Μ Ο Ν Ο Π Ρ Α Κ Τ Ο
≈
ΠΡΟΣΩΠΑ:
Κύριος, περίπου 45 χρόνων.
Κυρία, περίπου 25 χρόνων.
Ένας ταξιδιώτης
————————————
Το έργο διαδραματίζεται στο κουπέ ενός τρένου. Κατά την έναρξη το τρένο έχει σταθμεύσει. Μετά την αποχώρηση του άγνωστου, βωβού ταξιδιώτη, το τρένο θα βρίσκεται εν κινήσει. Το ταξίδι θα διανθίζεται από κάποια σφυρίγματα του τρένου, σε επιλεγμένες στιγμές, όπου είτε θα διακόπτουν την ένταση της δράσης είτε θα την καλύπτουν.
————————————
[ Στο κουπέ Α΄ θέσης ενός τρένου στο σταθμό. Ένας κύριος 45 ετών περίπου. Κοστούμι λινό μπεζ, γιλέκο, μεταξωτή γραβάτα μπεζ με καφέ ρίγες. Μια κυρία, μελαχρινή, με τραβηγμένα μαλλιά, που σχηματίζουν ψηλά στο κεφάλι έναν πλούσιο, ολοστρόγγυλο κότσο. Μακρύ, σχεδόν κολλητό φόρεμα, χρώματος μαβί σκούρο. Μποτίνια με ψηλά τακούνια παρεμφερούς με το φόρεμα χρώματος. Χλωμή και άβαφη. Διαβάζει. Ένας ηλικιωμένος κύριος, όρθιος, με βαλίτσα στο χέρι, κινείται προς την έξοδο του κουπέ. Ανασηκώνει, δίκην χαιρετισμού το ψάθινο καπέλο του. Βγαίνει. Η συρτή θύρα κλείνει ].
Κύριος: Επιτέλους μόνοι.
Κυρία: [Σηκώνει τα μάτια από το βιβλίο] Παρακαλώ (;)
Κύριος: Επιτέλους μόνοι. [Παρατεταμένη παύση] Κυρία μου…
Κυρία: Παρακαλώ.
Κύριος: Συγνώμη.
Κυρία: Παρακαλώ.
Κύριος: Θα τολμήσω να σας πω, τι να σας πω;
Κυρία: Παρακαλώ…Να τολμήσετε;
Κύριος: Να πω, να σας πω ότι τα ώτα σας…
Κυρία: Παρακαλώ;
Κύριος: Τα ώτα σας, οι μικρές, χαριτωμένες αχιβάδες έχουν, έχουν πλασθεί για της ευγλωττίας της θωπείες!
Κυρία: Παρακαλώ;
Κύριος: Μία κλωστή, βεβαίως βεβαίως, χωρίζει την ευγλωττία από τη φλυαρία. Καταλαβαίνετε, κυρία μου;
Κυρία: Όχι.
Κύριος: Είναι αλήθεια, δεν διακρίνομαι, δεν, για την ευγλωττία μου…την αντάξιά σας ευγλωττία μου…ελπίζοντας στην αντάξιά μου επιείκειά σας. Διότι, κυρία μου, διότι έξι ώρες σιωπής, έξι ώρες και είκοσι πέντε λεπτά για την ακρίβεια, όσο έως τώρα έχει διαρκέσει το ταξίδι μας, κατελήφθην και καταληφθήκατε, ελπίζω, από την αδήριτη ανάγκη να σπάσω και να σπάσετε τη σιωπή, τη σιωπή που καλώς ή κακώς, μας επέβαλε, με ή παρά τη θέλησή του, η παρουσία του συνταξιδιώτη που μόλις προ ολίγου μας εγκατέλειψε για πάντα… Η πλήξις, κυρία μου, η πλήξις και η μονοτονία του ταξιδιού. Επί έξι ώρες και κάτι δεν γυρίσατε σελίδα στο βιβλίο σας, επί έξι ώρες και κάτι. Και επί έξι ώρες και κάτι ο απέραντος κάμπος… ο απέραντος κάμπος, επίπεδος, θερισμένος, κιτρινισμένος, κατάξερος, επίπεδος. Τοπίο ανυπαρξίας. Τοπίο μηδέν! Τίποτα, τίποτα, τοπίο μηδέν!
