Φυσικά, παρόλο που φαινόταν απίθανο (μα κάθε ταξίδι δεν είναι μία διαδοχή από απίθανα πράγματα;)... / Lásló Krasznahorkai, H μελαγχολία της αντίστασης
Η ετοιμότητα του Σιντοϊσμού
Ο κήπος. Στην αρχή ενός χειμώνα. Ήρθε η στιγμή να τον επισκεφθώ άλλη μια φορά. Ένα βαρύτιμο συλλογικό σύμβολο. Περιβάλλει το Μνημείο Μέιτζι στην καρδιά του Τόκιο. Ιδιαίτερα προσεγμένη παρένθεση νηνεμίας μέσα στην κυριολεκτικά ασίγαστη δίνη της πολυσύχναστης αυτής περιοχής. Έχω ήδη νίψει τα όποια ανομήματά μου με το προβλεπόμενο νερό, όπως επιβάλλει εδώ, στα πρόθυρα του ιερού χώρου, μια αρχαιότατη εθιμοτυπία κάθαρσης. Η δική μας καρκινική επιγραφή
ΝΙΨΟΝΑΝΟΜΗΜΑΤΑΜΗΜΟΝΑΝΟΨΙΝ
ίσως να εννοείται. Δεν πρόλαβα βέβαια ν’ αντισταθώ. Παρασύρομαι από τα νεύματα των κλαδιών, από τις φράσεις των βράχων, από την απαγγελία του ρυακιού, από τα πρόδρομα ποιήματα, τα αυθεντικά κηρύγματα ενός συνεχώς άφαντου, αλλά τόσο ομιλητικού πουλιού. Δεν περπατώ ακριβώς. Μεταφέρομαι κάπως. Έλκομαι. Γλιστράω σ΄ ένα στρώμα φιλικών υπαινιγμών. Είναι η ατμόσφαιρα της παλλόμενης γνώσης. Ένα οικείο αίσθημα, από παρόμοιες απόπειρες προσέγγισης τοπίων. Όταν δηλαδή όλα τα στοιχεία, ιθαγενή και αλλότρια, δένουν σ΄ ένα βαθμό μεταξύ τους, αποδέχομαι αυτομάτως το ενδεχόμενο μιας καθόλα δημιουργικής διαύγασης. Αιωρούμαι δηλαδή; (σαν). Η πεποίθηση, όπως απορρέει από τη συγκεκριμένη θέα: τίποτε δεν πρόκειται να εκτροχιαστεί σήμερα ή στο μέλλον, ο τόπος αυτός είναι αναγνωρίσιμη Δύναμη. Η ρητορεία του πουλιού ασφαλώς συναινεί. Πρόκειται για κίσσα, που ευδοκιμεί στην περιοχή, ισχυρίζονται οι φίλοι μου. Η αίσθηση ότι ο κήπος ξανοίγεται σε πολυσέλιδο γράμμα πιστού φίλου, που ξέμεινε στην Άπω Ανατολή και δεν λέει να επιστρέψει.
*
Οι ντόπιοι πιστοί απευθύνονται σ΄ αυτό με θέρμη και εγκαρδιότητα, όπως πολλοί θρησκευόμενοι αλλού μιλούν απευθείας στους αγίους προστάτες τους. Πρέπει να βρίσκεται διαρκώς παντού: στις φυλλωσιές των δέντρων, στα εύχρηστα μονοπάτια, στις αντανακλάσεις των υδάτων, στις υποχρεωτικές στροφές, στους κομψούς θάμνους, στα κεφαλόβρυσα, στα χρώματα που προτείνει κάθε λίγο η πρόοδος του απογεύματος, στα παρτέρια, που φροντίζουν με την ίδια πάντα αφοσίωση οι κηπουροί – τελετάρχες. Εννοώ το πνεύμα του σιντοϊσμού. Ισχύει και επιβεβαιώνει διαρκώς ύπαρξη. Όπως ακριβώς ισχύουν και επιβεβαιώνουν την ταυτότητά τους τα παροδικά ή μόνιμα σύννεφα, τα πρόσωπα των επισκεπτών, τα καλαθάκια με τις προσφορές στους θεούς και τα λουλούδια που βλέπω. Το πνεύμα σίντο καθιερώνει επικοινωνίες. Τα ερμητικά καθίστανται πρόσφορα. Τι ψιλοκέντι! Ο αδελφικός δεσμός που ένωνε κάποτε τον ουρανό με τη γη φαίνεται ότι μπορεί να αποκατασταθεί, έστω εν μέρει. Η αυξημένη όραση, η οριακή ενσυναίσθηση: η πεποίθηση ότι ο σιντοϊσμός ορίζει με συνέπεια ως τις μέρες μας μιαν επικράτεια μη εξουδένωσης.
*
Παρίσταται βεβαίως και η ευπρόσιτη σκιά του εκατοστού εικοστού δεύτερου Αυτοκράτορα, αρχικώς Μουτσουχίτο, μεταθανατίως Μέιτζι (1852-1912). Αλλά και της συντρόφου του Ιτσίτζο Χαρούκο ή Σόκεν, όπως την αναφέρουν πλέον την αυτοκρατορική άτεκνη σύζυγο τα βιβλία της Ιστορίας. Δεν ξεκολλάει από το πλευρό του. Ιδανικό πεδίο συνάντησης. Το Μνημείο τους υφίσταται ως ειλικρινές αντίγραφο μιας εμπράγματης αθανασίας. Ο τιθασευμένος χρόνος, η επάρκεια του νου: το πραγματικό διαστέλλεται, επεκτείνεται ως τα σύνολα με το όνειρο και αναμειγνύεται μ΄ αυτό. Ως να ήταν προορισμένο να εξελιχθεί σε αύρα μνήμης. Η διάθλαση στο πλαίσιο των απροσδόκητων συμπεριφορών: μετρώ τώρα μία προς μία τις εταιρίες που παρασκευάζουν το εθνικό ποτό της xώρας του Ανατέλλοντος Ηλίου, το σακέ. Έχουν παρατάξει πολλές δεκάδες βαρελιών του διάσημου προϊόντος τους σε ειδική πτέρυγα αφιερωμάτων. Αποδεχόμενοι κατ’ αυτό τον τρόπο μιαν άφθιτη εκδοχή του αυτοκρατορικού ζεύγους, υπογραμμίζουν την πίστη τους σε αμιγώς ένυλες Ιδέες. Αντιλαμβάνομαι ότι το πνεύμα ανέχεται τη συνύπαρξή του με το σακέ άνευ όρων. Τα δύο αυτά κρατικά ινδάλματα μπορούν προφανώς να πίνουν αφειδώς: ιδού μια ακόμη απόλυτη δικαίωση του αλκοόλ. Ίσως από την άποψη αυτή, ο σιντοϊσμός να συναντά την ημέτερη βακχική απόκλιση και να συνομιλεί μαζί της στο πεδίο της σκέψης.
*
O κήπος μετατρέπεται από ένα σημείο και μετά σε πάρκο. Το πάρκο σε δάσος. Το δάσος, μια τελική εκδοχή υπερ-ανάσας. Η ολική έκταση προσεγγίζει τα εβδομήντα στρέμματα. Η μαρτυρία του σχεδόν αχανούς ξαφνικά. Ο πολλαπλασιασμός, ευεργεσία. Κάθε δέντρο, τονίζουν με έμφαση οι φίλοι μου, έχει φυτευτεί από διαφορετικό υπήκοο του Αυτοκράτορα. Η τιμή στην προσωπικότητά του είναι εν ολίγοις εμπράγματη. Η ρίζα του δέντρου δείχνει απερίφραστα την απόλυτη αναγνώριση του κύρους του. Το δέντρο είναι καθόλα ορατό άρθρο πίστεως. Θυμάμαι που ταξινομούσα παλαιότερα τις λυρικές περιγραφές των ιαπωνικών κήπων από τον Πωλ Κλωντέλ, ο οποίος υπηρέτησε, μεταξύ άλλων, στο Τόκιο ως Πρέσβυς από το 1922-1928. Είχε εθιστεί από νωρίς στο ονειρικό στοιχείο που εμπεριέχουν με τακτ.
*
Τα ενενήντα δύο χιλιάδες τριάντα δύο ποιήματα που μας κληροδότησε ο Αυτοκράτωρ Μέιτζι, στην αυστηρή μάλιστα, παραδοσιακή μορφή του ουάκα ή τάνκα, όπως τo γνωρίσαμε στη γλώσσα μας από τον ποιητή Δ. Ι. Αντωνίου και άλλους, συνιστούν ασφαλώς ένα άλλο μνημείο. Μένοντας σταθερά προσηλωμένος στην αρχαιολογία των επτάστιχων, αυτόνομων στροφών, ο Αυτοκράτωρ ασκήθηκε εξαντλητικά στο πατρογονικό φώνημα. Αντίστοιχα υπήρξε, ως γνωστόν, συνειδητός υποστηρικτής της μεταμόρφωσης της παρηκμασμένης, φεουδαρχικής πατρίδας που παρέλαβε, στην άλλη Ιαπωνία, εκείνη δηλαδή των άμεσων και επιτυχημένων, όπως αποδείχτηκε στη συνέχεια, προσαρμογών στις απαιτήσεις ενός ορθοτομημένου εκσυγχρονισμού. Δείχνοντας όμως στην πράξη τον δέοντα σεβασμό στο λαλίστατο καταπίστευμα ενός παράδοξου λυρισμού, απέδειξε εμμέσως πλην σαφώς την ενότητα του ιαπωνικού σκέπτεσθαι. Ακούω δηλαδή το έμβλημά του ως συμπυκνωμένο σύνολο ιδεογραμμάτων.
*
Μένω πάντα στο εσωτερικό στρώμα των μηνυμάτων. Ελέγχω το επίπεδο της αφομοίωσης. Κάποια στιγμή συγκεντρώνομαι σ΄ ένα μόνο σημάδι στον φλοιό της κερασιάς. Να ακουμπήσω τη σημασία, επιμένει η σχισμή προτού γεμίσει άνθη και πάλι. Το ασύλληπτο συνεχίζει να υποχωρεί εντατικά. Η συμπλοκή κατηγορημάτων και υποκειμένου οδηγείται στα άκρα της. Σύνεση. Το έμβλημα του δευτερόλεπτου : «Πήγαινε προς τη μεριά του πεύκου, αν θέλεις να μάθεις για το πεύκο και προς τη μεριά του μπαμπού, αν θέλεις να μάθεις για το μπαμπού. Και αφού ακολουθήσεις αυτόν τον κανόνα, φρόντισε τότε να ξεχάσεις τον εαυτό σου. Διαφορετικά, θα επιβάλλεις την παρουσία σου στο αντικείμενο και δεν θα μπορέσεις να καταλάβεις κάτι. Η ποίησή σου πράγματι θα αναβλύσει αβίαστα, όταν εσύ και το αντικείμενο γίνεται τελικά ένα και το αυτό. Όταν λοιπόν θα έχεις βυθιστεί τόσο πολύ μέσα του, θα μπορέσεις να δεις την απόρρητη λάμψη του». Ο Μπασό μαζί μας. Ισότιμος εξ ορισμού μάλιστα του κήπου.
