Καμιά χώρα δεν το δέχεται. Τρεις μήνες το Elbeik περιπλανιέται στη Μεσόγειο. Είναι παλιό ζωάδικο, κατά τη δημώδη έκφραση, ένα φορτηγό πλοίο ειδικά διαμορφωμένο για τη μεταφορά ζώων. Ξεκίνησε από κάποιο ισπανικό λιμάνι στα μέσα Δεκεμβρίου με προορισμό τη Λιβύη. Mεταφέρει ταύρους για αναπαραγωγή και λοιπά βοοειδή για σφαγή. Βρισκόταν εν πλω όταν διαδόθηκαν οι φήμες πως τα ζώα είχαν αφθώδη πυρετό. Οι αγοραστές έκαναν πίσω. Κι η Λιβύη απαγόρευσε τον κατάπλου. Έπειτα η μια χώρα μετά την άλλη καλούσαν το πλοίο να αποχωρήσει από τα ακριβοθώρητα εθνικά τους ύδατα. Κανείς δεν θέλει ένα άρρωστο φορτίο. Ιταλία, Τυνησία, Κύπρος, Τουρκία και Ελλάδα αρνήθηκαν οποιαδήποτε ανάμειξη. Μάλιστα οι ελληνικές αρχές επικαλέστηκαν κάποιο κενό στη σχετική νομοθεσία. Ο ελλιμενισμός του ζωάδικου δεν του επιτράπηκε πουθενά, μόνον ο ανεφοδιασμός σε καύσιμα και ζωοτροφές, προμήθειες και ανταλλακτικά που γινόταν στ’ ανοιχτά: Σαρδηνία, Κατεχόμενα, Αλεξάνδρεια, Κρήτη και Καλαμάτα. Εν τω μεταξύ τα ζώα παράμεναν χωρίς άλλον αγοραστή, είδος ορφάνιας κι αυτό. Κι άρχισαν να πεθαίνουν εν πλω. Άρρωστα και σκελεθρωμένα, τρελαμένα από την πολύμηνη μεταφορά. Δημοσιεύματα έκαναν λόγο για 100 νεκρούς ταύρους στις 16 Μαρτίου 2021, που έγιναν 180 δυο μέρες αργότερα. Με εντολή του καπετάνιου τα νεκρά ζώα τεμαχίζονταν και ρίχνονταν στον βυθό της Μεσογείου.
———— ≈ ————
Το Elbeik –σκάφος του 1967 νηολογημένο στο Τογκό, την πρώην γερμανική αποικία στην Αφρική– συνέχισε να ταξιδεύει χωρίς προορισμό, μια ανεπιθύμητη κιβωτός. Πολλοί προέβλεψαν πως τόσο θα είχαν εξαθλιωθεί τα ζώα από τον παρατεταμένο βασανισμό τους, ώστε ασχέτως της αρρώστιας το καλύτερο γι’ αυτά ήταν να θανατωθούν. Ο κατάπλους σε οποιοδήποτε λιμένα σήμαινε το εξόχως ανθρωπιστικό σκότωμά τους. Αμφιβολίες εκφράστηκαν και για την κατάσταση του πληρώματος. Κινητές μονάδες ευθανασίας οργανώθηκαν για να αναλάβουν τον μαζικό θάνατο των βοοειδών στο ισπανικό λιμάνι της Καρθαγένης. Το πλοίο κατάπλευσε την Παρασκευή 19 Μαρτίου 2021. Στα αμπάρια οι ισπανοί κτηνίατροι βρήκαν περίπου 1.600 ζώα σε ληθαργική κατάσταση, τον λεγόμενο βύθο. Ήταν αφυδατωμένα. Αδυνατούσαν να σταθούν κι είχαν θολούς οφθαλμούς. Το άρρωστο δέρμα έμοιαζε με τεντωμένο πετσί πάνω στα πλευρά και στους σπόνδυλους της ράχης. Οι γιατροί δοκίμασαν να τα ταΐσουν. Αλλά εκείνα αρνήθηκαν τη σίτιση λες κι ήταν ασκητές κάποιου είδους. Δέκα ήταν ήδη νεκρά. Ακόμη και το ένστικτο στερεύει.
———— ≈ ————
Αναλογίστηκα την κολασμένη πορεία του ζωάδικου Elbeik σ’ έναν τόπο που διόλου δεν είχε να κάνει με θάλασσα ή λιμάνια κι ούτε με ζώα· σ’ ένα από τα νεότευκτα οικοδομικά τετράγωνα του Μαρουσιού πλησίον της Λεωφόρου Κηφισίας. Υπεραγορές και νοσοκομεία συνορεύουν με ξενόγλωσσα σχολεία υψηλού επιπέδου και θρασείς μεζονέτες φορτωμένες φινιστρίνια και μαρμάρινα υπέρθυρα γειτνιάζουν με υπερσύγχρονες ιδιωτικές κλινικές γονιμότητας. Φαντάστηκα εκατοντάδες σειρές από κατεψυγμένα έμβρυα πίσω από τους τοίχους ερμητικών εμβρυολογικών εργαστηρίων· τα αζήτητα αποτελέσματα επιτυχών γονιμοποιήσεων που καταψύχθηκαν επειδή περίσσεψαν, μήπως κι υπάρξει χρεία καμιάς ακόμη εμβρυομεταφοράς στο μέλλον. Tα κατεψυγμένα έμβρυα καλής ποιότητας συντηρούνται ως και πέντε χρόνια για το ενδεχόμενο να ζητηθούν από τους γονείς. Η παράταση της κρυοσυντήρησης απαιτεί ειδική άδεια για άλλα πέντε έτη. Το ανώτατο όριο είναι η εικοσαετία. Εν τω μεταξύ τα έμβρυα διατηρούνται σε υγρό άζωτο και σε θερμοκρασία -196 C τοποθετημένα σε μεγάλα δοχεία τύπου «θερμός» χωρητικότητας δεκάδων λίτρων, καθώς διαβάζει κανείς στην σχετική βιβλιογραφία. Ο καταποντισμός σε ένα τέτοιο κενό προσεγγίζει πιθανόν τη σιγή και το ψύχος κάποιου πολύ σκοτεινού γαλαξία. Πόσοι τρόποι να βρεθεί κανείς παγιδευμένος καθοδόν για τη σφαγή του.
———— ≈ ————
Στα ζωάδικα τα ζώα φορτώνονται με μικρές ηλεκτρικές εκκενώσεις. Αυτές τα διεγείρουν και τα οδηγούν σε ειδικά διαμορφωμένα εσωτερικά καταστρώματα με μικρά ανοίγματα. Κάποτε ποδοπατούν το ένα το άλλο μες στο σκοτάδι. Δεν είμαστε φτιαγμένοι για παρατεταμένα ταξίδια στο άγνωστο. Ακόμη κι όταν νομίζουμε πως εμείς τάχα επιλέγουμε το άγνωστο για τη χάρη της ψυχής μας. Όπως στον «Θεό Κόνανο» του Κόντογλου, όπου οι σκελεθρωμένοι προσκυνητές κινούνται αδιάκοπα σε μια ρημαγμένη γη και πεθαίνουν καθοδόν. Ο ανώνυμος αφηγητής –κάποιος «Έλληνας γεννημένος στην Ασία»– περιγράφει αυτό το κοπάδι, καθώς το λέει, από χατζήδες με ξεραμένα κορμιά, τσιμπλιασμένα μάτια και πληγωμένα ποδάρια που πορεύεται ολοένα για το φριχτό μοναστήρι του θεού Κόνανου, μιας παγκάκιστης και γελαστής παμφάγου θεότητας. Όσοι πέθαιναν στον δρόμο κόβονταν κομμάτια και σκορπίζονταν στους γύπες. Όταν καταμεσής του άσπλαχνου τόπου κάποιοι τσομπάνηδες πλησίασαν τα σκελετωμένα όντα και τους έδωσαν παγωμένο κρέας, εκείνα δεν το έφαγαν. Ακόμη και το ένστικτο στερεύει.