Μία Εικόνα, Χίλιες Λέξεις #1

———————— ≈ ————————

Στον καιρό της ψηφιακής πολυδιάδρασης, της ψηφιακής έκρηξης των εικόνων, της ψηφιακής ιλιγγιώδους ταχύτητας των πληροφοριών, θα αφιερώσουμε, με βραδύτητα και βαρύτητα, αλλά και με χιούμορ και ελαφρότητα, σκέψεις και λέξεις για τις εικόνες: μία εικόνα κάθε μήνα, μία εικόνα για κάθε έτος του 21ου αιώνα. Μένουμε στην εικόνα, τη διαβάζουμε, την εμβαθύνουμε και, μέσα από την εικόνα, χαρτογράφουμε την ιστορία του μέλλοντος μας. Με ανάκατη σειρά, όπως επιβάλλουν η Ποίηση και ο Benjamin, συνθέτουμε μια ψηφιδωτή βιογραφία του 21ου αιώνα, παίζοντας με την φράση «Μία εικόνα, χίλιες λέξεις». Η ιστορικός τέχνης Φαίη Τζανετουλάκου εξετάζει ιμπρεσιονιστικά, θεωρητικά, και αισθαντικά την εκάστοτε εικόνα, ο συγγραφέας Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης εκπτύσσει συνειρμικές σκέψεις, ενώ ο ζωγράφος Σωτήρης Μπατζιάνας την αναδημιουγεί και την ανασυνθέτει σχολιάζοντάς την εικαστικά.

του Σωτήρη Μπατζιάνα
του Σωτήρη Μπατζιάνα

Μην είν' η ΚΔΩΑ;


1.            

Κοιτάζω και ξανακοιτάζω τη φωτογραφία, και σκέφτομαι ότι έχουν πάθει αμόκ κάποιες μνήμες της παιδικής και εφηβικής ηλικίας, ότι ο James Fenimore Cooper έχει τριπάρει αγρίως, ποτισμένος με διαιθυλαμίδιο του λυσεργικού οξέος κερασμένο από το σαλταρισμένο φάντασμα του Timothy Francis Leary ενώ βοοειδή της καντριγουέστερν, παιδοβούβαλοι που ξέφυγαν αλαλάζοντας απ᾽ τις σελίδες του Πητ “Beat’’ Κουτρουμπούση, και αϊκιουραδικιούληδες, νεοανθυποναζήδες, βλαμμένες καρικατούρες του Μπλεκ (που επίσης νομίζουν ότι Αμερικανός έχει πλάσει τον εν λόγω Μπλεκ, ο οποίος στην πραγματικότητα είναι καραϊταλός, γόνος της φαντασίας των Giovanni Sinchetto, Darrio Guzzon και Pietro Sartoris) ψήνουν πελώριες μπριτζόλες, τραγουδούν (;!) ό,τι πιο χθαμαλό έχει βγάλει νους ανθρώπου, κι ορμάνε προς την άβυσσο του πυγμαίου νου τους, νομίζοντας ότι γράφουν ιστορία, ότι χορεύουν τον αντικριστό με τον ηρωισμό, ενώ απλώς τους αμόλυσαν για λίγο από τον Βρεφονηπιακό Σταθμό Φασιστοσαλταπήδας για να παίξουν το σκατοπαιχνίδι.

2.

Η εικόνα είναι ανατριχιαστική, βγαλμένη απ᾽ τους χειρότερους εφιάλτες του James Ellroy, του Roberto Bolaño, και του Thomas Pynchon. Λένε ότι ο μάστρο-Philip Kindred Dick έκοψε ακαριαία το ελεσντί μόλις την είδε, ενώ ο WSB έπαθε (και είπε) ακριβώς αυτό που έπαθε (και είπε) ο Cave όταν τον χώρισε τηλεφωνικώς η PJ: «Μου έπεσε η βελόνα από το χέρι». Η εικόνα είναι ο 21ος αιώνας στο μίξερ της μνήμης, ένας πολτός που σαν πράσινο σιχαμερό poltergeist δεν θα πάψει πια να στοιχειώνει τον ύπνο και τον ξύπνο ημών και κάθε φίλης και φίλου μας που μεγάλωσε με τον Διαφωτισισμό, με τον Έγελο, με τη Μεγάλη Μουσική (κλασική, μπλουζ, ρεμπέτικο, τζαζ), με τη Μεγάλη Λογοτεχνία (Shakespeare, κτλ.), με τον Μεγάλο Κινηματογράφο (Όρσον, Τζώννυ, Σεργκέι, Αντρέϊ, Μπέλα, Γιόνας, Τεό, Σταύρος), με τις Μεγάλες Ιδέες της Πράξης (Έρωτας, Φιλία, Δημιουργικότητα). Η εικόνα θέλει να μας πει κατάμουτρα: «Την πατήσατε, παλιοπατσαβούρες, γκέγκε;» Η εικόνα θέλει να λιώσει τη Λογική με τη βαριοπούλα της παραφροσύνης. Η εικόνα θέλει να ρίξει μια υπερμπόμπα σ᾽ όλες τις βιβλιοθήκες του κόσμου. Η εικόνα είναι το νεγκατίφ όσων αγαπήσαμε μες στα ερείπια μιας εποχής.

3.

