Σολ / Ωστόσο

Σολ
(άκου το)


Σηκώθηκε στα δύο πόδια και είχε τα μπροστινά άκρα για εργαλεία, ήτοι χέρια. Ονομάστηκαν έτσι γιατί συμμετείχαν στην αλλόφρονη χαρά της ανακάλυψης ενός αντικειμένου εξωτερικά προσδιορισμένου. Όμως και ο έρωτας ήθελε χέρια για να συμβεί, κατά προτίμηση τη σμίξη χεριών τουλάχιστο δύο ανθρώπων, στον χώρο, για οιονδήποτε χρόνο. Ο έρωτας ορίζεται ως η χρησιμοθηρική προέκταση της εξάσκησης των ανθρωπίνως εξελισσομένων σωματικών εργαλείων. Η σωστή τοποθέτηση της χείρας επί του άλλου, του αλλοφρόνως ιδωθέντος ως αντικειμένου, παράγει μουσική.


Ωστόσο

(σύνδεσμος εναντίωσης, γιατί όλα οφείλουν να αναιρεθούν στο τέλος)

Πες μου πού βρήκες το βότσαλο αυτό.
Δεν έχει κερασιές εδώ
κι οι χαμαιλέοντες είν’ εξαφανισμένοι
κι εσύ έχεις βότσαλο με τέτοιες αναιδείς εικόνες πάνω του
και δεν αναρωτιέσαι
ποιος τα ζωγράφισε, αν ήταν ραψωδός σε άλλη ήπειρο,
αυτά δεν απαντώνται εδώ πέρα.
Τα ιχνογραφημένα τα ακατάλληλα
στα χέρια σου αυτά κάνουν φασαρία
τ’ ανάγλυφα στο βότσαλο βράγχια κοράλλια λουλακί
η αφή τους άφεση απ’ τον κόσμο όπως τον ξέρεις,
αυτόν που κολοβώνει τα αρχιπέλαγα,
πες μου γιατί δεν το πετάς,
λοφία χρυσάφια ερπετά, έρχονται σέρνονται
ποδηλατούν στο πρόσωπο με χείλη
ερυθρά, περικοκλάδες περιπτώσεων, έστω η Σιβηρία,
έστω η πρώτη άνθρωπος, η ομορφιά που μεγαλώνει,
καινουργιώνει,
δες εντυπώσεις σ’ ένα βότσαλο
εγχάρακτες, τραύμα με χρώμα στρογγυλό,
πες πού το βρήκες.

Ξέρεις μπορεί
μια μέρα ένα βότσαλο να σε χτυπήσει στο κεφάλι απροσδόκητα
κι η ποίηση να σε καλωσορίσει.

 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: