Ο Άγιος Γεώργιος έφιππος σκοτώνει τον δράκοντα. Σύμφωνα με τον Συναξαριστή το θαύμα του αγίου συντελείται στην περιοχή της Αττάλειας στην ανατολή και συγκεκριμένα στην πόλη Αλαγία όπου βασιλεύει ο Σέλβιος. Εκεί πλησίον της πόλης ήταν μια λίμνη που το νερό της το φύλαγε ένας φοβερός δράκος. Κανένας παρά τις πάμπολλες προσπάθειες δεν κατάφερνε να τον σκοτώσει. Έτσι λοιπόν οι κάτοικοι του προσφέρουν ως αντάλλαγμα για το νερό κάθε φορά ένα παιδί. Κάποια ημέρα, αφού τα παιδιά καταβροχθίζονταν το ένα μετά το άλλο, έφτασε και η σειρά του βασιλιά να προσφέρει και αυτός τη μονάκριβη κόρη του βορά στον δράκο. Εκεί τη συναντά ο Άγιος που έχει σταματήσει στη λίμνη για να ποτίσει το άλογό του και να αναυπαυθεί ερχόμενος από κάποια εκστρατεία, μιας και υπηρετούσε ως κόμης (συνταγματάρχης) στον στρατό του Ρωμαίου αυτοκράτορα Διοκλητιανού. Μετά την στιχομυθία με την βασιλοπούλα προσευχήθηκε στο Θεό και όταν το φοβερό θηρίο βγήκε από τη σπηλιά του, Ο Άγιος με το σημείο του σταυρού και με την επίκληση του Θεού ημέρεψε το θηρίο, το οποίο έπεσε στα πόδια του αλόγου, το έδεσε με τη ζώνη της η βασιλοπούλα και το έσυρε στην πόλη για να δουν όλοι το θαύμα και εκεί με το δόρυ του το σκότωσε ο Άγιος.
Αυτή είναι η ιστορία του θαύματος και αυτό εικονίζεται στις περισσότερες εικόνες του Αγίου. Αυτός ο εικονογραφικός τύπος εμφανίστηκε κατά τον ΙΑ΄ αιώνα μχ. και επεκράτησε κατά τον ΙΒ΄, αλλά άρχισε να παρουσιάζει μεγάλη διάδοση μετά το 1204 περίπου. Λόγω της διάδοσης της ιπποσύνης και των κανόνων της ιπποτικής συμπεριφοράς τον 10ο αιώνα ήταν ο δημοφιλέστερος άγιος στην Ευρώπη. Θεωρούνταν προστάτης μεταξύ άλλων και των σταυροφόρων. Υπήρχαν όμως τοιχογραφίες σε μοναστήρια της Αιγύπτου από τον Ε΄και τον ΣΤ΄αιώνα, όπου έφιπποι Άγιοι φονεύουν δράκοντα ή βάρβαρο συμβολίζοντας τη νίκη επί του κακού ακολουθώντας την επίδραση του ήρωα ιππέα, ή του νικητή αυτοκράτορα επί των αλλοφύλων. Ο δράκος αναπαριστά τη φυλακή της ψυχής και τους περιορισμούς που δυσκολεύουν την πνευματική ανέλιξη. Ως κοσμική δύναμη συνδυάζει την ουράνιαφύση της φωτιάς με το νερό και τα γήινα στοιχεία του ερπετού, εξυπηρετώντας μια σημαντική δημιουργική και ζωοδότρα λειτουργία. Η μεταφυσική γυναικεία αρχή, η ψυχή, κρατάει τη σκοτεινή ανεξέλεκτη ορμή του υποσυνείδητου με λουρί. Η πριγκίπησα έχει ερμηνευτει ως μαι εικόνα της εκκλησίας η οποία κυριαρχεί επί των δαιμονικών δυνάμεων. Ψυχαναλυτικά το λουρί αναφέρεται στην κυριαρχία επί των υποσυνείδητων ορμών στην θυλική ύπαρξη. Ο Άι Γιωργης συνβολίζει τη λογική η οποία θριαμβεύει επί του υποσυνείδητου. Ο δράκος είναι μια αλληγορική απεικόνιση της φυλακής της ψυχής και των αλυσίδων που αποτρέπουν την πνευματική φωτιση. Ας θυμηθούμε εδώ τον ρόλο των δράκων όπως και του βασιλίσκου κατά τις μαγικές τελετές.
