I
Ξεκίνησα υπολογίζοντας την απόσταση
Ανάμεσα στην αναπνοή και τον καφέ
Τώρα αχνίζει το μυαλό μου
Ονείρατα γεμάτο
Δεν θυμάμαι πια από που εισβάλουν
Οι εικόνες στη φράση μου
Ξέρω απλά πως δεν υπάρχω
Παρά μες σ’ ένα κυδώνι.
II
Όταν τον βύθιζε
η συζήτηση
στης σκέψης τα
υπόγεια ρεύματα
κι ο ορίζοντας φαινότανε
πως θα χαθεί για πάντα
οι κόμποι του
ελύνονταν και πελαγοδρομούσε.
III
Όσο για τα ποιητικά
δεν είχε βλέψεις
υψηλές
Ήθελ’ απλώς να γίνει
ο γευσιγνώστης
των λέξεων.