Τόσο η πληροφορία του ρεπορτάζ της Ελευθεροτυπίας ότι το έργο του Χειμωνά είναι «απόδοση του ιερού κειμένου», προκειμένου να «τονιστούν σημαντικά αποσπάσματα της “Αποκάλυψης” [του Ιωάννου]», όσο και η πληροφορία του ρεπορτάζ των Νέων ότι ο Χειμωνάς έκανε «μετάφραση [εδαφίων]» της Αποκάλυψης κρίνονται ασφαλώς ανακριβείς, με βάση τη γνώση του κειμένου που δημοσιεύεται εδώ. Η Αποκάλυψις του Χειμωνά δεν είναι ενδογλωσσική μετάφραση μερών της Αποκάλυψης του Ιωάννου, αλλά «ελεύθερη απόδοση και δραματική ανασκευή», σύμφωνα εξάλλου και με τον ειδολογικό προσδιορισμό στην αρχή του κειμένου. Δεν μπορεί, πάντως, να αποκλειστεί το ενδεχόμενο αρχικά να ανατέθηκε στον Χειμωνά η «απόδοση» ή η «μετάφραση», σύμφωνα και με όσα γράφτηκαν στα δύο δημοσιογραφικά ρεπορτάζ, και εντέλει εκείνος, στο διάστημα που μεσολάβησε μέχρι τη συγγραφή και την παρουσίαση του θεατρικού μονολόγου, να έκανε την «ελεύθερη απόδοση και δραματική ανασκευή». Ασφαλώς, η έκταση αυτής της τελικής «ελεύθερης απόδοσης και δραματικής ανασκευής» προσδιορίστηκε από τον χρόνο που της αναλογούσε, καθώς εντάχθηκε σε μία ευρύτερη εκδήλωση, εμφανώς προσδιορισμένη από την παρουσία “υψηλών” προσώπων με επίσημες ιδιότητες. Παράλληλα, η παρουσία αυτών των αξιωματούχων και η επισημότητα της όλης εκδήλωσης δεν εμπόδισαν τον Χειμωνά να αποδώσει ελεύθερα, ουσιαστικά να διασκευάσει, το ιερό κείμενο του Ιωάννου, κατά τρόπο ώστε να το εντάξει στο υπόλοιπο δικό του λογοτεχνικό έργο. Γι’ αυτό, εξάλλου, περιελάμβανε τη «Γυναίκα της Πάτμου» στα ανέκδοτα λογοτεχνικά έργα του και όχι στις μεταφράσεις του. Για το πώς και από ποιον ανατέθηκε στον Χειμωνά η «απόδοση» ή η «μετάφραση» της Αποκάλυψης
(και, εντέλει, η διασκευή του έργου) δεν διαθέτω πληροφορίες. Θεωρώ ως έναν βαθμό πιθανό η εν λόγω ανάθεση να συνδέεται με την τότε ιδιότητα του Χειμωνά ως Προέδρου του διοικητικού συμβουλίου του Εθνικού Θεάτρου, με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού Θάνου Μικρούτσικου, θέση στην οποία ο Χειμωνάς παρέμεινε λίγο περισσότερο από έναν χρόνο, από τον Ιανουάριο 1995 μέχρι τον Μάρτιο 1996, οπότε και παραιτήθηκε, επικαλούμενος προβλήματα υγείας.
Με δεδομένο ότι ο θεατρικός μονόλογος του Χειμωνά, σύμφωνα με όσα πραγματολογικά στοιχεία εκτέθηκαν παραπάνω, εντάσσεται στα ανέκδοτα μέχρι τον θάνατο του συγγραφέα λογοτεχνικά έργα του, το κείμενο που παρουσιάζεται εδώ είναι ένα από τα πιο αξιόλογα μέρη των αρχειακών καταλοίπων του. Είναι σκόπιμο, λοιπόν, πριν παρουσιαστεί εν συντομία το κείμενο της Αποκαλύψεως, να δοθούν μερικές βασικές πληροφορίες γι’ αυτά τα αρχειακά κατάλοιπα. Τον Μάιο του 2018 ο πεζογράφος Θανάσης Χειμωνάς, γιος του Γιώργου Χειμωνά και της, επίσης σημαντικής θεατρικής συγγραφέα, Λούλας Αναγνωστάκη, παραχώρησε τα αρχειακά κατάλοιπα των γονιών του στο τότε νεοσύστατο Εργαστήριο Νεοελληνικής Φιλολογίας, που λειτουργεί ως ερευνητική και εκπαιδευτική μονάδα του Τομέα Νεοελληνικής Φιλολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Τα αρχειακά κατάλοιπα του Χειμωνά και της Αναγνωστάκη (ανάμεσά τους υπάρχουν και λιγοστά του αδελφού της Μανόλη Αναγνωστάκη) αθροίζουν έναν αρκετά μεγάλο όγκο ποικίλης φύσεως και μεγέθους φακέλων και ντοσιέ με χειρόγραφα, σε λυτά φύλλα ή σε τετράδια, έντυπα (βιβλία και περιοδικά), αποκόμματα από τον Τύπο (κυρίως από εφημερίδες), φωτογραφίες και προσωπικά έγγραφα. Η κατάταξη του υλικού, έτσι όπως παραλήφθηκε, ήταν στοιχειώδης και, σύμφωνα με ενδείξεις, έγινε βιαστικά από τη Λούλα Αναγνωστάκη, καθώς σε αρκετούς φακέλους ή ντοσιέ συνυπήρχε υλικό και των δύο συγγραφέων, καθώς και πληροφορίες για το υλικό. Όλα αυτά τα κατάλοιπα χωρίστηκαν σε δύο αρχεία, ταξινομήθηκαν και αρχειοθετήθηκαν. Εκκρεμεί ακόμα η καταλογογράφησή τους. Οι παραπάνω εργασίες έγιναν από τριμελή ομάδα συνεργατών αποτελούμενη από εμένα, τη συνάδελφο νεοελληνίστρια Μαρία Ρώτα και την υποψήφια διδάκτορα νεοελληνικής φιλολογίας Μάρα Ψάλτη.
Έχοντας κάνει μια γενική θεώρηση των αρχειακών καταλοίπων ειδικά του Γιώργου Χειμωνά, θα δώσω λίγες βασικές και γενικές πληροφορίες. Στο αρχείο του Χειμωνά, λοιπόν, πολλά έντυπα, κυρίως περιοδικών, και πάμπολλα αποκόμματα εφημερίδων εμπλουτίζουν σημαντικά λιγότερο την εργογραφία του, έτσι όπως δημοσιεύτηκε στον τόμο Γιώργος Χειμωνάς, Πεζογραφήματα (Εισαγωγή-Επιμέλεια-Χρονολόγιο [βίου και έργου]: Ευριπίδης Γαραντούδης, Αθήνα, Εκδόσεις Καστανιώτης 2005, σ. 763-795), και περισσότερο τη βιβλιογραφία του. Επίσης εκατοντάδες φωτογραφίες, οργανωμένες και σχολιασμένες από την Αναγνωστάκη σε αρκετά μεγάλου σχήματος ντοσιέ, συμπληρώνουν μία εν πολλοίς άγνωστη οπτική αφήγηση για τις οικογένειες του Χειμωνά, της Λούλας και του Μανόλη Αναγνωστάκη, από την εποχή των προγόνων και των παιδικών χρόνων τους μέχρι την ωριμότητά τους. Οι εκατοντάδες επιστολές που απευθύνουν στον Χειμωνά λογοτέχνες και άλλα πρόσωπα, υπογεγραμμένες ολογράφως με ονοματεπώνυμο ή φέροντας μόνο μικρά ονόματα, φωτίζουν ιδιωτικές και δημόσιες όψεις μιας δημιουργικά και βιωματικά πολυτάραχης ζωής. Οι επιστολές λογοτεχνών και κριτικών λογοτεχνίας ξεκινούν από πρόσωπα της γενιάς του 1930 και φτάνουν μέχρι εκείνους της γενιάς του 1980 και λιγοστούς νεότερους. Ανάμεσα στις επιστολές υπάρχει μία, π.χ., του Οδυσσέα Ελύτη, τον Φεβρουάριο του 1971, όπου όχι μόνο επαινεί τα μέχρι τότε πεζογραφικά έργα του Χειμωνά αλλά και του εκφράζει ρητά τον θαυμασμό του γι’ αυτά. Μεταξύ, πάλι, των λιγοστών επιστολών του ίδιου του Χειμωνά ορισμένες εμφανίζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον, όπως εκείνη, τον Μάιο 1982, προς τον πολύ γνωστό ιάπωνα σκηνοθέτη Ναγκίσα Όσιμα, στην οποία ο Χειμωνάς προτείνει να συνεργαστούν για ένα σενάριο βασισμένο σε βιβλίο του, προκειμένου στη συνέχεια να γίνει ταινία.
Προφανώς το σημαντικότερο και ερευνητικά αξιοποιήσιμο τμήμα του αρχείου του Χειμωνά είναι τα χειρόγραφά του. Τα περισσότερα από αυτά παραδίδουν επεξεργασμένες μεταφράσεις του της αρχαίας τραγωδίας και σαιξπηρικών έργων – είναι γνωστό ότι τα χειρόγραφα των λογοτεχνικών πεζογραφημάτων του είχε τη συνήθεια να τα χαρίζει σε φιλικά του πρόσωπα. Υπάρχουν, όμως, και αρκετά άλλα χειρόγραφα που από μια πρώτη ανάγνωσή τους είναι, κατά πάσα πιθανότητα, ανέκδοτα και αρκετά συγκαταλέγονται στην κατηγορία των λογοτεχνικών έργων. Ορισμένα ανέκδοτα μάς είναι γνωστά από παλιά ως έργα υπό συγγραφή ή και ολοκληρωμένα. Π.χ. ξεχωρίζει και ως προς τον αρκετά μεγάλο όγκο του διαθέσιμου υλικού της η Φαίδρα, διασκευή του ομώνυμου θεατρικού έργου του Ρακίνα, που παραστάθηκε το 2010 από το Εθνικό Θέατρο, αλλά δεν εκδόθηκε. Μεγάλο ενδιαφέρον, επίσης, εντοπίζεται στα χειρόγραφα μικρής έκτασης, που συγκροτούν ένα φαινομενικό χάος σκόρπιων γραπτών, ολοκληρωμένων ή ανολοκλήρωτων (π.χ. ο Χειμωνάς είχε αρχίσει να γράφει μια διασκευή του Δωδεκάλογου του Γύφτου
του Παλαμά!), που ορισμένα από αυτά άλλοτε λειτουργούν ως προπλάσματα κι άλλοτε ως συνέχιση ή διασκευές των γνωστών μας πεζογραφημάτων. Αν κάτι συνέχει αυτό το, εκ πρώτης όψεως, φαινομενικό χάος και συνιστά την κρυφή αρμονία του είναι η πυρετώδης και τόσο αναγνωρίσιμη ως μοναδική γραφή ενός μεγάλου συγγραφέα. Ανάμεσα, λοιπόν, στα αρχειακά κατάλοιπα σώζεται και το δεκασέλιδο δακτυλόγραφο με ιδιόχειρες διορθώσεις και προσθήκες του θεατρικού μονολόγου Αποκάλυψις, κείμενο που ξεκάθαρα αντιστοιχεί στο έργο που παρουσιάστηκε στην Πάτμο τον Σεπτέμβριο του 1995, χωρίς γι’ αυτό να υπάρχουν στο αρχείο Χειμωνά άλλοι χειρόγραφοι ή έντυποι μάρτυρες, γραμμένοι από τον ίδιο ή άλλα πρόσωπα, εκτός βέβαια από τα δύο δημοσιογραφικά ρεπορτάζ που ανέφερα παραπάνω. Οι όροι παράδοσης του συγκεκριμένου έργου έκαναν επιλέξιμη την παρουσίασή του στο πλαίσιο αυτού του αφιερώματος. Στην «Εισαγωγή» του βιβλίου Πεζογραφήματα (Εισαγωγή-Επιμέλεια-Χρονολόγιο [βίου και έργου]: Ευριπίδης Γαραντούδης, Αθήνα, Εκδόσεις Καστανιώτης 2005, σ. 12) είχα γράψει για την Αποκάλυψη ότι «το χειρόγραφο του έργου σώζεται». Δεκαέξι χρόνια μετά, αδυνατώντας πλέον να θυμηθώ πού ακριβώς βασίστηκε αυτή η πληροφορία, πιθανολογώ ότι επρόκειτο για πληροφορία που μου είχε δώσει τότε προφορικά η Λούλα Αναγνωστάκη. Εκ των υστέρων, κάνω την εικασία ότι η πληροφορία της Αναγνωστάκη αφορούσε, ασαφώς, το σωζόμενο στα αρχειακά κατάλοιπα δακτυλόγραφο.
Μία, επίσης σωζόμενη στο αρχείο Χειμωνά, δακτυλόγραφη επιστολή της ποιήτριας Νατάσας Χατζηδάκι, που υπογράφεται ιδιόχειρα με το μικρό όνομά της «Νατάσα», προς τη Λούλα Αναγνωστάκη, σταλμένη από το Παρίσι στις 20 Οκτωβρίου 2000, μας προσφέρει ενδιαφέρουσες πληροφορίες για την Αποκάλυψη. Η επιστολή της Χατζιδάκι, που προφανώς γνώριζε καλά τόσο τον Χειμωνά όσο και την Αναγνωστάκη, όπως μαρτυρείται και από την παλαιότερη διεξοδική συζήτηση-συνέντευξή της με τον πρώτο («Γιώργος Χειμωνάς: Ένα κείμενο δεν τελειώνει ποτέ (Συζήτηση με τη Ν. Χατζιδάκι)», Διαβάζω, τχ. 80, 2 Νοεμβρίου 1983, σ. 58-72), έχει ως θέμα της τη συγκέντρωση και αποστολή στην Αναγνωστάκη πάσης φύσεως γραπτών και άλλων χειρόγραφων καταλοίπων (όπως η τηλεφωνική ατζέντα) του Χειμωνά, ύστερα από τον θάνατό του, τον Φεβρουάριο 2000. Μεταξύ άλλων, λοιπόν, η Χατζηδάκι στην επιστολή της πληροφορεί την Αναγνωστάκη για την Αποκάλυψη: «Έχω κρατήσει σε φωτοτυπία το χειρόγραφο κείμενο της Αποκάλυψης, το οποίο μου είπες ότι δεν σε ενδιαφέρει γιατί υπάρχει κι αλλού – αν ποτέ αλλάξεις γνώμη, πες το μου». Από τις παραπάνω πληροφορίες, συμπεραίνουμε τα εξής: η Χατζιδάκι γνώριζε το κείμενο της Αποκάλυψης, αφού διέθετε φωτοτυπία του χειρογράφου του και πιθανόν και το ίδιο το χειρόγραφο· το εν λόγω χειρόγραφο ίσως ήταν προγενέστερο από το δακτυλόγραφο κείμενο και εκείνο το χειρόγραφο το οποίο δόθηκε για δακτυλογράφηση, δεν αποκλείεται όμως να ήταν και μεταγενέστερο, αν ο Χειμωνάς συνέχισε να επεξεργάζεται το έργο, όπως εξάλλου έκανε επί μακρόν με όλα τα λογοτεχνικά γραπτά του, ιδίως με όσα δεν αποφάσιζε να δημοσιεύσει∙ ο Χειμωνάς είχε πιθανόν πάρει μαζί του στο Παρίσι, στο τελευταίο ταξίδι του εκεί, το χειρόγραφο κείμενο της Αποκάλυψης, έργο που ίσως τον ενδιέφερε και το επεξεργαζόταν ακόμα στην προοπτική να το δημοσιεύσει∙ η Αναγνωστάκη δεν ενδιαφερόταν για το χειρόγραφο, στο οποίο αναφέρεται η Χατζιδάκι, είτε επειδή το γνώριζε από παλιά είτε και επειδή διέθετε το δακτυλόγραφο κείμενο που διασώθηκε στα αρχειακά κατάλοιπα του Χειμωνά∙ με βάση το αρχείο Χειμωνά, το χειρόγραφο της Αποκάλυψης δεν εστάλη στην Αναγνωστάκη, αλλά και κανένα άλλο χειρόγραφο τεκμήριο του έργου δεν σώθηκε στο αρχείο.
Η Αποκάλυψη του Ιωάννου ως πεδίο δημιουργικής τριβής του λογοτεχνικού λόγου του Χειμωνά τον απασχολούσε τουλάχιστον δέκα χρόνια πριν τη γραφή της «ελεύθερης απόδοσης και δραματικής ανασκευής», οφειλόμενης στη συγκυριακή αφορμή του εορτασμού των 1900 ετών. Αυτό φαίνεται από το κείμενό του «Αφιέρωση» (Χάρτης, τχ. 21-23, Νοέμβριος 1986, Αφιέρωμα στον Οδυσσέα Ελύτη, σ. 474-475). Το κείμενο αυτό, που αποτελείται από εισαγωγικό πεζό μέρος και το «Ποίημα Κασσιανής μοναχής», αναδημοσιεύτηκε, με σημαντική επεξεργασία και των δύο μερών του, στο βιβλίο-συλλογή δοκιμιακών κατά βάση γραπτών του Χειμωνά, Ποιον φοβάται η Βιρτζίνια Γουλφ; Δημόσια κείμενα (Αθήνα, Εκδόσεις Καστανιώτης 1995, σ. 98-101), βιβλίο εκδεδομένο την ίδια χρονιά που για πρώτη φορά παρουσιάστηκε δημόσια η Αποκάλυψη. Στην επεξεργασμένη μορφή του, λοιπόν, το κείμενο φέρει στο τέλος του την πληροφορία «Άνδρος, Ιούνιος 1992», αλλά η αφιέρωση του «Ποιήματος Κασσιανής μοναχής», «Για την Ειρήνη Παπά», επιτρέπει να εικάσουμε ότι η αφιέρωση έγινε με την αφορμή της συνεργασίας του 2005. Εξάλλου, σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας Έθνος («“Μυροφόρος” η Παπά», 29 Απριλίου 1986), η Ειρήνη Παπά ερμήνευσε το Τροπάριο της Κασσιανής στην απόδοση του Χειμωνά, δηλαδή το «Ποίημα Κασσιανής μοναχής», στα πλαίσια της τηλεοπτικής εκπομπής «Ρεπόρτερς» της ΕΡΤ2 το βράδυ του Μεγάλου Σαββάτου το 1986· επομένως, η συνεργασία του Χειμωνά με την Παπά ανάγεται δέκα σχεδόν χρόνια πριν το 1995.
Στο κείμενό του «Αφιέρωμα» ο Χειμωνάς αναφέρεται στη μετάφραση της Αποκάλυψης του Ιωάννου από τον Ελύτη, και συγκεκριμένα θέτει το ερώτημα αν και με ποιους όρους “επιτρέπονται” μεταφράσεις τέτοιων κειμένων, και αφιερώνει στον Ελύτη, ως αντιχάρισμα, τη δική του μετάφραση, το «Ποίημα Κασσιανής μοναχής». Μεταφέρω εδώ τα σχετικά με την Αποκάλυψη του Ιωάννου σημεία του εισαγωγικού μέρους της «Αφιέρωσης», παραλείποντας αυτά που αναφέρονται στον Οδυσσέα Ελύτη και παραθέτοντας προηγουμένως μόνο την πληροφορία ότι η μετάφραση του Ελύτη εκδόθηκε τον Νοέμβριο του 1985 (Ιωάννης, Η αποκάλυψη, Μορφή στα Νέα Ελληνικά Οδυσσέας Ελύτης, Αθήνα, Ύψιλον/βιβλία 1985):