Ο Nαζουάν Νταρουίς γεννήθηκε το 1978 στην Ιερουσαλήμ. Το New York Review of Books, τον περιέγραψε ως «έναν από τους σημαντικότερους άραβες ποιητές τής γενιάς του» ενώ, το 2014, συμπεριέλαβε το βιβλίο του με τίτλο Δεν έχω τίποτα να χάσω ως ένα από τα καλύτερα ποιητικά βιβλία της χρονιάς. Το 2009, το Hay Festival of Beirut τον ανακήρυξε έναν από τους καλύτερους νέους Άραβες δημιουργούς κάτω των 40. Θεωρείται πλέον από τους σπουδαιότερους ποιητές της αραβικής γλώσσας. ενώ το έργο του έχει μεταφραστεί σε περισσότερες από είκοσι γλώσσες. Από το 2015 διευθύνει το αραβόφωνο λογοτεχνικό περιοδικό Al Araby al Jadid που εκδίδεται στο Λονδίνο. Η ποιητική του συλλογή Δί-χως, θα κυλοφορήσει προσεχώς στα ελληνικά σε μετάφραση, από τα αραβικά, της Πέρσας Κουμούτση.
Μια χώρα που ονομάζεται Τραγούδι
Επισκέπτης από την Κόλαση
Είμαι και εγώ ένας από τους κατοίκους της κόλασης, κύριε.
Πολλά χρόνια, κατοικώ εδώ,
αξίζω, άραγε, να γίνω μόνιμος πολίτης;
Ακόμη και εδώ, στην κόλαση
υπάρχουν ιδιοκτήτες που απαιτούν ενοίκιο
και εδώ, οι ενοικιαστές εκδιώκονται..
Πιστέψαμε, ότι στην κόλαση θα βρίσκαμε σταθερότητα,
μια μόνιμη κατοικία.
(Στην πραγματικότητα την φανταστήκαμε σαν μια φυλακή,
όπου καμία οργάνωση δεν καταγγέλλει τα βασανιστήρια
και οι εκτελεστές άγγελοι δεν λογοδοτούν ποτέ σε κανέναν.)
Αλλά εδώ, στην κόλαση που βρισκόμαστε τώρα,
δεν ισχύει τίποτα απ όλα αυτά.
Ποιός θα το πίστευε, ότι θα κάθομαι ολημερίς,
με το ένα χέρι στο μάγουλο,
περιμένοντας παθητικά τη λύτρωση;
Ναι, εδώ στην κόλαση αυτά.
*
Στον παράδεισο και στην κόλαση έζησα πολλές φορές,
έζησα κατ’ επανάληψη και εκ περιτροπής.
Ώσπου ο παράδεισος έπαψε να θυμίζει πια παράδεισο
και η κόλαση σταμάτησε να φαντάζει κόλαση.
Εξάλλου, κουράστηκα να διασχίζω τον Ισθμό ανάμεσά τους.
Χθες, ονειρεύτηκα ότι βρισκόμουν στη σκοτεινή της παραλία,
κι ότι βουτούσα κάτω από τα κύματα.
Ήμουν ξυπόλυτος, ενώ κάτω από τη μασχάλη μου
είχα φυλάξει τα παπούτσια μου...
Σαν πίσσα ήταν σκοτεινή η θάλασσα
και εγώ έμοιαζα με άνθρωπο
που κρατά τις σόλες του παραμάσχαλα,
έτοιμος να αντιμετωπίσει κατάμουτρα τη μοίρα του.
*
Απόψε, όμως, δείλιασα να περάσω τον Ισθμό
Και είπα στον εαυτό μου, καλύτερα να κοιμηθώ,
για να επισκεφθώ την νεκρή οικογένειά μου.
Μόνο που τη βρήκα, τώρα, να ανοίγει διάπλατα την πόρτα
σε έναν επισκέπτη απ’ την Κόλαση.
Δεν είμαι ποιητής στη Γρανάδα
Όταν βρέθηκα να περιφέρομαι σα μαγεμένος στους δρόμους σου
κατάλαβα ότι η πόλη αυτή είναι και δική μου πόλη,
έτσι είπα στον εαυτό μου:
‘Ουδείς προφήτης στον τόπο του’
έτσι και εγώ, δεν είμαι ποιητής στη Γρανάδα.
Και σαν ένα αγόρι που αγωνίζεται για είκοσι και πλέον χρόνια στο δωμάτιό του
για να καταφέρει να σταθεί στα κατώτατα επίπεδα της ποίησης,
έτσι και εγώ πρέπει να αγωνιστώ σκληρά στο δικό σου δωμάτιο, χωρίς να με γνωρίζεις.
Πόσο μοιάζεις με τη χώρα μου, που σπανίως πια με βλέπει.
Με συνήθισε στη λησμονιά από τότε που με νανούριζε στην κούνια μου
Ώσπου η λησμονιά έγινε το σπίτι μου.
Η ευτυχία μου σήμερα είναι να με ξεχνούν,
σαν μια ροδιά που το αεράκι προσπέρασε ,
σ’ έναν από τους δικούς σου κήπους.
Μια χώρα που ονομάζεται Τραγούδι
Έζησα σε μια χώρα που ονομάζεται Tραγούδι.
Εκεί, αμέτρητες τραγουδiστριες μου χάρισαν την ιθαγένεια
Συνθέτες απ’ όλες τις γωνιές του κόσμου
συνέθεσαν για μένα πόλεις με πρωινά κι απομεσήμερα.
Περιδιάβαινα τη χώρα μου
σαν έναν ταξιδευτή που περιφέρεται στη Γη.
Η χώρα μου είναι το τραγούδι
μόλις διακοπεί, γίνομαι και πάλι πρόσφυγας.
Εσύ πατρίδα μακρινή
Πόσα υπνοδωμάτια χρειάζομαι
για να βρω τον ύπνο;
Πόσες καρέκλες,
για να καθίσω;
Και πόσους δρόμους πρέπει να διαβώ
για να φτάσω σε σένα, πατρίδα;
Αυτή τη φορά,
εγώ, θα είμαι εκείνος που θα σε εγκαταλείψει.
Θα φύγω μακριά και δε θα επιστρέψω.
Σειρά σου τώρα,