Αριάδνη
Την ώρα που με πρόδιδες,
σκεπάστηκα με δάφνη,
με πλίνθους έχτισα λαβύρινθο,
κι έκλεισα μέσα του,
την εκπνοή του καραβιού,
όλο το διάστημα,
παραληρούσαν περιστέρια,
πευκοβελόνες μύριζαν γκρεμό,
έκοψα τότε τον μίτο,
σε ακούμπησα νεκρό,
στο όστρακο της μνήμης.
Κίρκη
Με μολυβένια δάκρυα,
πενθεί η Πηνελόπη,
το ακατέργαστο ταξίδι σου,
μέσα στο κορμί μου,
το ξέρει,
πως θα υποδεχθεί ένα ξένο,
τώρα που η νύχτα αθωώνεται,
πλημμυρισμένη άστρα.
Πηνελόπη
Περνάω το βελόνι,
στα νήματα των άλλων,
μπλέκομαι μέσα τους,
σα μαύρο περιστέρι,
στο εφήμερο κενό.
Υφαίνω προθεσμίες,
δικαιωμένες ηδονές,
απάτες,
υπόγειες αναβολές,
υφαίνω αίμα,
κι ωστόσο εμπρός του τρέμω,
σαν κύμα στον ωκεανό,
που λίγο πριν πεθάνει,
αγγίζει την ακτή,
σα νεογέννητη απουσία.