Με τον τρόπο του Ονόριο Μπούστος-Ντομέκ
There’s no such thing as silence. ——John Cage
Στις 24 Μαρτίου 2019, ο σπουδαίος λετονός πρωτοποριακός συνθέτης Έντουαρντς Γιάνσονς παρουσίασε για πρώτη (και ίσως τελευταία) φορά το συμφωνικό έργο του, Κonzert op. 72. H συναυλία δόθηκε στο Musiktheater του Γκέλζενκίρχεν, και η μυστικότητα γύρω από το έργο συνέβαλε ώστε τα εισιτήρια να έχουν εξαντληθεί ήδη από τον Ιανουάριο, αμέσως μόλις άνοιξε η προπώλησή τους. Ο Γιάνσονς σε καμία από τις συνεντεύξεις που είχαν προηγηθεί της πρεμιέρας δεν αποκάλυψε για το Konzert τίποτα παραπάνω από το ότι ήταν γραμμένο για ογδονταμελή συμφωνική ορχήστρα, και σε όλες πρόσθετε γελώντας: «…και για γεμάτη αίθουσα συναυλιών».
Η συναυλία ήταν προγραμματισμένη να ξεκινήσει στις 19.30΄, αλλά η έγκαιρη και αθρόα προσέλευση των ήδη ανυπόμονων φιλόμουσων αναχαιτιζόταν από αλλεπάλληλες ανακοινώσεις των μεγαφώνων που τους παρακαλούσαν να ανυπομονήσουν λίγο ακόμα στα ευρύχωρα και φιλόξενα φουαγιέ του θεάτρου. Στις 19.30΄ ακριβώς, εύτακτες ταξιθέτριες άνοιξαν με εκπληκτικό συγχρονισμό όλες τις πόρτες που οδηγούσαν στην πλατεία, στα θεωρεία και στους δύο εξώστες της Grosses Haus, και το εξίσου ευπειθές και αδιαμαρτύρητο κοινό άρχισε να γεμίζει την αίθουσα και, με υπόκρουση έναν δεύτερο καταιγισμό μεγαφωνικών μηνυμάτων που το καλούσε να έχει ολοκληρώσει το κάθισμά του σε οκτώ λεπτά, έψαχναν καθένας, αβοήθητος, τη θέση για την οποία είχε αγωνιστεί τόσο πολύ κι είχε πληρώσει τόσο πολλά.
Στις 19.38΄, πράγματι, τα φώτα στην αίθουσα χαμήλωσαν, οι συζητήσεις και οι όποιες –ήπιες– αντεγκλήσεις χαμήλωσαν κι αυτές ώσπου έσβησαν τελείως, η ίδια εξ ουρανών φωνή ανήγγειλε την επικείμενη έναρξη της συναυλίας και παρακάλεσε την απενεργοποίηση των κινητών τηλεφώνων, και τότε, από τ’ αριστερά κι απ’ τα δεξιά της φωταγωγημένης σκηνής άρχισαν να μπαίνουν οι μουσικοί της ορχήστρας και να καταλαμβάνουν τη θέση τους. Χειροκροτήματα (το κοινό), τριγμοί (οι καρέκλες), δυνατοί ψίθυροι (οι μουσικοί), τυχαίες νότες (τα όργανα). Όταν, όμως, σηκώθηκε ο εξάρχων και ζήτησε από το όμποε να του δώσει τη λα, αμέσως όλα τα όργανα έσπευσαν να συμμορφωθούν. Αυτή η αγαπημένη στους θιασώτες των συναυλιών τελετουργία του χορδίσματος κράτησε γύρω στα 4 λεπτά. Η ώρα, αν συνυπολογίσουμε την είσοδο και το κάθισμα της ορχήστρας, είχε πάει 19.56΄.
Ακολούθησαν τέσσερα λεπτά σιωπή, χρωματισμένη με διάσπαρτα βηχαλάκια και τον ήχο ενός ανυπάκουου κινητού (Μπολερό του Ραβέλ), ώσπου εμφανίστηκε ο μαέστρος (χειροκρότημα), διέσχισε ευθυτενής τα λίγα μέτρα ώς το κέντρο της σκηνής, χαιρέτησε διά χειραψίας τον εξάρχοντα, ανέβηκε στο πόντιουμ, στράφηκε προς το κοινό και υποκλίθηκε βαθιά (πολύ θερμό χειροκρότημα). Ύστερα ξαναγύρισε την πλάτη στο κοινό, αγκάλιασε με το βλέμμα όλη την ορχήστρα, σήκωσε τα χέρια, τα κατέβασε, κι αμέσως μόλις τα ξανανέβασε, ολόκληρη η ορχήστρα έπαιξε, με όλη τη δύναμη των χεριών και των εκπνοών τους, μια θριαμβική καταληκτική συγχορδία σε φα μείζονα που παρατάθηκε ώς τη στιγμή που ο μαέστρος έκανε τη γνωστή κυκλική χειρονομία με το δεξί του χέρι, και όλα τα όργανα σιώπησαν ταυτόχρονα. Αφού έμεινε για λίγο ακίνητος, ο μαέστρος στράφηκε ξανά προς το κοινό, υποκλίθηκε, κι ύστερα ζήτησε από τους μουσικούς του να σηκωθούν και τους χειροκρότησε.
Ο δίσκος με την ηχογραφημένη συναυλία* κυκλοφόρησε τρεις μήνες αργότερα και περιέχει τα πάντα: από την είσοδο του κοινού στο θέατρο ώς την αμήχανη σιωπή του στη διάρκεια της τελευταίας υπόκλισης του μαέστρου, ακόμα και, προς τιμήν του συνθέτη, τις έξαλλες κραυγές αποδοκιμασίας, την άτακτη αποχώρηση των εκτελεστών, τον πάταγο από δύο πόρτες που έσπαγαν γιατί οι ταξιθέτριες είχαν οδηγίες να τις κλειδώσουν πριν εξαφανιστούν για λόγους αυτοπροστασίας.
* Edwards Jansons., Konzert, op. 72 (2019): 1. Audience Entrance (Prestissimo), 2. Lights Dim-Announcements-Silence (Lento), 3. Orchestra Entrance and Tuning Up (Grazioso), 4. Conductor’s Entrance (Μaestoso), 5. Main Theme (Trionfante), 6. Finale (Tumultuoso), Norman Records ΗΤ89, 2019.