαρχία του Ανώνυμου, στον Κοραή, σε προσωπικές αφηγήσεις αγωνιστών και όλους εκείνους που αντιστάθηκαν.
Θα προβεί σε διευκρινίσεις: Δεν υψώθηκε στην Αγία Λαύρα το Λάβαρο, Δεν ήταν εκεί ο Π.Π. Γερμανός, αλλά στην Πάτρα και εκεί, στις 26 Μαρτίου, Ναι, τάχτηκε με τους επαναστάτες. Και η άλλη ανακρίβεια∙ Όχι δεν υπήρξε το «Κρυφό Σχολειό». Το θέμα είναι πλέον πολλά χρόνια γνωστό, αλλά το μύθευμα επικρατεί ως γοητευτικότερο της αλήθειας. Και Ναι, ο εορτασμός στις 25 Μαρτίου αποφασίστηκε να συμπέσει με την εορτή του Ευαγγελισμού το 1838, λόγω του συμβολισμού της ημέρας (και λόγω του ότι ο απλός και αγράμματος λαός ήθελε να ακούει ότι υπήρχε βοήθεια από ψηλά και ότι ο Θεός υπόγραψε και δεν παίρνει πίσω την υπογραφή του, όπως τον διαβεβαίωνε ο Κολοκοτρώνης, ή ότι Μακρυγιάννης είχε κάνει «συμφωνίες με τον Άγιο»).
Θα αναφερθεί ακόμα στις άλλες επαναστάσεις που προηγήθηκαν της μεγάλης, θα βγάλει τη μάσκα του ηρωικού θύματος από πολλούς και ανάμεσα σ’ αυτούς από τον Πατριάρχη Γρηγόριο Ε΄, θα στιγματίσει εκείνους όλους που ήθελαν τον Έλληνα μακριά από τον Διαφωτισμό, πειθήνιο και σκυμμένο υπήκοο. Θα μιλήσει για τους Φιλέλληνες, τους γνήσιους, αλλά και τους μισθοφόρους, καριερίστες και πολλές άλλες κατηγορίες που βρήκαν στην Ελλάδα ευκαιρία για στάδιο λαμπρό ιδιωτικό. Θα σκύψει με οργή πάνω στη φονική μάχη του Φαλήρου το 1827, στον θάνατο του Καραϊσκάκη, θα αναφερθεί στους μισέλληνες, θα προβάλει τους αληθινούς Φιλέλληνες και τους ιστορικούς που κατέγραψαν την αληθινή ιστορία. Θα μιλήσει για τα Δερβενάκια και την ιδιοτέλεια να καρπωθούν οι αντίπαλοι τη νίκη του Κολοκοτρώνη. Για το Μεσολόγγι, τον Δημήτριο Υψηλάντη, την ύπουλη δράση του Μαυροκορδάτου και πάλι για τον Κολοκοτρώνη μετά το Μανιάκι. Θα αντιπαραβάλει του ήρωες του Εικοσιένα με τους ομηρικούς. Θα μιλήσει και για κείνους οι οποίοι στην αρχή ήταν αγνοί, αλλά στη συνέχεια αμαύρωσαν τη φήμη τους. Θα στηλιτεύσει τον Μαυροκορδάτο για πάρα πολλά (ο Ρόντρικ Μπήτον του βρίσκει προσόντα, αλλά τον θεωρεί προσωπικότητα που δεν έχει ακόμα ερευνηθεί ο ρόλος της). Και μετά θα δείξει τους λόγους που έφεραν στο προσκήνιο τη Μεγάλη Ιδέα. Θα προβεί στη διάκριση της έννοιας «Έλλην» και «χριστιανός». Ο Γκρής δεν θα σταματήσει να ασκεί με έμφαση ιστορική, πολιτική και κοινωνική κριτική. Πώς προέκυψε αυτό το κράτος, ποιοι διαχειρίστηκαν την εξουσία, με τις πλάτες ποίων και για ποιο σκοπό. Θα διατρέξει όλον τον 19ο αιώνα και θα φτάσει στον 20ό για να επισημάνει τα ανάλογα και τη διαρκή παρέμβαση των ξένων. Θα μιλήσει για όλα με φλόγα και πάθος για την αλήθεια, όπως προκύπτει από τα βιβλία του και από την έρευνά του. Αυτά όλα στο Πρώτο Μέρος του βιβλίου του.