Σε αυτό το θαύμα ανιχνεύουμε τη συμβολική αναβίωση του πανάρχαιου εθίμου προσφοράς θυσιών στους δαίμονες των πηγών και των υδάτων, μιας και οι δράκοι θεωρούνταν φύλακες των υπόγειων πηγών ενέργειας. Αλλά και στη λαϊκή παράδοση υπάρχει η αντίληψη του νερού δαιμονοποιημένου ως φίδι, δράκου, ταύρου, ή αλόγου. Υπάρχει επίσης ως ανάλογος ο μύθος του Περσέα ο οποίος καβάλα στον Πήγασο διέσωσε την Ανδρομέδα, κόρη του βασιλιά της Αιθιοπίας Κηφέα, από τη Μέδουσα. Όπως και αυτός της απελευθερώσεως της Ησιόνης από τον Ηρακλή και πολλοί άλλοι παρόμοιοι.
Αυτές τις δύο ιστορίες ιδωμένες εν παραλλήλω θα σχολιάσω παρακάτω εστιάζοντας στα κοινά τους σημεία. Το εν λόγω μυθιστόρημα είναι ο σχολιασμός της κοινωνίας και της ιπποτικής ιδεολογίας του μεσαίωνα. Αλλά και η εικόνα όπως και το βιβλίο συναποτελούνται και περιέχουν το υλικό στοιχείο μαζί με το πνευματικό, έτσι ώστε και των δύο η επίδραση να είναι επιδραστική στον αναγνώστη ή στον θεατή. Υπάρχει πάντα η γη που γεννά ακόμη και τέρατα, αλλά και η δύναμη που τα νικά.Υπάρχει πάντα ο ιδεαλισμός κοιταγμένος από την όψη αλλά και από την ανάποδη πλευρά του.
Ο δον Κιχώτης, όπως κάθε ιππότης δίνει όνομα στο άλογό του, “ αποφάσισε με τα πολλά να το βγάλει “Ροθινάντε”, όνομα, όπως θαρρούσε, υψηλό, ηχηρό και εύγλωττο για το τι ψοφάλογο ήταν πρωτύτερα, πριν γίνει ό,τι ηταν τώρα, μπροστάρης και πρώτο απ' όλα τα ψοφάλογα του κόσμου”
, έτσι μας τον περιγράφει στο πρώτο κεφάλαιο του πρώτου μέρους, και με αυτό το ψoφάλογο αποφασίζει να πολεμήσει τους εχθρούς-ανεμόμυλους... Ο Ροθινάντε μοιράζεται τη μοίρα του με τον καβαλλάρη του. Δίχως τον Ροθινάντε ο δον Κιχώτης δεν θα μπορούσε να ζήσει τις περιπέτειές του. Το άλογο γίνεται ένα με τον ήρωα. Το όνειρο του δον Κιχώτη να είναι ιππότης δεν θα πραγματωνόταν δίχως τον Ροθινάντε, ούτε δίχως αυτό το άλογο να έχει τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Τα εξωτερικά στοιχεία της ιπποσύνης, πανοπλία, άλογο, παρωδούνται πέραν των άλλων και μέσω της φυσικής κατάστασης του αλόγου, όπου η μεγαλωπρεπής θωριά ιππότη – αλόγου αποκτά την κωμική εκδοχή της. Η δύναμη και η εμφάνιση του αλόγου κατέχουν τον πρωταρχικό ρόλο μιας και συμπληρώνουν την ικανότητα και τον μύθο του ιππότη.
Εν αντιθέσει το άλογο του Άι Γιώργη είναι πλήρως ταυτισμένο νοηματικά και ως εικόνα με τον ιππότη Άγιο. Εναρμονισμένο πλήρως με τα εικονιστικά πρότυπα, λευκό, στολισμένο και δυνατό, μας προϊδεάζει για τη σίγουρη νίκη του κυρίου του επί του κακού, καθώς και για το επερχόμενο θαύμα.