Μετά το Ἀουσβιτς δεν μπορεί να υπάρχει ποίηση όπως την ξέραμε, θα πει ο Adorno και θα εξάρει ως εξαίρεση τη μείον-ωά-λαλιά των εγγαστρίμυθων του Beckett, την κρυσταλλική γεωμετρημένη (ένα αντιστρατόπεδο) γραφή του Celan, μια ελεγχόμενη και σχεδιασμένη από άριστο μηχανικό ήχου μετακραυγή. Μετά το «τιαργιουεμπί», αυτό το τρομακτικά επικίνδυνο μόρφωμα-τερατονομιστεράκι, το βοϊδοπαιδαριώδες Συνωμοσιολογικό QAnon, δεν μπορούμε να κάνουμε χιούμορ, μας απαγορεύεται (από εμάς τους ίδιους) η ειρωνεία, το «σπάμε πλάκα» δεν μπορεί να τελεσφορήσει, υποχρεούμεθα (ασμένως, πάντως) σε μια ολοένα και πιο μεθοδευμένη και στρατηγική Επιστροφή της Ταξιαρχίας Immanuel Kant (με τάγματα που διοικούν οι «our old comrades» Νεαροί Εγελιανοί. Στα τέλη της δεκαετίας του 1980, ορθά ο Debord επεσήμανε: «Quand être “absolument moderne” est devenu une loi spéciale proclamée par le tyran, ce que l’honnête esclave craint plus que tout, c’est que l’on puisse le soupçonner d’être passéiste.» [Όταν το «να είσαι απόλυτα μοντέρνος» έχει καταστεί ειδικός νόμος θεσπισμένος από τον τύραννο, αυτό που ο νομοταγής σκλάβος φοβάται περισσότερο από οτιδήποτε άλλο είναι το ενδεχόμενο να τον υποπτευθούν ως προσκολλημένο στο παρελθόν»]. Χωρίς να έχει χάσει ούτε στάλα από την ισχύ της, αυτή η επισήμανση (που πολλοί θα θεωρήσουν ακατανόητη ή έστω αινιγματική) μας ωθεί να πούμε επίσης: το Kitsch/Trash είναι επιβεβλημένο, είναι ο άτεγκτος νόμος που θεσπίζει τώρα ο Τύραννος, και η Γενικευμένη Παράνοια είναι ο ανθυποδεκανέας στο τσούρμο των τραμπούκων του.

4.

Ακόμα και ενδυματολογικά οι Adorno, Burroughs, Brecht, Beckett, Debord δεν άφησαν καν χαραμάδα για το εκκεντρικό, ούτε καν για το εκάστοτε μοντέρνο, εμμένοντας στη μη συμμόρφωση με τους τρόπους της εποχής τους (μια εποχή, της οποίας τα κεντρικά ολέθρια μυστικά μπόρεσαν να αποκρυπτογραφήσουν και, παραλλήλως, να εκφράσουν ακριβώς την εποχή που τα κυοφόρησε). Πολλά θα είχαν να πουν αυτοί οι “recalcitrant modernists’’ για τους σαλταρισμένους εισβολείς στο Καπιτώλιο, για το τι σημαίνει να φοράς στολή («Γιατί φοράς κλουβί;» επέμενε οχληρά να ρωτάει ο Άσιμος στα τέλη της δεκαετίας του 1970), για το πώς η διολίσθηση από την ένταξη στην όποια συλλογικότητα στον φασισμό είναι εγγυημένη από τα φρικαλέα γεγονότα· ο Adorno τόνιζε εμφατικά ότι η απόλυτη αποφυγή της ένταξης στην όποια συλλογικότητα (προσκοπισμός, χουλιγκανισμός, κομματισμός, κτλ) είναι το πρώτο βήμα για να κατανοήσουμε το Άουσβιτς, και, συνεπώς, για να αποτρέψουμε την επανάληψή του. Σήμερα, η κουρελαρία είναι η στολή, η τσογλαναρία είναι η συλλογικότητα, το μεταεκκεντρικό είναι το επίσημο, το σκουπιδομάνι, η τρασίλα, το κάψιμο είναι οι Σκατογρεναδιέροι των Σκατοηγεμόνων.

5.

Τηλεγράφημα στη Φαίη και στον Σωτήρη: Να δούμε στους ΚΔΩΑ του Καπιτωλίου τους τρελαμένους υπερβλακοναζήδες του Bolaño και, ακόμα πιο αινιγματικά και εφιαλτικά, τους Παρανοϊκούς Φονιάδες της Φλαμανδικής Βραβάντης. Θυμίζω: ΚΔΩΑ = οργάνωση που επινόησε ο Κουτρουμπούσης, της οποίας τα αρχικά σημαίνουν Κτηνώδης Δύναμις Ωγκώδης Άγνοια (με ωμέγα λόγω άγνοιας!) με αρχικά μέλη τον Σωκράτη μιας και εν οίδε ότι ουδέν είδε, και τον Ηρακλή ως χαζοδυνατό. Θυμίζω ανατριχιάζοντας: Οι Παρανοϊκοί Φονιάδες της Φλαμανδικής Βραβάντης ήταν μια βελγική συμμορία κακοποιών που έκαναν ληστείες σε σούπερ μάρκετ και πυροβολούσαν αδιακρίτως και στο ψαχνό όσους βρίσκοονταν εκεί — σύμφωνα με μαρτυρία στελέχους της που διέφυγε στη Βραζικία, η συμμορία κατευθυνόταν από τις μυστικές υπηρεσίες με σκοπό τη διάπραξη προβοκατόρικων ενεργειών. Ερωτώ: Πόσο επικίνδυνο θεωρούμε το κιτς, το εκκεντρικό, το γραφικό, το άδολο, το αμόλυντο, το ριζίτικο, ιδίως σε ξεχαρβαλωμένους καιρούς όπου όλα αυτά, και πολλά άλλα, χάνουν την όποια γνησιότητά τους και γίνονται οχήματα ιδιαίτερα ανορθολογικών ιδεολογημάτων; Δηλώνω: Απόψε μού ᾽ρχεται να λύσω τα κορδόνια από τα γρασωμένα άρβυλα του Beuys.

Τρεις Εικονολόγοι / ®SFI