Τρία ποιήματα

Μετάφραση: Γιώργος Ρήγας

Η Ρω­σί­δα ποι­ή­τρια Ιρί­να Ρα­του­σίν­σκα­για, γεν­νη­μέ­νη το 1954 στην Οδησ­σό της –σο­βιε­τι­κής τό­τε– Ου­κρα­νί­ας, σπού­δα­σε Φυ­σι­κή στο πα­νε­πι­στή­μιο της Οδησ­σού, και διο­ρί­στη­κε στην πρω­το­βάθ­μια εκ­παί­δευ­ση ως δα­σκά­λα. Έν­θερ­μη χρι­στια­νή, κι ενώ ήδη εί­χε αρ­χί­σει να γρά­φει ποί­η­ση με θρη­σκευ­τι­κό πε­ριε­χό­με­νο, εμ­φυ­σού­σε τις προ­σω­πι­κές της αξί­ες στους μα­θη­τές της, ερ­χό­με­νη σε αντί­θε­ση με το κυ­ρί­αρ­χο σύ­στη­μα εκ­παί­δευ­σης που προ­ω­θού­σε τον αθεϊ­σμό. Η στά­ση της αυ­τή εί­χε ως συ­νέ­πεια να κα­τη­γο­ρη­θεί για «αντι­σο­βιε­τι­κή προ­πα­γάν­δα», και να μπαι­νο­βγαί­νει στις φυ­λα­κές και στα στρα­τό­πε­δα ερ­γα­σί­ας για τέσ­σε­ρα χρό­νια. Μέ­σα στη φυ­λα­κή συ­νέ­χι­σε να γρά­φει ποι­ή­μα­τα, τα οποία κα­τά­φερ­νε να τα φυ­γα­δεύ­ει στον σύ­ζυ­γό της, κι εκεί­νος με τη σει­ρά του στο εξω­τε­ρι­κό, με απο­τέ­λε­σμα η φή­μη της να εξα­πλω­θεί στη Δύ­ση σε βαθ­μό που να απο­τε­λεί μια απ' τις πιο διά­ση­μες αντι­φρο­νού­σες του «σι­δη­ρού πα­ρα­πε­τά­σμα­τος», και να ξε­κι­νή­σει μια διε­θνής κα­μπά­νια για την απε­λευ­θέ­ρω­σή της που επι­τεύ­χθη­κε τε­λι­κά το 1986. Το 1988 εξέ­δω­σε το αυ­το­βιο­γρα­φι­κό βι­βλίο Γκρι, το χρώ­μα της ελ­πί­δας, όπου πε­ριέ­γρα­ψε με ιδιο­φυή συγ­γρα­φι­κά τρό­πο τις συν­θή­κες της ζω­ής της στις φυ­λα­κές.
Πέ­θα­νε το 2017 στη Μό­σχα.

Τρία ποιήματα

ΟΙ ΣΕΠΤΕΜΒΡΗΔΕΣ ΜΟΥ


Οι Σεπτέμβρηδές μου είναι πέρα απ' τις θάλασσες.
Δε θ' αρχίσουμε να ονειρευόμαστε ο ένας τον άλλον.
Η πόλη με τα χαμηλά φανάρια
που κουράζουν τα βλέφαρα,
εσύ που τρέφεις τους δικούς σου παλιάτσους
εκεί όπου ο χρόνος είναι τοίχος βουβός,
εσύ που μπορείς έτσι να γελάς,
όπως άλλοι σπάζουν ένα καρβέλι ψωμί.
Σου εύχομαι ωραίους καιρούς!
Χαμογέλα!
Κρατώ την αναπνοή μου.
Κοίτα, είμαι κι εγώ της δικής σου ράτσας.
Δεν θα χαλάσω με κλάματα τον αποχαιρετισμό.

(1979)


[ ΑΤΙΤΛΟ ]

Αν βγούμε αποβραδίς κατευθείαν στο χορτάρι,
πάνω στης ασφάλτου τις ρωγμές, στο σκότος των φυτών,                                                                                          
τότε αύριο και στον ξύπνιο μας θα γίνει αληθινό
εκείνο το απίθανο καλοκαίρι των πιο αίσιων οιωνών.                                                                                         '
Ολα τα σημάδια στη βροχή,
όλες οι βροχές στο σιτάρι,
κι όλοι οι ταχυδρόμοι θα ‘χουν καλά νέα.
'Ολα τα τριζόνια θα τραγουδούν,
ενώ οι δημιουργοί θα πεθαίνουν
από αγάπη για τα έργα τους, τα όμορφα σαν τραγούδια.                                                                            
Και τότε, και τότε θα πέσει το πέπλο,                                                                                        
και με μάτια όλο ενθουσιασμό
–αλλιώτικα από παλιά–
θα διαβάσουμε τα γράμματα που δεν είχαν φτάσει,
και των φίλων που δεν έζησαν
θα δικαιώσουμε τις ελπίδες όλες.
Και θα σηκώσουμε απ’ τις στάχτες
το χαρούμενο σπιτικό μας,
έτσι που να γεμίσει έμπνευση και σιγουριά.
Πόσο ευτυχισμένοι θα είμαστε κάποτε, μετά!
Πόσο έχουμε ανάγκη να προφτάσουμε να το ζήσουμε!
Κι όχι εμείς, μα κάποιοι που έχουν τόσο αγαπηθεί.

(1983)

[ ΑΤΙΤΛΟ ]

Μάθαμε, σίγουρα, να σφραγίζουμε τον χρόνο σε κονσέρβες,
και την πηχτή νυχτιά ανακατώναμε μ' όλες τις εποχές.
Αυτός ο αιώνας όλο σκοτεινιάζει, μα θ' αργήσει ο εικοστός πρώτος να φανεί,
για να σβήσουμετα ονόματα απ' τον τοίχο της φυλακής του χθες.
Τον γεμίζαμε με τις φωνές φίλων που έφυγαν,
με τα ονόματα παιδιών που δεν γεννήθηκαν, προσβλέποντας σ' έναν καινούργιο.
Με τόση αγάπη τον φορτώναμε, κι ας μην ήματαν οι ίδιοι κωπηλάτες
στη γαλέρα του, ούτε βέβαια προσκεκλημένοι στο κατάστρωμά του.
Μα αφού κρύψαμε το φορτίο μας κάτω από χοντροπλεγμένη ψάθα,
ακόμα προλαβαίνουμε με τις χούφτες να φυτέψουμε τον σπόρο.
Θα πληγώσουμε τις παλάμες, αλλά θα ξεδιαλέξουμε απ' τη σπορά
τα δόντια του δράκου, που να θεριέψει είναι γραφτό μετά από εμάς.

(1984)

 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: