———————————————
[ Ο ΠΛΟΚΑΜΟΣ, ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΕ ΣΤΥΛ ΜΕΙΖΟΝΕΛΑΣΣΟΝ ]
Επάνω στον Λόφο του Ποιητή Δ.Σ., το δωμάτιο φωτίζεται γλυκά με το υπόλευκο φως του Σαββάτου. Από το τζάμι φαίνεται, κάτω χαμηλά, μέσα απ’ τα δέντρα, η θάλασσα. Έξω είναι ήσυχα, φυσάει ένας κρύος αέρας. Το απόγευμα ετούτο, από τα ηχεία του υπολογιστή ακούγεται δυνατά το Wolves
του Kanye West.
Απ’ τον τοίχο ξεφύτρωσε πάλι ο ωραιότατος πλόκαμος. Είναι, βεβαίως, μαλακός σαν καλώδιο, και «πλαστικός» σαν κυματομορφή, και χρυσός όπως ένα πνευστό ορχήστρας. Έχει απλωθεί σε τρεις διαστάσεις σαν κλουβί έχον το σχήμα κόλουρου οκτάεδρου, ήτοι του ημικανονικού πολυέδρου που έχει 24 κορυφές, όσες δηλαδή γωνίες μέτρησα στα γυναικεία φωνητικά που είναι το ίντρο του τραγουδιού. Εμπρός μου, στην ειδική αυτού θέση, το φτερό της γραφής και δίπλα το μελανοδοχείο και δίπλα ο Επιτραπέζιος Ποιητής μου – η μικρή, γύψινη προτομή του Σολωμού. Ψηλά, στο κέντρο του πλοκάμου-κλουβιού κρέμεται –σαν καλώδιο λάμπας– το στόμιο του πλοκάμου, από το οποίο βγαίνει μια σαπουνόφούσκα με αρκετά γράμματα να γυρίζουν εντός της σαν μπαλάκια σε κλήρωση λαχείου. Η φούσκα μεγαλώνει και ύστερα σκάει, με τα γράμματα να σχηματίζουν στο πάτωμα την ακόλουθη φράση:
ΕΚΔΟΧΗ ΠΡΩΤΗ ΤΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗΣ ΠΑΝΤΟΦΛΑΣ, ΜΕ ΔΕΥΤΕΡΕΥΟΝΤΑ ΤΙΤΛΟ
ΣΛΑΠΣΤΙΚ: ΤΟ ΔΟΚΑΝΟ ΤΗΣ ΕΥΘΙΞΙΑΣ
*
Κείνο το πλάνο στην TV μίλησε στην ποιητική ψυχή του υποφαινόμενου –ευθύμου μειζονελάσσονος–όσο δέκα του Ταρκόφσκι σε κείνες των βαρυθύμων μειζόνων. Ήταν μια διαφήμιση τελεμάρκετιγκ, πολύ αινιγματική, με –εκ πρώτης όψεως– άδηλο το διαφημιζόμενο προϊόν: Μια ανοιγόμενη, φορητή σκάλα είχε στηθεί σ’ ένα δωμάτιο. Μια γυναίκα είχε ανέβει τα σκαλιά και άφηνε να πέσει ένα αβγό πάνω σε μια μαύρη παντόφλα στο πάτωμα. Η οθόνη χωρίστηκε σε δύο οθόνες. ΑΡΙΣΤΕΡΑ: το πείραμα κατέληγε σε θραύση, και άρα σ’ ένα αβγό-μάτι στο οπίσθιο μέρος της –τυχαίας– παντόφλας / ΔΕΞΙΑ: το αβγό αναπηδούσε στο οπίσθιο μέρος της –διαφημιζόμενης και ελαστικότατης κατά τα φαινόμενα– παντόφλας, εκτινασσόταν δε εκτός κάδρου. Κοιτούσα χαμένος και παραμιλώντας από θαυμασμό, όσο περίπου και όταν είχα δει το τέλος του Βέρτιγκο του Χίτσκοκ.
Λέει η Μαρία:
«Σήμερα το πρωί, που πήγα να πάρω ψωμί, μπήκε ένας πολύ ηλικιωμένος άνδρας, ο οποίος είπε στη φουρνάρισσα, χωρίς μια καλημέρα και τέτοια πράγματα εγκόσμιας αβρότητας, "Θέλω ένα κουλούρι για να πιω τον καφέ μου", πλήρωσε κι έφυγε. Θα ορκιζόμουν ότι φορούσε αυτές τις παντόφλες.»
