Περί ποιητικής και τοπίου

James Whistler «Το λευκό κορίτσι», 1862. Λάδι σε καμβά, 213 X 108 εκ.  The National Gallery Of Art Washington D C
James Whistler «Το λευκό κορίτσι», 1862. Λάδι σε καμβά, 213 X 108 εκ. The National Gallery Of Art Washington D C

Με αφορμή το πολύ καλό αφιέρωμα του Χάρτη (τεύχος 26) για την Ελένη Βακαλό, ξαναδιάβασα το ποίημα «Αγνώριστη» του Σολωμού που λένε ότι αναφέρεται σε μία καλόγρια:

Η Αγνώριστη


Ποια είναι τούτη
που κατεβαίνει
ασπροεντυμένη
οχ το βουνό;

Τώρα που τούτη
η κόρη φαίνεται
το χόρτο γένεται
άνθι απαλό·

κι ευθύς ανοίγει
τα ωραία του κάλλη
και το κεφάλι
συχνοκουνεί·

κι ερωτεμένο,
να μη το αφήσει,
να το πατήσει
παρακαλεί.

Κόκκινα κι όμορφα
έχει τα χείλα,
ωσάν τα φύλλα
της ροδαριάς,

όταν χαράζει
και η αυγούλα
λεπτή βροχούλα
στέρνει δροσιάς.

Και των μαλλιώνε της
τ΄ωραίο πλήθος
πάνου στο στήθος
λάμπει ξανθό·

έχουν τα μάτια της
οπού γελούνε
το χρώμα που ΄ναι
στον ουρανό.

Ποια είναι τούτη
που κατεβαίνει
ασπροεντυμένη
οχ το βουνό;

(Αντιγραμμένο από την «Ανεμόσκαλα» του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας)

Συγκινήθηκα μέχρι δακρύων με τη χρήση του ρήματος φαίνεται στη δεύτερη στροφή. Πρόκειται μάλλον για «επιφάνεια» του θείου μέσω της κόρης, γι΄ αυτό και η μεταμόρφωση του χόρτου σε άνθος. Και θυμήθηκα εκείνο το φοβερό «μου εφαινότουνα πως είδα / ανοιχτό τον ουρανό». Και όντας σε μία κατάσταση μη ελεγχόμενης ψυχικής ευφορίας θυμήθηκα μία –από τις σπανιότατες που μου έχουν συμβεί– ανάλογη κατάσταση το ΄63 που, με αφορμή την «Ψυχούλα», κλεισμένος για ώρες σε ένα δωμάτιο έγραψα το:

Η άνοιξη

Αλαφραπάτητη
ανθοεντυμένη
ήρθες σα λούλουδο
στο φως λουσμένη
στη γη σου δείχνοντας
ωραία θωριά.

Κι ευθύς ως φάνηκες
εις τον αιθέρα
φωνές ακούγονταν
πέρα ως πέρα
κι ήταν ολόδροσες
μες στη χαρά.

Η φύση χαίρεται
μοσχομυρίζει
την θεία άνοιξη
καλωσορίζει
που ΄ρθε να διώξει
την παγωνιά.

Και νά η άνοιξη
τηνε σιμώνει
κι ευθύς ολόλευκο
χέρι απλώνει
και αγκαλιάζονται
και τη φιλά.

Τέτοιες καταστάσεις, θα τις έλεγα, ακόμη και καταληψίας πολλές φορές, συμβαίνουν σε όλες τις τέχνες και με τεχνίτες όλων των διαμετρημάτων. Για να μη παρεξηγηθώ. Ειδικά για την «Αγνώριστη» μπορεί και να ισχύει αυτό που λέει ο Νίτσε: Η ποιητική δημιουργία δεν είναι παρά η φωτεινή εκείνη εικόνα που μας προτείνει η φύση για να μας θεραπεύσει, αφού ήδη έχουμε αντικρίσει την άβυσσο. Το διάβασα τώρα, γράφοντας αυτές τις γραμμές σε μία ανάρτηση του Τάσου Γουδέλη στο fb που αναφέρεται σε σελίδες περασμένου τεύχους του περιοδικού Το Δέντρο. Και του Ζαν Κοκτώ, πάλι στην ίδια ανάρτηση: Ο ποιητής υπηρετεί μία δύναμη την οποία μετά δυσκολίας κατανοεί. Ή, όπως μας λέει η πρόσφατη νομπελίστρια Λουίζ Γλικ (Δ. Κωτούλα: «Λουίζ Γκλικ, Η ιαματική λειτουργία του ποιήματος», The Athens Review of Books, Noέμ. 2020, 56 κ.ε.): …ο άνθρωπος γίνεται ξαφνικά μέρος του σύμπαντος. Ο Σολωμός και ίσως πολλοί άλλοι άνθρωποι, λαός και κανταδόροι.

Και οι τρεις σολωμικές συνθέσεις που ανάφερα, είναι τα άνθη ενός τοπίου με αιωνόβιους ελαιώνες, εσπεριδοειδή, άνθη και μυριστικά φυτά παντού, «ωραία περιβολάκια», κάτι άσπρα λουλούδια που φυτρώνουν στην άμμο, ατμόσφαιρα ωσάν λεπτότατος αιθέρας με μουσικές Mότσαρτ.

Όμως το θείον είναι φθονερόν σύμφωνα με την ηροδότεια αλλά και την αρχαιοελληνική γενικότερα αντίληψη. Πέρασε ο αέρας και η βροχή του Ιανού, προσπάθησε να κάνει το ζακυνθινό τοπίο «γης Μαδιάμ». Σε αρκετά μέρη τα κατάφερε και πιο πολύ στα νεκροταφεία, όπου και τάφοι ηνεώχθησαν από τα μεγάλα δέντρα που έπεσαν… Σύμφωνα βέβαια με την χριστιανική αντίληψη «ὁ Θεὸς ἀγάπη ἐστί»…

Ιανουάριος-Φεβρουάριος 2021 (ετήσια μνήμη Ζ.Μ.)

ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: