Στη στήλη «Επιστολές ή περί άλλα...» δημοσιεύονται ενδιαφέρουσες επιστολές γνωστών καλλιτεχνών (συγγραφέων, μουσικών, ζωγράφων,...) απευθυνόμενες σε φίλους, συναδέλφους, οικείους ή απλώς γνωστούς, στις οποίες αναφέρονται σε θέματα που ουδεμία σχέση έχουν με το καλλιτεχνικό τους έργο ούτε, ει δυνατόν, με τις τέχνες γενικότερα. Μπορεί να πρόκειται για θέματα προσωπικά ή επικαιρότητας, να αφορούν τραγικά συμβάντα ή να σατιρίζουν καταστάσεις και ανθρώπους. Το πιο σημαντικό κριτήριο για την επιλογή τους θα είναι το ενδιαφέρον που παρουσιάζουν, φυσικά, αλλά και το κατά πόσο, μέσα από αυτές, διαφαίνονται πλευρές της προσωπικότητας των επιστολογράφων ή των αποδεκτών, που απέχουν ή και επιβεβαιώνουν τη συμβατική εικόνα που έχουμε διαμορφώσει στο νου μας για τους καλλιτέχνες αυτούς σαν άτομα.
Ως εκ τούτου, η επιλογή των επιστολών θα είναι καθαρά υποκειμενική.
Επιστολές ή «Περί άλλα...»
ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΤΟΥ ΒΑΡΛΑΜ ΣΑΛΑΜΟΦ
ΣΤΗ ΝΑΝΤΙΕΖΝΤΑ ΜΑΝΤΕΛΣΤΑΜ
————————
Αύγουστος 1965
Αγαπητή Ναντιέζντα Ιακόβλεβνα
Σκότωσαν τη γάτα μου τη Μούχα.1 Με μια σφαίρα στο κεφάλι. Μέρα-μεσημέρι, στις μοσχοβίτικες ζούγκλες. Ένας στρατηγός την πυροβόλησε. Στη Δύση, υπάρχουν παντού εταιρείες προστασίας των ζώων, η καταβολή ενός φόρου επιτρέπει στη κυβέρνηση να προστατεύει τα ζώα. Εδώ σ’εμάς, μόνο ο θάνατος, η δολοφονία, θεωρούνται υποθέσεις τιμής, δόξας. Οι μαζικές δολοφονίες των γάτων και των ανθρώπων είναι ένα από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του σοσιαλισμού, της σοσιαλιστικής δομής.
Τα ζώα αποτελούν, αναμφισβήτητα, μέρος του ανθρώπινου κόσμου. Τον εξευγενίζουν και αντιλαμβάνονται πολύ περισσότερα πράγματα από ό,τι σκεφτόντουσαν ο Παβλόφ και ο Ντούροφ. Τα ζώα είναι φτιαγμένα με καλύτερα υλικά από τον άνθρωπο και φέρνουν στη ζωή μας πολλή αγάπη, και ασύγκριτα περισσότερη πνευματική υγεία από τον περίφημο «πράσινο φίλο».2 Η κόλαση των ζώων είναι τρομερή. Χτες κατάφερα να εξασφαλίσω την άδεια να μου δείξουν την κλούβα για τα αδέσποτα γατιά, δηλαδή τις «μαζικές συλλήψεις» που γίνονται στους δρόμους της Μόσχας από την κτηνιατρική επιθεώρηση. Η γάτα μου η Μούχα δεν υπάρχει πια. Παντού στην πόλη έχει τοιχοκολληθεί κάλεσμα της κυβέρνησης για την εξολόθρευση των γατιών, ακόμα και η οικιακή μου γάτα η Μούχα έγινε για το Κράτος αιτία πολέμου. Και σε αυτό ακόμα το θέμα, τα συμφέροντά μας, οι απόψεις μας, οι ενέργειές μας συγκρούονται βίαια. Ο κτηνίατρος της γειτονιάς μού είπε ότι δεν σκοτώνουν τις γάτες αμέσως, αλλά την επομένη: «Πηγαίνετε σ’αυτή την κλούβα, αυτόν το μοσχοβίτικο θάλαμο αερίων». Τα κατάφερα, μετά από πολλές ενέργειες και παρακάλια, να εισχωρήσω σε αυτή τη «καραντίνα για ζώα». Καλύτερα να μην είχα πάει: πρόκειται για μια τεράστια πέτρινη αποθήκη, και κάτω, στο κάτω πάτωμα, μεγάλα σιδερένια κλουβιά γεμάτα σκύλους, στη μέση ένας ανοιχτό αυλάκι κωνικού σχήματος, για τα ούρα και, πάνω από τα μεταλλικά κλουβιά για σκύλους, σιδερένια κιβώτια μεγέθους ταχυδρομικού δέματος για φρούτα, ας πούμε κούτας οκτώ κιλών, φραγμένα με σιδερένια κάγκελα και γεμάτα μέχρι πάνω με γάτες κάθε χρώματος και κάθε τριχώματος. Είχαν ήδη προσευχηθεί στον θεό των ζώων και περίμεναν το θάνατο. Τα μάτια όλων των γατιών – και γνωρίζω καλά τα μάτια της γάτας – ήταν όλα ίδια, απόντα. Κανένα ανθρώπινο πλάσμα δεν μπορούσε πια να τα σώσει από τον θάνατο και από τους ανθρώπους. Οι γάτες δεν περίμεναν τίποτε άλλο από τον θάνατο.
Ακόμη πιο τρομερό ήταν ένα κλουβί όπου είχαν πεταχτεί ανάκατα γατάκια διαφόρων ηλικιών, από νεογέννητα έως κάποιων μηνών.
Έφυγα αφού ευχαρίστησα τη διεύθυνση για την ανθρωπιά της, για την «ανθρώπινη» στάση της προς εμένα και όχι προς τις γάτες, γιατί αρχικά δεν ήθελαν να μου δείξουν τίποτα. Ήταν «όχι, δεν υπάρχει περίπτωση». Μετά, κατάφερα να δω αυτή την κόλαση. Τα σιδερένια κλουβιά έχουν μια αλυσίδα που χρησιμεύει για να κρεμάνε το κιβώτιο στο γάντζο του θαλάμου αερίων. Έψαξα μισή ώρα τα κλουβιά αυτά, δεν βρήκα όμως τη Μούχα. Σκέφτηκα να δείξω μιά γάτα, στην τύχη, για να τη γλυτώσω από την κόλαση αυτή, μετά όμως άλλαξα γνώμη.
Πιο τρομακτικό από όλα: σκεφτόμουν ότι καθώς θα διέσχιζα αυτό τον διάδρομο, τα ουρλιαχτά, οι κραυγές, τα κλάματα και οι υλακές που θα με υποδέχονταν με την είσοδό μου στην αίθουσα αυτή, θα ήταν η έκφραση μιάς ύστατης ελπίδας, η αναμονή ενός θαύματος, ότι όλη η ζωική ενέργεια αυτών των σκύλων και των γάτων θα πήγαινε προς αυτή την τελευταία στιγμή, την τελευταία ελπίδα… Τα ζώα με δέχτηκαν μέσα σε νεκρική σιγή. Ούτε ένα κλαψούρισμα, ούτε ένα γαύγισμα, ούτε ένα νιαούρισμα.
1.
Μούχα (Муха), στα ρωσικά σημαίνει μύγα.
2.
Η φύση (σημ. Γαλλικής έκδοσης).
Ο Βαρλάμ Σαλάμοφ (1907-1982) όταν έγραψε την επιστολή αυτή είχε ήδη καταδικαστεί για πρώτη φορά, ως τροτσκιστής, και είχε σταλεί σε στρατόπεδο εργασίας στα Ουράλια (1929-1932) και ξανά, για «αντεπαναστατική τροτσκιστική δράση» και «αντεπαναστατική προπαγάνδα» σε γκουλάγκ, στην Κολιμά (1937-1942 και 1943-1953), που τον σημάδεψε για όλη την υπόλοιπη ζωή του. Μέχρι τότε είχε δημοσιεύσει μόνο κάποιες ποιητικές συλλογές, έγραφε όμως τις ιστορίες από τα γκουλάγκ που θα αποτελούσαν το κορυφαίο έργο του, τις Ιστορίες από την Κολιμά, που δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στο εξωτερικό το 1966 και στη Ρωσία το 1987.
Η Ναντιέζντα Μαντελστάμ (1899-1980), χήρα του Οσίπ Μαντελστάμ, μετά το θάνατο του συζύγου της το 1938 σε στρατόπεδο μεταγωγής, έζησε πολλά χρόνια σχεδόν σα νομάδας για να αποφύγει τη σύλληψη. Τη χρονιά που γράφεται η επιστολή αυτή ζούσε πλέον στη Μόσχα, καθώς τον προηγούμενο χρόνο τής είχε δοθεί η σχετική άδεια από τις Αρχές. Είχε ολοκληρώσει τη συγγραφή του βιβλίου της Ελπίδα στα χρόνια της απελπισίας, που δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στο εξωτερικό το 1970.