Στο έργο του Θερβάντες συναντάμε ανεμόμυλους, πύργους, κοπάδια προβάτων κλπ. που συναποτελούν το κακό που πολεμά ο ήρωας, ως παρωδία του πραγματικού κακού που ελλοχεύει και εδώ νικάται μέσω της μετάπτωσης και του εξορκισμού του σε παρωδία, η οποία αντανακλά όμως την πραγματική του όψη δηλαδή την πραγματικότητα της ζωής. Το σώμα και στον Θερβάντες είναι πάσχον μέσω του σκοπού στον οποίο είναι ταγμένο, αυτό το τάξιμο γεννά το μαρτύριο.
Ο Θερβάντες με την γραφή του δημιουργεί εικόνες, οι οποίες για τους υποψιασμένους αναγνώστες ειδικά, είναι συνδεμένες με την παρωδία της καθημερινότητας και των αντιλήψεων της εποχής του. Το γέλιο που προξενεί η ατομική περιπέτεια του ήρωα αλλά και το δράμα έχει για τον λαό ιδιάζουσα σημασία κατά τον 17ο αιώνα. Αυτήν την εποχή η ανάδυση της ατομικότητας και οι προκαταλήψεις του μεσαίωνα πολεμώνται από μία ομάδα Ισπανών διανοουμένων , αλλά και στα ανώτερα κοινωνικά στρώματα έχουν αρχίσει να εξασθενούν από την αρχή της αναγέννησης. Όλα είναι μια παρεξήγηση, εξαπάτηση του ήρωα, ώστε να υποφέρει, αλλά όμως τα δρώμενα συμβαίνουν με τέτοιον εύθυμο τρόπο, κάνοντάς τον ταυτόχρονα συμπαθή και αποδιοπομπαίο.
Ας θυμηθούμε εδώ την αντίληψη της εποχής για τον τρελό ή για τον ιδιόρρυθμο άνθρωπο που πολλές φορές η κοινωνία του απέδιδε υπερφυσικές δυνατότητες και τον ταύτιζε με τον άγιο δίνοντάς του το προσωνύμιο του κατά κόσμον σαλού. Η τρέλα ή και η ανοησία του ατόμου πολλές φορές γεννά την ηρωική πράξη. Δρα εκτός των ορίων και των ανθρώπινων δεδομένων αλλά πάντα ο ήρωας έχει ένα κρυφό μυστικό από όπου αντλεί τη δύναμή του. Ο ρεαλισμός της κατάστασης γεννά την υπέρβαση μέσω της πράξης. Τη μάχη σε παρωδιακό επίπεδο τη συναντάμε σε πολλούς ακόμα συγγραφείς της εποχής του Θερβάντες αλλά κυρίως στο μυθιστόρημα Γαργαντούας και Πανταγκρυέλ του Ραμπελαί όπου έχουμε το επεισόδιο του πολέμου των Λουκάνικων με τον γίγαντα Ανεμομυλίδη.
Tα ιπποτικά μυθιστορήματα του μεσαίωνα βρίθουν γιγάντων με υπερφυσικές δυνάμεις που νικώνται και υποτάσσονται στον νικητή τους. Ο δράκος είναι και αυτός ένας χθόνιος γίγαντας, η απεικόνιση του κακού, όπου στο τέλος νικάται από τον άγιο ή τον ήρωα που εκπροσωπεί τη δύναμη του καλού. Ας θυμηθούμε αντίστοιχα εδώ τον ομηρικό Κύκλωπα που νικάται από την πανουργία του Οδυσσέα. Η φωτιά σημαίνει την απειλή του θανάτου. Την αντίληψη αυτή τη συναντάμε αποτυπωμένη στην εικονογράφηση της εισόδου του Άδη, αλλά και κατά την απεικόνισή του ως πύρινου φιδίσιου ποταμού. Πάντοτε εικονιζόταν σαν το στόμα ενός δράκου που βγάζει φωτιές και εισέρχονται σε αυτό όλοι οι αμαρτωλοί, επίσης κατά τις απεικονίσεις της Δευτέρας Παρουσίας, της Δίκαιης Κρίσης, αλλά και ως συνθετικό στοιχείο άλλων πινάκων. Το συναντάμε στις καρναβαλικές εκδηλώσεις κατά τον μεσαίωνα, όπου αναπαρίστατο κατασκευαστικά ο Άδης ως τεράστιο στόμα δράκου, το οποίο έκαιγαν στο τέλος της γιορτής πανηγυρίζοντας τη νίκη τους επί αυτού.
Επιχειρώντας μια ταξινόμηση θα διακρίναμε αντιθετικά ζεύγη που συνιστούν εικόνες με ιδιαίτερο νοηματικό περιεχόμενο τόσο στον δον Κιχώτη, όσο και στον Άγιο Γεώργιο. Θα στεκόμαστε στην αντίθεση της φαντασίας -πραγματικότητας, καλού-κακού, φυσικού-υπερφυσικού, ζωής- θανάτου, καθώς και μιας εικόνας του χρόνου που εκφράζεται από τα συμφραζόμενα και τους διαλόγους δον Κιχώτη και Σάντσο κατά την ροή των περιπετειών των, αλλά και στην εικονογράφηση του θαύματος. Πέραν του διαχωρισμού από την πράξη της δρακοκτονίας σε πριν και μετά, όπου εννοείται η συνέχεια των δρώμενων, εικονογραφικά υπάρχει όλο το σκηνικό της υπόμνησης βίου-πράξεων τονιζόμενο επιπροσθέτως από το ότι ο άγιος σε μερικές εικόνες παρίσταται με την υπενθύμιση πρότερων θαυμάτων του, δηλαδή του νεαρού με το ποτήρι που βλέπουμε πίσω του στη σέλα του αλόγου. Αυτές οι αντιθετικές δυνάμεις παρέχουν την ισορροπία και την αληθοφάνεια.
Ο Άι Γιώργης και ο δράκος είναι σε επαλληλία. Το άλογο υπερήφανο ζώο επί γης δυνατό και αγέρωχο στέκεται παράλληλα με τον δράκο σύμβολο χθόνιας δύναμης του κακού. Το δόρυ σημαδεύει το στόμα και όχι την καρδιά του θηρίου διότι από εκεί βγαίνει η καταστροφική φωτιά. Έχουμε τα ζεύγη των αντιθέσεων σκοτάδι-φως, ουρανός -γη. Τα φτερά του δράκου παρότι θα τον ανήγαγαν σε ουράνιο ον, λόγω του μεγέθους των τον υποβιβάζουν σε γήινο. Το χρώμα του αλόγου βρίσκεται σε αντίθεση με αυτό του δράκου. Το δόρυ του Αγίου είναι το συνδετικό στοιχείο των δύο όντων, είναι ο κεραυνός που σκοτώνει και συνδέει τον ουρανό με τη γη. Ο Βελλεροφόντης σκοτώνει την Χίμαιρα καβάλα στον Πήγασο στην Λυκία της Μικράς Ασίας. Αλλά και το όνομα παραπέμπει στην γη. Γεώργιος - γη - στρατιώτης Άγιος, ταγμένος να πολεμά το κακό. Η πίστη του κατ' αναγωγή είναι η θεϊκή πανοπλία του, ο θώρακας όμοιος με τις φολίδες του δράκου.
Ιππότης Άι -Γιώργης – ιππότης Δον Κιχώτης ως αντιστροφή του αγίου. Νικά το κακό ο Άγιος, αλλά ο δον Κιχώτης νικά ένα πλασματικό κακό, έναν φαντασιακό δράκο γίγαντα που αλλάζει μορφή στην φαντασία του και παραμένει κατά βάθος αήττητος. Το κακό στην πραγματικότητα δεν ηττάται οριστικά, μόνο πρόσκαιρα, ελλοχεύει παντού και αλλάζει διαρκώς μορφή. Ο Άι-Γιώργης πάντα νικά και σκοτώνει τον δράκο με τον ίδιο τρόπο ώστε να μην διαταράσσεται η κανονικότητα. Αποτελεί ένα στιγμιότυπο στη ροή του χρόνου. Το τέλος της πράξης επιφέρει και την κάθαρση. Κατόπιν επανέρχεται η τάξη των πραγμάτων. Ο δον Κιχώτης μέσω παρεκβολών σκέψεων και τυχαιότητας εμπλουτίζει με νέες εκδοχές περιπέτειες και εμπειρίες τον βίο και το νου του, παραδεχόμενος κάθε φορά την προσωρινή νίκη του επί του κακού. Σε ένα δεύτερο επίπεδο ο δον Κιχώτης παλεύει με τον εαυτό του, με τα οράματα και τις εμμονές του. Οι σκέψεις του μόνο τον κατατροπώνουν στα μάτια μας. Ο Άγιος Γεώργιος εξοντώνει τον δράκο – το κακό, ενώ ο δον Κιχώτης του δίνει μορφή ως αντίπαλον δέος των ιδανικών