«Πιθανότατα» είπε ο Επιτραπέζιος Ποιητής, «αφού όπως μας πληροφόρησε η διαφήμιση ενδείκνυνται και για εξωτερικό χώρο.»
«Εκείνος ο γέρος, καθώς ωραία τον περιγράψατε –Μαρία– να λαχταράει για το κουλούρι του με τρόπο σχεδόν μεταφυσικό, θα είναι μάλλον ένας πολύ τυχερός άνθρωπος που ξέρει να αγαπά και να εκτιμά την όση φωτεινή ζωή του απομένει πριν από το λαίμαργο ρούφηγμά του στο Αιώνιο Σκότος. Σε επίπεδο συμβόλων, θα τον παρομοίαζα με ένα αυτόματο της ανθρώπινης χαράς ad infinitum», είπε ο –φίλος και φιλοξενούμενός μας για λίγες ημέρες– Μίμος του Θανάτου.
«Τον άτιμο, ούτε καλημέρα δεν είπε, ε;» παρατήρησα εγώ, άρτι ανανήψας από το εκστατικό θάμβος «Οι γέροι είναι πολύ εκνευριστικοί κάτι φορές – χαχα.» [Θυμήθηκα τον καημένο τον παππού μου τον Σ. που, στα τελευταία, τους είχε διαλύσει όλους με λοξοκαμώματα.]
Ο Επιτραπέζιος, για να διασκεδάσει την παρέα, έπιασε ανάποδα μια σφουγγαρίστρα εν είδει φιγούρας όρθιας με μαλλιά– και, παριστάνοντας τη Μαρία, είπε με γυναικεία φωνή «Πόσο προσβλητικό! Δεν μπορείς να μιλάς έτσι για μια ομάδα συνανθρώπων μας».
Ενέργεια, η οποία οδήγησε πάραυτα σε ένα οικιακό Reign of Terror, i.e.:
Ενώ οι λοιποί γελούσαμε (τόσο, όσο) με το ανωτέρω αστείο, η Μαρία [ –η οποία για τις ανάγκες της παρούσας ιστορίας εμφανίζεται να έχει προσβληθεί βαρέως από μια εκ των πνευματικών επιδημιών του παλαβού Zeitgeist–] άλλαξε διαδοχικά τις ακόλουθες εκφράσεις:
: ) : | : \ : (
Απαθανάτισε, δε, τη μίμηση με το κινητό, έφυγε απ’ το δωμάτιο, επέστρεψε μετά από κανένα πεντάλεπτο και είπε στον Επιτραπέζιο:
«Μπες, μια στιγμή, στο fb μου αν θες, Επιτραπέζιε»
Στο οποίο fb,
(α) η Μαρία είχε:
ανεβάσει τον Ε.Π. με τη σφουγγαρίστρα / βάλει από κάτω ένα σχόλιο για την Πατριαρχία / λάβει έναν τριψήφιο likes –καρδούλες– έλεος, συν αρκετά comments συμπαράστασης.
(β) ο Επιτραπέζιος είχε: καμιά εικοσαριά χολερικά dm / εκατοντάδα λιγότερους φίλους.
«Διάολε!» είπε ο Ε.Π.
Ο Παλλόμενος Αστήρ –νεαρότατο τέκνο μου και καβαλάρης του οικόσιτου γαϊδάρου μας Φελίτσε–,[1] όταν είδε τον φίλο του αναστατωμένο, τον ρώτησε –από ύψος σαμαριού– τι συνέβη.
«Άσε με κι εσύ μικρόβιο» του απάντησε ο Επιτραπέζιος. Μετά ξεκίνησε γρήγορα-γρήγορα να στήνει ανάποδα μια σκούπα και να τη βγάζει φωτογραφίες. Τις οποίες πόσταρε κάνοντας εμένα tag ως το εικονιζόμενο αρσενικό και γράφοντας από κάτω Μεταφυσικό Πορτραίτο του ποιητή Διονύσιου Η. Στράνη (2020), εν είδει πλυντηρίου για τη νεοαποκτηθείσα, αναίτια-όσο-και-πολυταξιδεμένη φήμη του ως μισογύνη Πατριάρχη.