Στο Δεύτερο Μέρος θα παραθέσει όλους τους μαρτυρικούς τόπους και στους ποιητές, γνωστούς και άγνωστους, που μπορεί να είχαν οι δεύτεροι, άτεχνη στιχουργική, αλλά ήταν ικανοί να «διεγείρουν το εθνικό φρόνημα». Ανέλαβαν, δηλαδή, οι ποιητές, αυτοβούλως, να εκφράσουν την αλήθειά τους, την υπερηφάνεια τους, την πίκρα και την απαισιοδοξία τους. Και εδώ θα ανοίξει ένας μακρύς κατάλογος δημιουργών για τους οποίους θα παραθέσει σύντομο εργοβιογραφικό και δείγμα ποιητικό.
Παραθέτω δειγματοληπτικά: Στέφανος Κανέλλος, Σπύρος Αργυρόπουλος, Μανουήλ Βερνάρδος, Κωνσταντίνος Νικολόπουλος, Θεόδωρος Αλκαίος, άλλοι πολλοί, πάρα πολλοί, ανάμεσά τους ο Κοραής, ο Σούτσος, ο Ραγκαβής, ο Καρασούτσας, ο Παράσχος και σιγά σιγά μπαίνουμε στα γνωστά μας νεότερα νερά, με όλους τους ποιητές και τις ποιήτριες που εμπνεύστηκαν από την Ιστορία, γιατί «Η ιστορία είναι σπαρταριστό βίωμα ζωής».
Στο Τρίτο Μέρος θα παραθέσει μικρά αλλά περιεκτικά σημειώματα για τους: Διονύσιο Σολωμό και Ανδρέα Κάλβο, του καθενός τη συνεισφορά στον Αγώνα και την ιδιαιτερότητα του έργου τους. Θα σχολιάσει την απουσία του Μανόλη Αναγνωστάκη, Μίλτου Σαχτούρη και Τάκη Σινόπουλου που κανείς τους δεν αναφέρεται στο Εικοσιένα, ενώ είναι «ωκεανός» οι ξένοι ποιητές που ασχολήθηκαν, όπως Ουγκώ, Μπάιρον, Σέλλεϊ, Λαμαρτίνος … ωκεανός τα ονόματα. Τέλος, με την «Δικαιοσύνη της Ποίησης» και την «Ποιητική Ιστορία» θα τελειώσει αυτή τη συγκλονιστική πορεία «από το Σολωμό και τον Κάλβο ώς τα σήμερα όλες οι γενιές των ποιητών έγραψαν για την επανάσταση ή αναφέρθηκαν ακροθιγώς σ’ αυτήν με κείνο το ηθικό χρέος, που δια της ποιήσεως μετράται στο ύψος του ανθρώπου όταν θέλει να λέγεται Άνθρωπος».
Έτσι, λοιπόν, η Ιστορία έρχεται μέσα από την Ποίηση αληθινή, όπως ερχόταν, πάντα, πριν γίνει επιστήμη. Είναι «η λαλιά που δεν ξέρει από ψέμα», όπως είπε ο Οδυσσέας Ελύτης για τον Διονύσιο Σολωμό και τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη, γιατί μέσα από Ποίηση, και πριν γραφτεί η Ιστορία της Νεότερης Ελλάδας, είχαν γραφτεί τα δημοτικά τραγούδια, ο Ύμνος του Σολωμού και του Ρήγα ο Θούριος. Εκεί ακούγονταν τα πάθη και τα κλέα των ανδρών, όπως στου Ομήρου τα έπη.
Το Δοκίμιο Σπαθιά και Μετερίζια δίνει στον Ηλία Γκρή την καλύτερη ευκαιρία να σκαλίσει καλά την επιφάνεια της Ελληνικής Επανάστασης και να δείξει πίσω της τα αίτια, την αφορμή και την ουσία της. Μια Επανάσταση μοναδική, εφόσον είναι η μόνη εθνική, ενώ όλες οι άλλες μεγάλες επαναστάσεις στην Ευρώπη και στην Αμερική ήταν εμφύλιες, χωρίς βέβαια να λείψει και από μας τους Έλληνες ο Εμφύλιος, δυστυχώς, γιατί έτσι βόλευε τα ξένα συμφέροντα. Να «καρπωθούν το αίμα των άλλων», όπως είπε ο Γιώργος Σεφέρης, το αίμα εκείνων που το έχυσαν για την πατρίδα με τον πόθο της Ελευθερίας.
Ο Ηλίας Γκρής έγραψε ένα πάρα πολύ καλό βιβλίο και σε πολύ ωραία έκδοση.