του. Θα μπορούσε να ειδωθεί το ένα ως η άλλη όψη του άλλου, ως αντιστροφή της επικυριαρχίας του κακού στη φύση. Το κακό είναι πολυμορφικό χρειάζεται να διαθέτεις την ικανότητα να το αναγνωρίζεις. Γι αυτό ο Άγιος θα σκοτώνει πάντα με τον ίδιο τρόπο τον δράκο, ενώ ο δον Κιχώτης θα του δίνει όνομα κάθε φορά πολεμώντας το. Ο Άγιος έχει σίγουρο καταφύγιο στην ουράνια αγκάλη και ο δον Κιχώτης στην εξιδανικευμένη αγκαλιά της αγαπημένης του. Το κακό ο δράκος ως στοιχείο χθόνιο της φύσης κυριαρχεί σε ένα ζωτικό για τον άνθρωπο στοιχείο το νερό, είναι το στοιχειό του και αυτό ισοδυναμεί με το ακριβό τίμημα της ζωής των.
Ο Άγιος σώζει και απελευθερώνει, με την πίστη του καθιστώντας την το υπερόπλο έναντι του εχθρού, ο οποίος διαθέτει ως οπλισμό μόνο φωτιά και φολίδες. Η αρμονία αλόγου αναβάτη δημιούργησε εικονογραφικά πρότυπα και ως σύνολο έδωσε μιαν εικόνα της αντιπαράθεσης και της υπερίσχυσης του καλού έναντι του χθόνιου κακού, την οποία μπορεί να φέρνει στη μνήμη ή να ανατρέχει σε αυτήν κάθε πιστός.
Τον Άγιο δεν τον νικά το βλέμμα του δράκοντα με τις μαγικές υπνωτικές του δυνάμεις. Ο καθένας διαμορφώνει και έχει μια διαφορετική εικόνα για τον εχθρό ή για το κακό, αυτήν που πλάθει η φαντασία του και είναι σε αντιστοιχία με το σκοπό της ύπαρξής του. Ο δον Κιχώτης δεν θα ήταν αυτός που είναι, αν δεν είχε ενστερνιστεί φαντασιακά τα ιδανικά της ιπποσύνης για τα οποία πολεμά ακαταπαύστως. Κυρίως υπηρετεί πρωτίστως την εσωτερική του ανάγκη, βλέποντας κάθε φορά εμπρός του πριν από κάθε επίθεση τις μαγικές δυνάμεις που στοιχειοθετούν το κακό, και ειδικά αυτός βλέπει μιαν αντιστροφή αυτού του κοινά παραδεκτού ειδώλου. Δηλαδή αντιμετωπίζει την παραδοξότητα του κακού με παραλογισμό, εντάσσοντας αυτόν τον παραλογισμό στη καθημερινότητά του βιώνοντάς τον ως πράξη και πρακτική.
Ο Άγιος ζει την πραγματικότητα μέσω μέσω μιας υπέρβασης και μιας παραδοχής που οδηγεί σε κατάφαση της πίστης του. Ζει την πραγματικότητα γήινα και υπερβατικά, επί γης υπάρχει η ουράνιος σωτηρία. Το σώμα υπηρετεί τη φαντασία και την δόξα του, η τελική πράξη είναι η σωτηρία της ψυχής μέσω του μαρτυρίου του. Στον δον Κιχώτη η φαντασία υπηρετεί το σώμα, δημιουργώντας ανάγκες μέσω πολλαπλών παραδοχών και υπερβάσεων. Το κακό είχε πάντα τραγική αφήγηση ως περιγραφή η οποία οδηγούσε σε ένα άλλο επίπεδο κάθαρσης και ενδιαμέσως χωρούσε πολλές διαβαθμίσεις. Ως αναγνωρίσιμο αποκτούσε μορφή επικεντρωμένο σε κάτι συγκεκριμένο, αλλά και ως γενικό και απρόσωπο, έπαιρνε τη μορφή του καθολικού, και μη προσδιορίσιμου. Αυτό το τραγικό στην αντιστροφή του πραγματώνει ο δον Κιχώτης ως μια κωμικοτραγική κατάσταση, ως παρωδία, ως άλλη όψη της κανονικότητας και του γενικώς παραδεκτού. Η φαντασία του δίνει τη δυνατότητα να δει τον εχθρό στο πραγματικό του μέγεθος αρχικά και κατόπιν με την πάροδο των περιπετειών του στην πραγματική εσωτερική του διάσταση.
Στον δον Κιχώτη η πραγματική πάλη είναι εσωτερική, η εξωτερική της έκφραση είναι γκροτέσκα παρωδία λόγω κωμικής διόγκωσης των πραγματικών χαρακτηριστικών της, αναγκαία όμως για να υπερβαίνει κάθε φορά τις δυσκολίες της αντιμετώπισής τους. Αυτή η εξωτερική διόγκωση τον οδηγεί κάθε φορά οπλίζοντας με δύναμη το χέρι του και θάρρος την ψυχή του. Είναι η ύψιστη στιγμή παραδοχής, το μεταίχμιο όπου το κοινότοπο μετατρέπεται σε ηρωική πράξη μέσω της αναγνώρισής της. Το ένα ορίζει το άλλο και ως αντίθετό του. Αν δεν γνωρίζεις το καλό δεν μπορείς να ορίσεις το κακό, όπως αυτονόητα συνεπάγεται αν δεν πιστεύεις στη ζωή δεν μπορείς να ορίσεις τους κανόνες διαβίωσής σου. Οι φανταστικές δυνάμεις με τις οποίες αναμετράται ο δον Κιχώτης είναι δυνάμεις ανάγκης εσωτερικής που νοηματοδοτούν και την αναγκαιότητα της ύπαρξής του. Αντιστοίχως και για τον Άι-Γιώργη είναι ανάγκη να σκοτώνει τον δράκο και να κάνει πάντα το καλό ευθυγραμμισμένος με αυτό σύμφωνα με την πίστη του. Θα μπορούσαμε να τα δούμε και τα δύο ως αντιστροφή και μεταφορά του ερωτήματος γύρω από την ανάγκη της ύπαρξης.
Στην ορθόδοξη εικονογραφία ο δράκος εικονίζεται μια στιγμή πριν το τελειωτικό χτύπημα του Αγίου. Ο δράκος έχει παραδοθεί έχει εξουδετερωθεί πρώτα από το βλέμμα του Αγίου και κατόπιν από το δόρυ του, το φοβερό βλέμμα του δράκου νικημένο είναι σε αντιστοιχία με το βλέμμα του αλόγου που τον κοιτά και αυτό με τον οίκτο που δείχνει ο νικητής. Στον δον Κιχώτη η δύναμη του βλέμματος ισοδυναμεί με την εσωτερική όραση του ήρωα που του υπαγορεύει να δει όχι την πραγματικότητα που βλέπουν όλοι οι άλλοι ακόμα και ο Σάντσο, αλλά το προϊόν της φαντασίας του. Μια ανάλογη περίπτωση της δύναμης του βλέμματος έχουμε στο μυθολογικό αντίστοιχο του βλέμματος της Μέδουσας που πέτρωνε με την δύναμή του όποιον την κοίταζε.
Το σώμα του Αγίου είναι κάθετο στο σώμα του αλόγου με ελαφριά κλίση προς τα πίσω, ώστε να υπάρχει η αναγκαία δύναμη για την κίνηση του ακοντίου. Αυτήν την εικόνα του έφιππου νέου με δόρυ τη συναντάμε και στα αετώματα του Παρθενώνα όπου διακρίνουμε στην ομάδα ιππέων, έφιππο νέο με δόρυ και χιτώνα με αναλογίες αντίστοιχες αυτών της κατόπιν εικονογράφησης των έφιππων αγίων. Όπως και στην ομοιότητα της στήλης του Δεξίλεω με αυτήν της εικόνας του Αγίου Γεωργίου, όπου όμως σε αυτήν φονεύεται εχθρός, σκηνή που απετέλεσε και άλλον εικονογραφικό του τύπο.