Το ARISTEION, βραβείο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την Λογοτεχνία, απονεμήθηκε το 1996 στον Σάλμαν Ρούσντι για το μυθιστόρημά του Ο τελευταίος στεναγμός του Μαυριτανού, στην πραγματικότητα για το σύνολο του έργου του. Η τελετή της απονομής έγινε στην Κοπεγχάγη, Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης, σύμφωνα με το καταστατικό του βραβείου που όριζε ότι η βράβευση έπρεπε να λαβαίνει χώρα στην Πολιτιστική Πρωτεύουσα κάθε χρονιάς. Οι συνθήκες της απονομής είχαν χαρακτήρα αντιμετώπισης πιθανής τρομοκρατικής ενέργειας, δεδομένου ότι ο Ρούσντι ήταν καταδικασμένος με «φετφά» του Αγιατολάχ Χομεϊνί από το 1988 για το βιβλίο του Σατανικοί Στίχοι, το οποίο, για το ιρανικό καθεστώς και τον μουσουλμανικό κόσμο αποτελούσε βλασφημία σε βάρος του Προφήτη Μωάμεθ. Έτσι, τα μέλη της Επιτροπής για την απονομή του βραβείου τελούσαν υπό προστασία από τις αρχές της Κοπεγχάγης και η τελετή της απονομής έγινε με το Δημαρχείο της πόλης περικυκλωμένο από αστυνομικούς και άντρες της Κρατικής Ασφάλειας. Όπως αναμενόταν, η κάλυψη του γεγονότος είχε λάβει μεγάλη δημοσιότητα και η συνέντευξη του βραβευμένου συγγραφέα προς τα Μέσα Ενημέρωσης, μετά την απονομή, έγινε σε κλειστό χώρο και είχε περιορισμένη διάρκεια.
Όπως είθισται σε τέτοιες περιπτώσεις, οι αρχές της Κοπεγχάγης πρόσφεραν δείπνο στα μέλη της Επιτροπής, υπογραμμίζοντας την πολιτική και πολιτιστική σημασία της βράβευσης, στο σπίτι της Κάρεν Μπλίξεν στο Rungstedlund, παραθαλάσσια πόλη στο στενό του Έρεσουντ (Öresund) σε απόσταση 28 χιλιομέτρων από την πρωτεύουσα και τεσσάρων μόλις χιλιομέτρων από το Μάλμε της Σουηδίας, στην απέναντι ακτή.
Η νύχτα ήταν φθινοπωρινή, τα αστέρια ευδιάκριτα στον ασυνέφιαστο ουρανό, τα φώτα από το Μάλμε άπλωναν την σκιά τους στην ακύμαντη θάλασσα, ακούγονταν απαλοί απόηχοι από τον τεράστιο κήπο που πλαισίωνε το σπίτι, όπου όλα είχαν μείνει όπως ακριβώς ήταν τότε που η Μπλίξεν ζούσε εκεί από το 1931, όταν επέστρεψε από την Αφρική. Μια μυρουδιά αρώματος γινόταν αισθητή στην είσοδο. Ο φωτισμός στην τραπεζαρία αναδείκνυε τους πίνακες πάνω από εξόχως διατηρημένα έπιπλα, μια μυρουδιά περιποιημένου κλειστού χώρου, κανένα ίχνος σκόνης, το τραπεζομάντηλο πάλλευκο, μια μουρουδιά παλαιωμένου κρασιού κάτω από το πολυέλαιο στο κέντρο της τραπεζαρίας, μυρουδιά παρκετίνης από το ξύλινο πάτωμα.
Δεν θυμάμαι να έφαγα, ύψωσα όμως το ποτήρι μου για να ευχαριστήσω τα μέλη της Επιτροπής, τις αρχές της πόλης, είπα κάποια λόγια για τον βραβευμένο συγγραφέα, που η αστυνομία είχε κρίνει ότι λόγω της νύχτας, λόγω της μεγάλης έκτασης του κτήματος της Μπλίξεν, λόγω της γειτονίας με την θάλασσα, δεν θα ήταν σε θέση να εξασφαλίσει την προστασία του Ρούσντι, ο οποίος απουσίαζε (ο ίδιος μάλλον είχε επωφεληθεί αυτών των περιορισμών, αν έκρινε κανείς από την αφ' υψηλού συμπεριφορά του πριν, κατά τη διάρκεια και μετά την βράβευσή του).
Δεν θυμάμαι να έφαγα, εκείνο το περιβάλλον με είχε καθηλώσει, είχα την εντύπωση πως ο θόρυβος των συζητήσεων και των μαχαροπήρουνων θα καταλάγιαζε και η Κάρεν Μπλίξεν θα έκανε την εμφάνισή της, αέρινη στα γεράματά της, όπως την φανταζόμουν, στο σπίτι όπου είχε γενηθεί και είχε επιστρέψει για να κατοικήσει ως το τέλος της ζωής της, παρακολούθησα μια σύντομη ξενάγηση στους χώρους του ισογείου, οι καλεσμένοι και οι αρχές της Κοπεγχάγης στάθηκαν στον κήπο μπροστά από την είσοδο του κτιρίου για να θαυμάσουν τα φώτα του Μάλμε, επαναλήφθηκαν εκφράσεις ευχαριστίας για την φιλοξενία και χειραψίες, επιβιβαστήκαμε στα κρατικά οχήματα που μας ανέμεναν, «σας ευχαριστούμε, κύριε Πρόεδρε της Επιτροπής», άκουσα εν χορώ, «τους καλύτερους χαιρετισμούς στην Θεσσαλονίκη, Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης το 1997».