*
Παρατηρώ ένα από τα κωνοφόρα δέντρα, ύψους εικοσιπέντε περίπου μέτρων. Το αφέψημα από τα φύλλα του παρέχει το πολύτιμο αντίδοτο της λησμονιάς. Φυτρώνει στην Ιαπωνία, στην απέναντι Κίνα, στην κορεατική χερσόνησο, ενώ, πληροφορούμαι, ότι ως είδος έχει εξαφανιστεί προ πολλού από την Ευρώπη. Αγκαλιάζω με τα μάτια τον κορμό του. Αρχίζω να συλλαβίζω το όνομά του, μιμούμενος όσο καλύτερα μπορώ την εκφορά των δύο λέξεων: γκίν-γκο μπι-λό-μπα. Δεν χρειάζεται να αναμετρηθώ με ό, τι εμποδίζει την πρόσληψη των εννοιών, τις οποίες έχει αναλάβει να προωθεί ή του έχουν αναθέσει οι ιερείς του σιντοϊσμού να κομίζει. Διαβάζω χωρίς αντιστάσεις συνεπώς το κάθε άλλο παρά ακατάληπτο μήνυμα του κορμού του: όχι υπεροψία, αλλά φρόνηση διατήρησης της ιστορικής μνήμης. Δεν θέλει να συγκαταλέγεται σε ό, τι καταλήγει στη μαύρη τρύπα της Ιστορίας. Αποτελεί σαφώς το ζωντανό ξύλο της εθνικής μνήμης. Γι΄ αυτό και δεν είναι τυχαία η διαρκής, η έντονη παρουσία του τόσο στο κέντρο, όσο και στην ευρύτερη περιφέρεια του κήπου.
*
Η απόσταση που χωρίζει τα δύο μεγάλα δέντρα, που μας περιμένουν στην αυλή του Μνημείου Μέιτζι, δεν πρέπει να ξεπερνά τα δέκα μέτρα. Ένα χοντρό σχοινί από ρύζι θέλει να τα φέρει το ένα κοντά στο άλλο. Οι άκρες του είναι δεμένες ψηλά στα πρώτα κλαδιά. Πρόκειται για το σιρικούμε-νάβα ή σιμενάβα επί το απλούστερον. Εμποδίζει αποτελεσματικά, μου λένε οι φίλοι που ζουν εδώ, την είσοδο του Κακού στην περίοπτη σκηνή. Δείχνει όντως τόσο ανυπεράσπιστο, τόσο τρωτό στην υποτροπική υγρασία. Κι όμως είναι το σύνορο του πνεύματος, που δεν μπορεί να μολύνει ή να υπερβεί ο εφιάλτης των όποιων δεινών. Οι φύλακες του μνημείου εμπιστεύονται απολύτως αυτό το καθαγιασμένο σχοινί. Είναι και το δικό τους, άλλωστε, φυλαχτό. Απαραμείωτο τιμαλφές στη διάρκεια των δεκαετιών επιτήρησης του Ιερού.
H επιδιωκόμενη, άρα η καλοδεχούμενη συνύπαρξη είναι γεγονός. Επιτυχείς ωσμώσεις νόησης και φύσης. Ένας ξένος, εγώ, δύναμαι. Γι΄ αυτό κι επιχειρώ να χωρέσω σταδιακά στην προτεινόμενη ύλη του συμβολικού. Η πιθανή ενσωμάτωσή μου στις προτάσεις του κήπου ένα βήμα μπροστά χωρίς ενδοιασμούς: ναι, ανήκουμε πλέον, όσοι θέλουμε, στο συνεχές είναι του. Κατά τα άλλα, εννοείται, υφίσταται σε διαλεκτικούς, αντίποδες η διαφορετική, η μυστηριακή εκείνη φύση. Η εξ αντικειμένου άλλη. Η μεταμορφωμένη, συχνά πυκνά εδώ, σε πείσμωνα λαίλαπα. Το τσουνάμι. Η ανυπότακτη Ουσία. Λαμβάνοντας υπόψιν ένα μέρος της διδασκαλίας του σιντοϊσμού, θέλω να γειωθώ στην αλήθεια των εξής αποτιμήσεων, όπως απαντούν επί λέξει στο κρίσιμο έργο του Marcel Gauchet, με τίτλο Η απομάγευση του κόσμου: «εξού και η διπλή εκτίμηση που τόσο συχνά συναντούμε στους παρατηρητές των παραδοσιακών πολιτισμών: από τη μια, έχουμε μια φύση για τον άνθρωπο ή, τουλάχιστον, μια εξανθρωπισμένη φύση, ενσωματωμένη στο δίκτυο των σημείων και την οικεία υφή της καθημερινότητας, και, από την άλλη, μια φύση εξοβελισμένη, ακατοίκητη, εξωτερική, παρά την καταγωγική της εγγύτητα. Μόνο πρόσφατα αυτή η δυαδικότητα κατέρρευσε και η φύση έγινε εκ νέου ενιαία, αδειάζοντας μεν από ανθρώπινη παρουσία και σημαίνουσα εμψύχωση, ερχόμενη όμως πιο κοντά, αποκτώντας παρουσία και σφαιρική συνοχή αντικειμένου αναμέτρησης. Ούτε συνάφεια, ούτε άγνοια, ούτε οικειότητα, ούτε απουσία: είναι μπροστά μας μας ολόκληρη, ριζικά εξωτερική και απολύτως ιδιοποιήσιμη». Με ποια ορμή άραγε το οποιοδήποτε υποκείμενο μπορεί να βγει από εδώ σε λίγο, υπονοώντας ή δηλώνοντας με αυθάδεια υπεροχή, προτεραιότητα ή κλέος;
*
Ακούω. Το δριμύ ψύχος διευκολύνει την ετοιμότητα των αισθήσεων. Οι προσευχές στο μεταξύ εντείνονται. Προσέρχομαι απρόσκλητος. Καθόλου διστακτικός, αλλά προσεκτικός. Η εμφανής καθαρότητα του φωνήματος συνεγείρει. Δεν αμφισβητείται η αυθορμησία των πολλαπλών υποκλίσεων μπροστά στα πειστήρια του θεϊκού παράγοντα. Αυτό που θα μπορούσε να μείνει σταθερά στο στάδιο ενός απλού, βαρετού, μουρμουρητού, εξελίσσεται δραστικά κάθε πρωί σε ιδιόμελη υπενθύμιση του Εκεί.
*
Ένα άλλο ιερό δέντρο, όχι πολύ μακριά από το Μνημείο, περιστοιχίζεται από παραλληλόγραμμα πινακίδια, σαράντα επί είκοσι εκατοστών περίπου το καθένα. Προσεκτικά αναρτημένα, από μακριά δείχνουν σα να πρόκειται για λιλιπούτειες τυπογραφικές πλάκες. Στην πίσω πλευρά τους αναγράφονται τα συγκεκριμένα αιτήματα των πιστών προς τους θεούς. Η δημοσιοποίησή τους δεν τα αποστερεί βέβαια από την αξία τους. Παραμένουν αποκλειστικά σήματα προς το υπερπέραν. Τα διαβάζουν τώρα οι ιερείς, το ένα μετά το άλλο, αφού έχουν τελειώσει πρώτα με τις καθιερωμένες προσευχές στο πλαίσιο της Μικεσάι, της πρωινής δηλαδή, καθημερινής λειτουργίας. Η έλευση του θανάτου δεν διακόπτει, φαίνεται κι εδώ, τη ζωή της απομνημόνευσης. Ιερείς, προσκυνητές και περαστικοί συγκρατώ ότι συμπεριφέρονται σαν να έχουν ενώπιον τους τον Αυτοκράτορα Μέιτζι και τη σύζυγό του. Το αΐδιον προέχει ως εθνικό, οξυκόρυφο απόκτημα. Παρά τον αρκετά μεγάλο αριθμό των επισκεπτών, δεν διαταράσσεται η απαραίτητη ησυχία και η ευλάβεια στο εσωτερικό του Μνημείου. Από ό,τι μαθαίνω από διάφορες πηγές, η άτυπη συμφωνία της διαφύλαξης μιας ατμόσφαιρας άδολου σεβασμού διατηρείται αναλλοίωτη στο πέρασμα του χρόνου: consensus omnium. Ένα άλλο Τόκιο, αυτό των θρησκευτικών τελετών, αποτελεί αναμφίβολα μιαν ιδιαίτερη πτυχή μεταφυσικής τάξης στα δυτικά νερά του Ειρηνικού Ωκεανού.
