Ο Καβάφης και η μουσική

Ο Καβάφης και η μουσική

Με βά­ση το σύ­νο­λο των πά­σης φύ­σε­ως κει­μέ­νων που μας άφη­σε, ο Κα­βά­φης δεν θα πρέ­πει να εί­χε ου­σια­στι­κή σχέ­ση με τη μου­σι­κή – με την έν­νοια του να δια­βά­ζει μου­σι­κή ή να παί­ζει κά­ποιο όρ­γα­νο. Όμως ότι θα τον εν­διέ­φε­ρε η μου­σι­κή, ηχο­γρα­φη­μέ­νη ή ζω­ντα­νή και μά­λι­στα όλα τα εί­δη της, τό­σο ως ακρο­α­τής όσο και ως γνώ­στης, σε γε­νι­κές γραμ­μές φα­ντά­ζο­μαι, της ιστο­ρί­ας της, αυ­τό εί­ναι σί­γου­ρο.
Θα πρέ­πει να ήταν ενη­με­ρω­μέ­νος για πολ­λά: Για τον μύ­θο του Λό­ε­γκριν (βλ. δύο σχε­τι­κά ποι­ή­μα­τα στα Ανέκ­δο­τα ποι­ή­μα­τα 1882-1923, επιμ. Γ.Π. Σαβ­βί­δη, Ίκα­ρος 1982, 103 κ.ε.), για το βίο του Βά­γκνερ (βλ. Μι­χα­ή­λα Κα­ρα­μπί­νη-Ια­τρού, Η βι­βλιο­θή­κη Κ.Π. Κα­βά­φη, Ερ­μής 2003, 14 αρ. 42 – την ευ­χα­ρι­στώ θερ­μά), για να εί­ναι σε θέ­ση να κά­νει αρ­νη­τι­κή κρι­τι­κή της πα­ρά­στα­σης των Μπο­έμ του Που­τσί­νι που εί­δε σε θέ­α­τρο της οδού Στα­δί­ου στη διάρ­κεια της πρώ­της επί­σκε­ψής του στην Αθή­να το 1901 (Κα­βά­φη, Πε­ζά, Γ.Α. Πα­που­τσά­κης, Νέα Βι­βλιο­θή­κη Φέ­ξη 1963, σ. 281).
Τον συ­γκι­νεί βα­θύ­τα­τα το θλιμ­μέ­νο τρα­γού­δι από μία λέμ­βο «απλών χω­ρια­νών», στα Θε­ρα­πιά του Βο­σπό­ρου, για την μα­ταιό­τη­τα των αν­θρω­πί­νων στο πε­ζό «Μία νυξ εις το Κα­λι­ντέ­ρι» (Πε­ζά, σ. 189): «Εί­ναι η φυ­σι­κή μου­σι­κή. Εί­ναι η αλη­θής μου­σι­κή, νο­μί­ζω, της ψυ­χής, όπως η άσπλα­χνος βοή του κλει­δο­κυμ­βά­λου του σα­λο­νιού εί­ναι η μου­σι­κή της δια­τα­ρά­ξε­ως των νεύ­ρων». Πα­ρα­θέ­τει μά­λι­στα και τα λό­για από αυ­τό το τρα­γού­δι.
Όμως ο Κα­βά­φης θα πρέ­πει να δέ­χτη­κε την επί­δρα­ση των στί­χων αλ­λά και της ατμό­σφαι­ρας του ελα­φρού ελ­λη­νι­κού τρα­γου­διού του με­σο­πο­λέ­μου. Όχι άμε­ση, αλ­λά του από­η­χού του. Εί­ναι σί­γου­ρο ότι σύ­χνα­ζε για κα­φέ σε ξε­νο­δο­χεία της Αλε­ξάν­δρειας και όχι μό­νο, δη­λα­δή σε χώ­ρους ψυ­χα­γω­γί­ας και κοι­νω­νι­κής συ­να­να­στρο­φής όπου θα παι­ζό­ταν και δί­σκοι από ελα­φρά ελ­λη­νι­κά τρα­γού­δια. Δεν θα επι­χει­ρή­σω να ανα­φερ­θώ σε συ­γκε­κρι­μέ­να πα­ρα­δείγ­μα­τα, μό­νο ένα δύο:  « Ωραία λου­λού­δια και άσπρα…». ή «Δεν τα ηύ­ρα πια ξα­νά …» Θα μπο­ρού­σε κα­νείς να ανα­τρέ­ξει στην αν­θο­λο­γία του Κώ­στα Μυ­λω­νά, Ιστο­ρία του ελ­λη­νι­κού τρα­γου­διού (1824-1960), Α΄ τό­μος, Κέ­δρος 1984. Αλ­λά και στα δε­κά­δες CD σει­ράς  που εί­χε προ­σφέ­ρει αθη­ναϊ­κή εφη­με­ρί­δα πριν από με­ρι­κά χρό­νια. Η όποια σχέ­ση/επί­δρα­ση, ανα­φέ­ρε­ται στον λυ­ρι­σμό ερω­τι­κών του ποι­η­μά­των, όσων  απη­χούν αυ­τόν τον χω­ρίς για­τρειά ερω­τι­κό σπα­ραγ­μό ελα­φρών τρα­γου­διών του με­σο­πο­λέ­μου. Εί­ναι δου­λειά της θε­ω­ρί­ας της λο­γο­τε­χνί­ας να μας δεί­ξει με ποιους μη­χα­νι­σμούς και δια­δι­κα­σί­ες γί­νε­ται η με­τα­μόρ­φω­ση. Αν βέ­βαια πο­τέ θα ήταν δυ­να­τό.

Αυγ./Σε­πτ. 2018

ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: