Ένα δομικά καλοδουλεμένο διακειμενικό παιχνίδι με το έργο και τη ζωή του Φραντς Κάφκα, μιας από τις μεγαλύτερες λογοτεχνικές μορφές του 20ού αιώνα, αποτελεί το καινούργιο υβριδικό μυθιστόρημα του πολύπλευρου και πολυτάλαντου Μισέλ Φάις. Για τη σύνθεσή του ο συγγραφέας ενώνει στοιχεία από το επιστολικό μυθιστόρημα, το ημερολόγιο, το δοκίμιο, την κριτική, τη συγκριτική μελέτη, τη βιογραφία, το θέατρο. Πρόκειται για μία πρισματική αφήγηση που επιτρέπει ποικίλες προσεγγίσεις.
Αν παίρνοντας το βιβλίο του Φάις στα χέρια σου περιμένεις να διαβάσεις ένα τυπικό μυθιστόρημα με αρχή, μέση και τέλος, θα απογοητευτείς. Αν όμως σου αρέσει να περιδιαβαίνεις σε άγνωστες ή και γνωστές περιοχές, με πολλές εκπλήξεις και κρυφές γωνιές που ζητούν εξερεύνηση, θα γοητευτείς. Πολύ περισσότερο αν είσαι εξοικειωμένος με την σταθερή θεματική και την μυθοπλαστική επινοητικότητα του συγγραφέα.
Το υλικό της Ερευνήτριας είναι αρθρωμένο σε τρεις εναλλασσόμενους άξονες, τρεις αφηγηματικές φωνές: Τον πρώτο άξονα αποτελεί το Ημερολόγιο του Κάφκα, με σταθερή ανάδρομη ημερομηνία και τόπο θανάτου πρώτα και μετά γέννησης, κυκλική ροή του χρόνου, το τέλος συναντά την αρχή: (3. Juni, Mittag, Kierling 1924 oder 3. Juli, Morgengrauen, Prag 1883? = 3 Ιουνίου, μεσημέρι, Κήρλινγκ 1924 ή 3 Ιουλίου, αυγή, Πράγα 1883;) ∙ στο κείμενο όμως παρεισφρέουν διάφορες ημερομηνίες από τα γραφτά του Κάφκα. Ο δεύτερος άξονας είναι το «Τεφρό σημειωματάριο» ή μήπως «Σημειωματάριο της τέφρας;», όπου η ερευνήτρια μηχανεύεται τρόπους εξόντωσης ενός άνδρα, και ο τρίτος είναι μία σειρά επιστολών, που αρχίζουν με την προσφώνηση: Κύριε Κ.. Το Κ. είναι βέβαια το αρχικό του Κάφκα, είναι όμως και το όνομα τόσο του ήρωα της Δίκης, όσο και του Τοπογράφου ή Γεωμέτρη Κ. στον Πύργο.
Η σύνθεση συμπληρώνεται από «Σημειώσεις της ερευνήτριας» στο τέλος, που υποστηρίζουν βιβλιογραφικά και πραγματολογικά τις ποικίλες αναφορές, για να μάθει ο αμύητος και να θυμηθεί ο μυημένος στο έργο του Τσεχοεβραίου συγγραφέα∙ ας τις δούμε με λίγη καχυποψία για τις πιθανόν υπονομευτικές τους ιδιότητες. Το βιβλίο μπορεί να διαβαστεί με διάφορους τρόπους: «Ο αναγνώστης μπορεί να ακολουθήσει αυτόν τον κυκλικό αναγνωστικό κανόνα, να τον παραβεί κατά βούληση, ακόμη και να τον αγνοήσει» συστήνει ο συγγραφέας στο εισαγωγικό του κείμενο.
Στο «Ημερολόγιο» η ερευνήτρια, που υποδύεται κατά κάποιον τρόπο τον Κάφκα, αναπαριστά τη ζωή του σε πρωτοπρόσωπη αφήγηση. Στο «Τεφρό σημειωματάριο», σε δεύτερο πρόσωπο, η ίδια, που μπορεί να είναι μία προδομένη ηρωΐδα του, μηχανεύεται τους πιο παράδοξους τρόπους για να εξοντώσει έναν άνδρα και να απαλλαγεί απ’ αυτόν. Όσο προχωράει η ανάγνωση διαπιστώνουμε ότι ο άνδρας τον οποίο προσπαθεί να σκοτώσει η ερευνήτρια είναι σίγουρα ο Κάφκα και η ίδια δεν αποτελεί παρά το προσωπείο ενός συγγραφέα που στενάζει αλλά και αναπνέει κάτω από το βάρος του μεγάλου προγόνου. Στις «Επιστολές» τέλος που απευθύνονται στο Κύριο Κ. η ερευνήτρια, δηλαδή ο Φάις, αποδεικνύοντας τη χρόνια και βαθιά σχέση του με το έργο του Κάφκα, ως παντεπόπτης αφηγητής πλέον, συνομιλεί ευθέως και αναλυτικά μαζί του.
Στ’ αλήθεια μιλάμε για έναν εκ βαθέων διάλογο του Έλληνα με τον Τσέχο συγγραφέα. Ερμηνεία και κριτική των έργων του, με πολύ συγκεκριμένες αναφορές σ’ αυτά, άλλοτε με διάθεση θαυμαστική και άλλοτε αντιρρητική και συγκριτική. Πολυεπίπεδη ιδιότυπη εργοβιογραφία, θα μπορούσαμε να την χαρακτηρίσουμε, αλλά και ένα ψυχογράφημα του τόσο ιδιόρρυθμου αυτού συγγραφέα με τους «ανυπόφορους ισόβιους διχασμούς».
Στοιχείο που συνειδητοποιεί βαθμιαία ο αναγνώστης είναι το πώς μια ζωή μπορεί να νοηματοδοτήσει μια άλλη. Δηλαδή, πώς μία βιογραφία άλλου γίνεται, δυνάμει, ο πυρήνας εξομολογητικής αυτοβιογραφίας του γράφοντος. Ο Φάις, συνήθης τακτική του αυτή, αξιοποιώντας πειραγμένο και επιδέξια καμουφλαρισμένο αυτοβιογραφικό υλικό, παρέχει τη δυνατότητα πολλαπλών αναγνώσεων. Δηλώνει την ισόβια, εμμονική σχέση του με τον Κάφκα, από τα δώδεκά του χρόνια, συμφύροντας πάλι πραγματικότητα και φαντασία. Άλλωστε πολλές αυτοαναφορικές πληροφορίες και προβληματισμοί για τη γραφή, μέσω Κάφκα, απηχούν δικές του θέσεις. Εξάλλου, τηρουμένων των αναλογιών, θα βρίσκαμε πολλά κοινά σημεία ανάμεσα στους δύο άνδρες, από την καταγωγή και την τραυματική αντιδικία με τους γονείς, μέχρι την μονήρη διάθεση μέσα στο πλήθος και την αυτοϋπονόμευση.
Στο τελευταίο γράμμα μάλιστα, που δεν απευθύνεται στον Κύριο Κ. αλλά απευθείας και τρυφερά στον Άγγελο της Πράγας, τον Φραντς αρχίζει: “Lieber Anschel, Lieber Franz”. Το γράμμα αυτό συμπληρώνεται από δύο εκτενή υστερόγραφα, όπου ο αποστολέας ενημερώνει τον αποδέκτη για την τύχη κομβικών προσώπων της ζωής του. Τον πληροφορεί ακόμη για το πώς επιβιώνει η λογοτεχνική του αξία την εποχή του διαδικτύου, γεγονός στο οποίο έχει βάλει και ο γράφων το λιθαράκι του.
Πολυεπίπεδο και φιλόδοξο μυθιστόρημα προσφέρεται για πολλαπλές ερευνητικές και ερμηνευτικές μελέτες.
Ένα ιδιοφυές βιβλίο που ξεπερνά τον αναγνώστη. Δύσκολο και στην έμπνευση και στην επεξεργασία και στη σύνθεση αλλά και στην πρόσληψη. Διαβάστε το με καχυποψία για την αλήθεια των στοιχείων του και μην ξεχνάτε ότι αυτή είναι η αλήθεια του συγγραφέα. Καλό θα είναι να διακρίνεται, αν διακρίνεται, η βιωμένη ζωή από την αφηγημένη.
Στο ερώτημα αν τελικά, σας άρεσε το βιβλίο, την απάντηση θα αναζητήσουμε σε άλλα συμφραζόμενα στη σελ. 109:
«Μπορείτε να μην απαντήσετε, μπορείτε να υπεκφύγετε, μπορείτε να φύγετε, μπορείτε ακόμη –
Μπορώ και να σιωπήσω;
Μακρά σιωπή».
Μακρά σιωπή, για αναστοχασμό και προσωπικές αναζητήσεις, θα πρόσθετα.