*
Οι τυπικές αντιδράσεις από τις πρώτες επαφές ενός υποψιασμένου περιηγητή με τις συντεταγμένες αυτές, όπως τις αποτυπώνει ο Σαντιάγκο Γκαμπόα στο βιβλίο του με τίτλο Νυχτερινές ικεσίες, έχουν ως εξής: «Στο Τόκιο όλα μου φάνηκαν εξωπραγματικά, φαντασμαγορικά. Είχα διαβάσει Μουρακάμι και φανταζόμουν την πόλη σαν ένα σύνολο από ψυχρές φράσεις, παγωμένες ενίοτε, που μιλούσαν για μοναχικούς ανθρώπους, καφετέριες που έμεναν ανοιχτές όλη νύχτα και νέους που δεν κατάφερναν να βρουν μια θέση στον κόσμο και απομονώνονταν σε μικρά ορεινά χωριά, έτσι το φανταζόμουν εγώ, ένα μέρος όπου όλοι ζούσαν βουτηγμένοι στις εμμονές τους». Η δράση των εικόνων από τη λογοτεχνία συναγωνίζεται επάξια εκείνη των εικόνων του λεγόμενου πραγματικού. Ξεφυλλίζω εδώ και μέρες ένα κεφάλαιο του Τόκιο. Προσπαθώντας να διακρίνω, όσο γίνεται, τον συσσωρευμένο μύθο του από την όποια μετρήσιμη αλήθεια του, αντιπαραβάλλω τα διαδοχικά συμπεράσματα, προσεγγίζω από την αρχή τους κρίσιμους συσχετισμούς, αναπροσανατολίζομαι δηλαδή, εμπιστευόμενος, μεταξύ άλλων, τόσο το ένστικτό μου, όσο και την ενδεχομένως υπερβατική διάσταση των πραγμάτων. Όσο κι αν αυξάνει η ηλικία των εντυπώσεων, η έντασή τους παραδόξως δεν μειώνεται. Το ξέρω από τώρα. Θα βρεθώ και πάλι εδώ, ανταποκρινόμενος ξανά στην πρόσκληση της ζωτικής επανάληψης. Προτού προλάβει η επιλεκτική λήθη να ακυρώσει ή να συναιρέσει παρεκκλίνουσες δομές, χρήσιμες λεπτομέρειες ή σημαδιακούς χαρακτήρες τοπίων. Στο μεταξύ, άρχισε να σκοτεινιάζει. Όχι απειλητικά, μάλλον συναινετικά. Αφήνοντας το πάρκο στην ησυχία του, συμφωνήσαμε χωρίς ενδοιασμούς να μπούμε στο πλησιέστερο μπαρ. Το σακέ θα νοηματοδοτούσε εκ του ασφαλούς τις υπόλοιπες ώρες, συμπληρώνοντας έτσι στην πράξη την διαδικασία της μύησης σε ορισμένα ιδιώματα της πόλης.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Santiago Gamboa, Νυχτερινές ικεσίες, μετάφραση: Βασιλική Κνήτου, εκδ. Πόλις 2017
Marcel Gauchet, Η απομάγευση του κόσμου. Μια πολιτική ιστορία της θρησκείας, μετάφραση: Άντα Κλαμπατσέα, εκδ. Πατάκη 2011
Lásló Krasznahorkai, H μελαγχολία της αντίστασης, μετάφραση Ιωάννα Αβραμίδου, εκδ. Πόλις 2016
Matsuo, Bashō, The Essential Bashō, μετάφραση: Sam Hamill, εκδόσεις Shambhala, Βοστόνη 1999
ΒΡΕΙΤΕ ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΤΟΥ Γιώργου Βέη ΣΤΟΝ ΙΑΝΟ