Κυρία: Έχετε δίκιο. Τοπίο μηδέν
Κύριος: Και ω της ειρωνείας ειρωνεία! Τώρα που νύχτωσε, τώρα που μαύρη μαυρίλα πλάκωσε, τώρα που δεν θα βλέπουμε τίποτα, η σιδηροδρομική μας γραμμή θα διασχίζει ό,τι δεν συλλαμβάνει ο ανθρώπου νους. Δάση, φαράγγια, χαράδρες, γκρεμνούς, ποτάμια, καταρράκτες. Τοπία επί τοπίων. Το τοπίο των τοπίων!
Κυρία: Το τοπίο των τοπίων!
Κύριος: Δεν μπορείτε να φαντασθείτε τι χάνετε! Δεν γνωρίζω αν επιστρέψετε και πώς. Αν επιστρέψετε σιδηροδρομικώς θα σας δοθεί η ευκαιρία να, να συνταραχθείτε από το τοπίο.
Κυρία: Δεν θα παραλείψω. [Παρατεταμένη παύση] Γνωρίζετε καλά την περιοχή;
Κύριος: Είναι το τρίτο μου ταξίδι.
Κυρία: Ο επόμενος σταθμός είναι και το τέρμα της διαδρομής;
Κύριος: Ο επόμενος σταθμός είναι το τέρμα. Επτά ώρες ακόμη. Επτά ώρες ταξίδι μέσα στη νύχτα. [Παρατεταμένη παύση] Κυρία μου…
Κυρία: Παρακαλώ.
Κύριος: Κοιμάσθε εύκολα στο τρένο;
Κυρία: Δεν ξέρω. Δεν έχω ταξιδέψει ποτέ νύχτα.
Κύριος: Σας εύχομαι να κοιμηθείτε…Όποτε θέλετε, μπορείτε να κοιμηθείτε στην κουκέτα σας, όποτε θέλετε.
Κυρία: Προς το παρόν δε νυστάζω. Δεν ξέρω, αν μπορέσω να κοιμηθώ. Δεν ξέρω.
Κύριος: Εγώ, συνήθως κοιμάμαι. Ο συνεχής και μονότονος θόρυβος, το σίδερο της ρόδας πάνω στο σίδερο της τροχιάς, αυτό το διαρκές γουργούρισμα του σίδερου, με νανουρίζει.
Κυρία: Γουργούρισμα του σίδερου. Δεν έχω ξανακούσει παρόμοια φράση. Το έχω ακούσει μόνο για τις γάτες. Αλλά, τώρα που το είπατε, νομίζω πως έχετε δίκιο!
Κύριος: Αυτή τη νύχτα όμως, τίποτα δε με νανουρίζει… Δεν ξέρω τί μου συμβαίνει. Μου
συμβαίνει κάτι το απροσδιόριστο…Δεν πρόκειται, είμαι βέβαιος, δεν πρόκειται να κλείσω μάτι. [Παρατεταμένη παύση] Κι αυτό το ημίφως! Αυτό το ημίφως, κυρία μου…
Κυρία: Παρακαλώ;
Κύριος: [Εμφατικά, δραματικά] Αχ, αυτό το ημίφως! Θα τολμήσω, κυρία μου, να σας ρωτήσω, ποια είναι τα συναισθήματά σας, εν τω μέσω του ημίφωτος!
Κυρία: Δεν νομίζω πως συναισθάνομαι κάτι το ιδιάζον.
Κύριος: Δεν συναισθάνεσθε κάτι τι το βελούδινο, κάτι σαν το μάτι της γάτας, μια αχνισμένη υπνηλία, ένα τρυφερό ναρκωτικό, κάτι τι, κάτι το βαρύ γλυκό;
Κυρία: Θα σας απογοητεύσω. Δεν συναισθάνομαι κάτι παρόμοιο. Αλλά τώρα που το είπατε, ίσως, ίσως θα μπορούσα…
Κύριος: Αντιθέτως, κυρία μου, αυτό το ημίφως αχ, αυτό το ημίφως! είναι για μένα: μια οδοντωτή απειλή, αστροπελέκι εν αιθρία, μια έκρηξη εγκεφάλου! [Παρατεταμένη παύση] Αν θέλετε να ξέρετε, κυρία μου, το σώμα μου δε χωρά μέσα στο σώμα μου, το σώμα μου επιζητά να χυθεί έξω από το σώμα μου.
Κυρία: Παραληρείτε!
Κύριος: Παραληρώ, κυρία μου, παραληρώ.
Κυρία: Σας συμβαίνει συχνά;
Κύριος: Πρώτη φορά μου συμβαίνει, κυρία μου.
Κυρία: [Πρόθυμη και ανήσυχη] Μπορώ, ίσως, να σας βοηθήσω;
Κύριος: Μόνον εσείς μπορείτε να με βοηθήσετε.
Κυρία: [Πάντα ανήσυχη] Τι μπορώ να κάνω;
Κύριος: Με συγχωρείτε για την αναστάτωση, κυρία μου.
Κυρία: Προφανέστατα, δεν ξεχάσατε τα χάπια σας. Μα τι λέω; Εφόσον είναι η πρώτη φορά, προφανέστατα, δεν υπάρχουν χάπια.
Κύριος: [Μοιρολατρικά] Η πρώτη φορά.
Κυρία: Τουλάχιστον, μπορείτε να περιγράψετε τα συμπτώματα;
Κύριος: Τί να σας πω; Είναι απερίγραπτα.
Κυρία: Θα μου επιτρέψετε να μετρήσω τον σφυγμό σας;
Κύριος: Το ρωτάτε;
[ Ο Κύριος απλώνει το χέρι του. Η Κυρία με τον αντίχειρα και τον δείκτη σφίγγει τον καρπό του. Βαριά και παρατεταμένη σιωπή].
Κύριος: Χίλιες φορές συγνώμη.
Κυρία: Ηρεμήστε, προσπαθήστε να ηρεμήσετε.
Κύριος: Το κάτι, αυτό το κάτι απροσδιόριστο που μου συμβαίνει, επιτέλους έχει προσδιοριστεί.
Κυρία: Τόσο το καλύτερο. Γνωρίζετε την αιτία του αιφνίδιου παραληρήματός σας;
Κύριος: Γνωρίζω ακριβώς τι μου συμβαίνει. [Παρατεταμένη παύση] Βρίσκομαι, κυρία μου, στη δύσκολη θέση να σας πω ότι είσθε η αιτία του παραληρήματός μου.
Κυρία: Η αιτία του παραληρήματός σας; Εγώ;
Κύριος: Εσείς, κυρία μου, εσείς! [Παύση] Κυρία μου, με προκαλείτε.
Κυρία: Σας προκαλώ; Εγώ;
Κύριος: Εσείς! Με προκαλείτε αναίσχυντα.
Κυρία: Δεν είχα ποτέ τέτοια πρόθεση.
Κύριος: Ίσως. Ίσως είναι υπεράνω των προθέσεών σας, ωστόσο, δεν παύετε να με προκαλείτε.
Κυρία: Αναίσχυντα; Με ειρωνεύεσθε, κύριε!
Κύριος: Η αμφίεσή σας, κυρία μου.
Κυρία: Η αμφίεσή μου; [Ξεσπά σε γέλια] Θα παραφρονήσω! Η αμφίεσή μου! Η αμφίεσή μου είναι η αμφίεση της περιστάσεως. Η αμφίεση μιας γυναίκας που ταξιδεύει μόνη, τη νύχτα. Αμφίεση αυστηρή, σχεδόν πένθιμη!
Κύριος: Με προκαλείτε, με εξεγείρετε!
Κυρία: Ρίξτε, κύριε, ρίξτε μια ματιά γύρω σας! Δόξα τω θεώ, υπάρχουν γυναίκες ωραιότερες και νεότερες από μένα.
Κύριος: Κυρία μου, είσθε η βασίλισσα των νυχτερινών τρένων…
Κυρία: [Σχεδόν ειρωνικά] Βασίλισσα των νυχτερινών τρένων! Δεν το είχα σκεφτεί.
Κύριος: Είσθε, είσθε ο στόχος των πιο ακόλαστων επιθυμιών μου! Τα θέλγητρά σας, κυρία μου, τα θέλγητρά σας…
Κυρία: Για πια θέλγητρα μιλάτε; Πού τα βλέπετε; Δεν αντιλέγω, μου έχουν απομείνει κάποια θέλγητρα, κάποια ταπεινά θέλγητρα, όμως, όμως φρόντισα να τα κρύψω, να τα κουκουλώσω κυριολεκτικά. Σχεδόν κάλυψα και την παραμικρότερη επιφάνεια της σάρκας μου. Μα δεν με βλέπετε, κύριε. Είμαι σχεδόν τεθωρακισμένη. Αν και κατακαλόκαιρο. Αντίθετα με τις ενδυματολογικές μου συνήθειες, ντύθηκα αυστηρά, στα όρια της σεμνοτυφίας, όπως με βλέπετε. Έλαβα τα μέτρα μου, κύριε, δια παν ενδεχόμενον, να αντιμετωπίσω τα πιθανά απρόοπτα ενός πολύωρου, νυχτερινού ταξιδιού, στο τέρμα του οποίου θα με υποδεχθεί ο σύζυγός μου.
