Ραντεβού και αλλα ποιήματα

Ραντεβού και αλλα ποιήματα

Το μπάνιο

Μόνος, σαν τρυφερό κλωνάρι απέναντι στην αφεγγιά,
με μια γεύση αθανασίας κολλημένη στη γλώσσα,
βρήκα τον πόνο που έθαψα τον περασμένο αιώνα.
Ένιωσα την ηδονή της τιμωρίας στα πέλματα,
ήμουν ο τελευταίος άνδρας με χώμα στο στόμα
και γαρύφαλλο στο πέτο, που έγδερνε τις φτέρνες του στον βυθό.
Έπλυνα τα χέρια και κάθισα στο τραπέζι,
ο πατέρας με μια παγωμένη κατάνυξη με κέρασε αγκαλιές.
Χόρεψα με τα ολόλευκα κρίνα στη γλάστρα,
τον φίλησα μ' ένα άρωμα φτηνού κονιάκ στον αέρα κι έφυγα.

Άναψα την κίτρινη λάμπα πάνω από τον καθρέφτη,
βούρτσισα τα δόντια,
φόρεσα μαγιό και πήγα για μπάνιο ξανά
στον πάτο του Αχέροντα.


Περιπόθητο πρόσωπο

Όταν σε έχασα, τυλίχτηκα με σελοφάν,
σαν πετρωμένο γλυκό σε συνοικιακό ζαχαροπλαστείο.
Κύλησε το σιρόπι μου από καρότσες
στους ακατάστατους δρόμους που τρίζουν όπως οι πολυσύχναστες προβλήτες,
πάνω μου έμεινε μόνο μία γλοιώδης οσμή πεπονιού.
Γέμισα με κίτρινα φύλλα τα ζεστά μαξιλάρια,
έβαψα τα κιγκλιδώματα του κρεβατιού με αρμύρα.
Σε πανηγύρια έτρεξα, με χειρομάντισσες και σαλτιμπάγκους,
να με συγκλονίσουν οι γλυκές κιθάρες του μέλλοντος.
Γύρω σ’ όλη τη θάλασσα και στις παιδικές χαρές
που περιβρέχουν τα μουδιασμένα μάτια μου,
καμία αστραπή δεν ηλέκτρισε τη διαφεύγουσα τρυφερότητα,
κανένα φως δεν αναδύθηκε
συγκρατώντας τα σύνορα του χειμώνα.


Ραντεβού

Δαμάσκηνο τα χρώματα της σημερινής ημέρας,
δεν ξέρω αν είμαι κερδισμένος από χειμώνες ή καλοκαίρια.
Στέκομαι για λίγο πλάι στη λίμνη,
ούτε ένα φύλλο πάνω στα δέντρα,
τούτος ο απρόσωπος αγέρας σαπίζει τις μνήμες.
Ο γούνινος μανδύας σέρνεται πίσω μου
μ' έναν θόρυβο χαμένων ονείρων.
Φεγγάρια από οπαλίνα δεν με κρατάνε πια.
Απόψε που θα σε συναντήσω κάτω απ' το μάρμαρο
θα είναι όλα αμόλυντα.

 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: