Η ΑΛΦΑΒΗΤΑ
Αναρριγά το Ρο στην πρωινή δροσιά των παιδικών ονείρων
κάθε φορά που η λογική γράφει «φορώ»
τ’ ασύμμετρα γυαλιά του Βήτα
με το ένα ματογυάλι πιο μεγάλο, το άλλο πιο μικρό
και προχωρώ.
Αργεί το Θήτα.
Βέβηλη η βεβαιότητα του βήματος
—ακόμα πολλά γράμματα μένει να χαραχτούν—
στα τρίγωνα των γεραρών Βερμούδων
τ’ αβυσσαλέα Δέλτα θα μας καταπιούν.
Η υπερβολή του Θήτα στους αθεράπευτα ευαίσθητους:
σ’ αρέσει, δεν σ’ αρέσει
πάντα θα σχηματίζεται ένας κύκλος
με μια σπαθιά στη μέση.
Έτσι θα διανυθεί το δαιδαλώδες Ζήτα. Ξι.
Τρεις κάθετες αρνήσεις —ποιος ξιφουλκεί;—
κοίτα
τρυπάνε το χαρτί
τρυπάνε τις αισθήσεις
τρυπάνε κάθε τι.
Κι αργεί το Θήτα.
Βρισκόμαστε ή χανόμαστε στο Χι;
—Κυρία, το Χι δεν είναι πάντα ήττα.
Τι αντισταθμίζουν τα παιδιά
που άλλοτε αφήνουν να πετούν
κι άλλοτε κάτω απ’ τις γραμμές
τα γράμματα βυθίζουν;
Στων αγκυλών τις αγκυλώσεις
φτωχών νοημάτων τραυματιοφορείς.
Αργεί το Θήτα;
Έι, κύριοι, σεις
πότε θα μάθετε την αλφαβήτα;