Κύριος: [Εκστατικά] Ο σύζυγός σας! Τί λέτε, κυρία μου; Είσθε παντρεμένη; Γιατί; Γιατί μου το λέτε; Δεν με λυπάσθε;
Κυρία: Να σας λυπηθώ;
Κύριος: Κυρία μου, το αναίσχυντο φόρεμά σας και το γεγονός πως είσθε παντρεμένη, αφυπνίζουν τους πιο ακόλαστους πόθους μου, τα πιο ποταπά, βρώμικα ένστικτα.
Κυρία: Τί λέτε, κύριε, τρελαθήκατε;
Κύριος: Το βλέπετε και μόνη σας. Με τρελαίνετε! [Η Κυρία τον κοιτάζει απορημένη] Κοιτάζετε, πώς με καταντήσατε; Κοιτάζετε το θολό και λασπώδες βλέμμα της λαγνείας;
Κυρία: Λυπούμαι, κύριε, αλλά νομίζω πως τρελαθήκατε.
Κύριος: Το παραδέχεσθε και η ίδια. Με τρελαίνετε!
Κυρία: Αν είναι έτσι, αν είναι έτσι, τί μπορώ να πράξω; Να σας απαλλάξω από τη παρουσία μου, την τόσο ερεθιστική παρουσία μου! [Ξεσπά σε γέλια] Σας το υπόσχομαι, δεν πρόκειται να πέσω από το τρένο. Μπορώ όμως, αν και δεν νυστάζω, ν’ αποσυρθώ στη κουκέτα μου. Έτσι, ελπίζω, θα ηρεμήσετε.
Κύριος: Σας ικετεύω, μη με εγκαταλείπετε.
Κυρία: [Σηκώνεται] Επιβάλλεται να σας εγκαταλείψω. Η παρουσία μου σας αρρωσταίνει.
Κύριος: Με πυρπολείτε, με παραδίδετε στην πυρά, και φεύγετε; Πώς θα φύγετε; Δεν έχετε το δικαίωμα. Μόνον εσείς, [ημιλιπόθυμα] μόνον εσείς…
Κυρία: [Έκπληκτη] Μόνον εγώ;
Κύριος: Μόνον εσείς μπορείτε να με σβήσετε.
Κυρία: Να σας σβήσω; Πώς να σας σβήσω;
Κύριος: Καθίστε, σας ικετεύω. Όταν σας βλέπω όρθια, έτοιμη να με εγκαταλείψετε, με κυριεύει ο πανικός.
Κυρία: Αν και είστε πιεστικός, δεν είσθε σε θέση να φαντασθείτε πόσο πιεστικός, μην ανησυχείτε. Δεν πρόκειται να σας εγκαταλείψω. Όχι επειδή, όπως νομίζετε, μπορώ να σας συμπαρασταθώ, να συμπαρασταθώ στη δήθεν πάθησή σας, την επινοημένη για την περίσταση πάθησή σας, αλλά επειδή δεν νυστάζω, δεν μπορώ να κοιμηθώ και ομολογώ πως με διασκεδάζετε. Είμαι βέβαιη πως δεν θα πλήξω τις επόμενες ώρες του ταξιδιού μας. Άλλωστε θα ικανοποιήσω τη περιέργειά μου, να δω το επόμενο βήμα σας, πού θέλετε να καταλήξετε. [Παρατεταμένη παύση] Δεν μιλάτε; Παραμένω μαζί σας, με την προϋπόθεση να μου κρατήσετε συντροφιά, να με διασκεδάσετε!
Πότε θα παρουσιαστεί πάλι η ευκαιρία να συνταξιδεύσω με έναν συνταξιδιώτη όπως εσείς!
Κύριος: Θα σας είμαι ευγνώμων, κυρία μου, ευγνώμων, για πάντα ευγνώμων.
Κυρία: Δεν έπραξα κάτι προς όφελός σας, κύριε, ούτε σκοπεύω να πράξω, για να δικαιούμαι την ευγνωμοσύνη σας.
Κύριος: Πράγματι, δεν θα χρειαστεί να πράξετε κάτι. Δεν θα πράξετε τίποτα, σχεδόν τίποτα. Όσο για μένα, θα θεραπευτώ για τις υπόλοιπες ώρες του ταξιδιού μου.
Κυρία: Ανυπομονώ να διασκεδάσω, να μάθω τί οφείλω να πράξω για να τιμηθώ με την ευγνωμοσύνη σας.
Κύριος: Να γδυθείτε!
Κυρία: [Ξεσπά σε γέλια] Να γδυθώ;
Κύριος: Να αφαιρέσετε το αναίσχυντο φόρεμά σας. Το φόρεμά σας, κυρία μου κολάζει και αγίους!
Κυρία: [Γελά] Κι εγώ η αφελής, νόμιζα πως το φόρεμά μου θα ήταν ο κυματοθραύστης των ανδρικών βλεμμάτων.
Κύριος: Σας ικετεύω, κυρία μου, μην κωλυσιεργείτε. Οι παλμοί της καρδιάς μου ήδη καλπάζουν. Σε λίγες στιγμές θα παραδοθώ στους σπασμούς. Αν επιθυμείτε να αποφύγετε το αποτρόπαιο θέαμα των σπασμών μου, γδυθείτε, κυρία μου, γδυθείτε ή εξαφανιστείτε.
Κυρία: Δεν πρόκειται να εξαφανιστώ. Εφόσον υποσχέθηκα να παραμείνω, θα παραμείνω. Δεν θα φυγομαχήσω. Νόμιζα πως θα με διασκέδαζε η περίπτωσή σας. Αλλά…
Κύριος: Κυρία μου, σας ικετεύω , κυρία μου.
Κυρία: Ικετέψτε με, κύριε, ικετέψτε με. Ικετέψτε με δραματικά, μελοδραματικά. Να πέσετε στα πόδια μου, αν είναι δυνατόν.
Κύριος: Να πέσω στα πόδια σας! Δεν σας πιστεύω. Μου επιτρέπετε να πέσω στα πόδια σας;
Κυρία: Κύριε, σας ευγνωμονώ!
Κύριος: Κυρία μου, κωλυσιεργείτε!
Κυρία: Χάρη σ’ εσάς, ανακαλύπτω τη γοητεία της ικεσίας!
Κύριος: Βιαστείτε, κυρία μου.
Κυρία: Θα μου δώσετε τον χρόνο να απολαύσω τις ικεσίες σας!
Κύριος: Σας ικετεύω, κυρία μου. Να πέσω στα πόδια σας;
Κυρία: Τί περιμένετε;
[Ο Κύριος γονατίζει στα πόδια της Κυρίας].
Κύριος: Να μου επιτρέψετε να σας αποκαλώ με το όνομά σας.
Κυρία: Να με αποκαλείτε όπως νομίζετε. Είμαι βεβαία πως το διεισδυτικό και εξεταστικό σας βλέμμα θα μου απονείμει το όνομα που μου ταιριάζει.
Κύριος: Λέλα. [Πλατύ χαμόγελο της Κυρίας] Δεν είναι δυνατόν να ονομάζεσθε διαφορετικά. Λέλα, ας μη χάνουμε χρόνο.
Κυρία: Λέλα! Μένω με το στόμα ανοιχτό. Μαντέψατε το όνομα, και τι όνομα! Το ασυνήθιστο όνομα μιας άγνωστης.
Κύριος: Λέλα, τα όρια της ανθρώπινης αντοχής μου έχουν διαρραγεί. Λέλα, υποσχεθήκατε να κατευνάσετε τα κτηνώδη μου ένστικτα.
Κυρία: Κύριε, απεμπολώ, απεμπολώ, με θλίψιν καρδίας, το δικαίωμά μου στην απόλαυση των ικεσιών σας… Διατάξτε.
Κύριος: Λέλα, επιτέλους, γδυθείτε.
Κυρία: Θα γδυθώ, γδύνομαι την πιο ακατάλληλη στιγμή.
Κύριος: [Εκτός εαυτού] Την πιο ακατάλληλη στιγμή;
Κυρία: Ενδίδω στις ικεσίες σας, κύριε, τη στιγμή που ο σκοτεινός δαίμων του σώματός μου έχει ενδώσει στον πειρασμό να σας παραδοθεί, [εκστατικά] να σας παραδοθεί ολοσχερώς. Μόλις είχα αρχίσει να ποθώ, να ποθώ παράφορα, τη φαρμακωμένη και ηδύποτη αιχμή του δόρατός σας!...
Κύριος: Έλεος, Λέλα, έλεος, γδυθείτε.
Κυρία: Γδύνομαι, γδύνομαι. Θα καταπνίξω τους πόθους σας, όπως μου ζητήσατε, αλλά ταυτόχρονα θα καταπνίξω και τους δικούς μου πόθους…Πράγμα που δεν ζήτησα.
Κύριος: Λέλα, είσθε απάνθρωπη!
Κυρία: Κύριε, είσθε απάνθρωπος, εσείς είσθε απάνθρωπος! Όμως υποκύπτω στη θέλησή σας… Θα σας συμπαρασταθώ… Είμαι το θύμα σας.
Κύριος: Τέρμα στις κωλυσιεργίες και στις περιστροφές! Αν την επόμενη στιγμή δεν γυμνωθείτε, θα γυμνωθώ εγώ, με ό,τι θα συνεπάγεται!
Κυρία: Δείξτε ολίγη κατανόηση, κύριε. Δεν έχω ξεγυμνωθεί ποτέ μπροστά σε άνδρα, εξαιρουμένου του συζύγου μου, αλλά ακόμη κι έτσι, γδυνόμουν στο μισοσκόταδο. Και αναλογισθείτε, κύριε, πρώτη φορά θα γυμνωθώ για θεραπευτικούς λόγους. Δεν μου έχει ξανατύχει.
Κύριος: Οι εξηγήσεις σας, Λέλα, μου προσφέρουν κάποια ελάχιστα περιθώρια αναμονής. Οι σπασμοί…
Κυρία: Καταλαβαίνω… και κατανοώ. Τί να αφαιρέσω, κύριε;
Κύριος: Ό,τι έχετε ευχαρίστηση, Λέλα.
Κυρία: Βοηθήστε με, παρακαλώ, να ξεκουμπώσω το φόρεμά μου. Έχει πολλά κουμπιά στην πλάτη και το χέρι μου δεν τα φτάνει.
[ Ο Κύριος με νευρικές κινήσεις ξεκουμπώνει τα κουμπιά της πλάτης. Το φόρεμα πέφτει και αποκαλύπτει ένα δεύτερο φόρεμα, λίγο μικρότερο, αλλά μιας παρόμοιας σεμνότυφης αντίληψης].
Κύριος: Έλεος, Λέλα, έλεος! Λέλα, με εμπαίζετε.
Κυρία: Τώρα δεν χρειάζομαι τη βοήθειά σας! Ξεκουμπώνομαι μόνη μου!
[Η Κυρία ξεκουμπώνει αργά και βασανιστικά ένα ένα τα κουμπιά]
Κύριος: Αφήστε το φόρεμα να κυλήσει.
Κυρία: Ντρέπομαι, κύριε.
Κύριος: Ντυμένη πρέπει να ντρέπεσθε, Λέλα, όχι γυμνή!
Κυρία: [Αποφασιστικά] Εφόσον το λέτε.
[Η Κυρία κλείνει τα μάτια κι αφήνει απότομα το φόρεμά της να κυλήσει στα πόδια της. Απομένει με ένα μαύρο, δαντελένιο, ημιδιάφανο μεσοφόρι με τιραντάκια. Αναδεικνύεται το αβυσσαλέο ντεκολτέ ενός σφριγηλότατου στήθους].
Κύριος: Λέλα, σας ευγνωμονώ. Ο πυρετός με εγκατέλειψε. Εις ένδειξιν ευγνωμοσύνης, επιτρέψτε μου να ασπασθώ το χέρι σας.
Κυρία: [Γυμνώνοντας τα στήθη της, παράφορα] –Ασπασθείτε με, ασπασθείτε με όπου θέλετε, παντού.
[ Ο Κύριος απομακρύνεται και την ατενίζει από κάποια απόσταση].
Κυρία: Σας ικετεύω. Μην καθυστερείτε. Μη με βασανίζετε άλλο. Βιαστείτε. Νιώθω να με κατακλύζουν, να με κατακλύζουν οι πρώτες τρεμούλες, οι ανατριχίλες, οι σπασμοί.
Κύριος: Με υποχρεώνετε να πράξω ό,τι ήθελα να αποφύγω; Με θεραπεύσατε, Λέλα, με θεραπεύσατε και τώρα μου ζητάτε να σας θεραπεύσω εγώ;
Κυρία: Οι σπασμοί αυλακώνουν το σώμα μου. Λυπηθείτε με.
[Ο Κύριος την πλησιάζει σε απόσταση αναπνοής. Παραμένουν για λίγες, βασανιστικές στιγμές. Παρατεταμένο σφύριγμα του τρένου. Σκοτάδι].
[ Αθήνα, 23 Σεπτεμβρίου 2020 ]