Όταν γεννήθηκε η Μαρία Σπάρταλη (1844-1927), οι Μοίρες ήταν γενναιόδωρες μαζί της· της χάρισαν ομορφιά, ταλέντο, μακροζωία ώστε να καταταχτεί ανάμεσα στις Τρεις Χάριτες των προφαηλιτών ζωγράφων, μαζί με την καλή της φίλη, μοντέλο κι αυτή των προραφαηλιτών και γλύπτρια, Μαρία Κασσαβέτη-Ζαμπάκο και τη συγγενή της Νέλλη Κορωνιού. Γεννήθηκε στο Τότεναμ στην Αγγλία (Tottenham, Middlessex), πρωτότοκη κόρη της ευκατάστατης εμπορικής οικογένειας του Μιχαήλ Σπάρταλη (1818-1914), ο οποίος εκτός από επιτυχημένος έμπορος και μαικήνας των τεχνών ήταν και πρόξενος της Ελλάδας στο Λονδίνο από το 1866 έως το 1882. Η καταγωγή του ήταν από τη Σπάρτη της Πισιδίας στη Μικρά Ασία, τη σημερινή Isparta της Τουρκίας. Η μητέρα της Ευφροσύνη (Effie) Βαρσάμη (1842-1913) και αυτή ανήκε σε μεγάλη εμπορική οικογένεια. Η μικρότερη αδελφή της Χριστίνα ήταν και αυτή αγαπημένο μοντέλο των προραφαηλιτών, τη συναντήσαμε σαν την «Πριγκίπισσα από τις χώρες της πορσελάνης στο δωμάτιο των παγωνιών», αδελφός της ήταν ο Δημήτριος Σπάρταλης. Η μόρφωσή της δεν ήταν μόνο η τυπική μόρφωση των κοριτσιών της τάξης της και της εποχής της, αλλά είχε προοδευτικό χαρακτήρα και νωρίς αποκαλύφθηκε το ζωγραφικό της ταλέντο. Ο πατέρας της προσέλαβε για δάσκαλό της τον Φορντ Μάντοξ Μπράουν (Ford Madox Brown,1821-1896), διάσημο ζωγράφο, που οι πίνακές του συνέπιπταν με τα θέματα των προραφαηλιτών ζωγράφων, θέματα κοινωνικού και θρησκευτικού χαρακτήρα εμπνευσμένα από μεσαιωνικές ιστορίες, και οποίος ενώ δεν ανήκει στην αδελφότητά τους θεωρούνταν από αυτούς πρόγονός τους. Ο δεσμός της Μαρίας με τον δάσκαλό της κράτησε για όλη του τη ζωή· εκείνος ήταν ερωτευμένος, χωρίς ανταπόκριση από την μαθήτριά του, και εκείνη πάντα ζητούσε τη γνώμη του για τα έργα της και του ζητούσε να της προτείνει θέματα να ζωγραφίσει.
Μαρία Σπάρταλη Στίλμαν, η ομορφιά που σώζει
Αλλά αυτό που έκανε την πρώτη εντύπωση σε όποιον την έβλεπε ήταν η ομορφιά της, τα πλούσια μαλλιά της, το παράστημά της που συνδυάζονταν με τον γλυκό χαρακτήρα της. Θαυμαστής της ομορφιάς της ήταν ο ποιητής Τένισον (Alfred Tennyson, 1809-1892), ενώ ο ζωγράφος Ντάντε Γκάμπριελ Ροσέτι (Dante Gabriel Rossetti, 1828-1898) προσπάθησε να κάνει το πορτρέτο της, αλλά ομολογεί ότι απέτυχε να αποτυπώσει την αιθέρια ομορφιά της· την αξιοποίησε όμως για μοντέλο του και σε πολλά άλλα έργα του. Ήταν και μοντέλο της πρωτοπόρας φωτογράφου Τζούλια Μάργκαρετ Κάμερον (Julia Margaret Cameron, 1815-1879). Είναι το μοντέλο στα έργα «Μνημοσύνη», «Το πνεύμα του κρασιού», «Donna Maria» κ.ά., αλλά πάλι υπάρχουν παράπονα ότι ούτε ο φωτογραφικός φακός αποτύπωνε πλήρως την ομορφιά της. Άλλος θαυμαστής της ομορφιάς και του ταλέντου της ήταν ο Αλέξανδρος Ρίζος Ραγκαβής. Τη συνάντησε στο Λονδίνο τον Ιούλιο του 1868, στο πατρικό της σπίτι, καθώς επέστρεφε στην Ελλάδα από την Αμερική. Μαζί της επισκέφτηκε το Βρετανικό Μουσείο, όπου τους υποδέχτηκε ο διευθυντής του μουσείου, στον οποίο η Σπάρταλη είπε ότι αντέγραφε πίνακες του Ραφαήλ για να εξασκηθεί και ότι στο Βρετανικό Μουσείο ζωγράφιζε τα Ελγίνεια Μάρμαρα. Βέβαια κουβέντα δεν έκαναν στον διευθυντή του Μουσείου για την επιστροφή τους στην Ελλάδα. Ο Ραγκαβής γράφει γι’ αυτή «ότι ήταν ωραία ως Μούσα αρχαία [...] και προπάντων εζωγράφει μετά σπανίας φιλοκαλίας και επιτηδειότητας».
Για πρώτη φορά εξέθεσε έργα της το 1867 στην γκαλερί Ντάντλεϊ (Dudley Gallery) και μάλιστα πούλησε ένα έργο της, αλλά ο πατέρας της την υποχρέωσε να δώσει αυτά τα χρήματα για τον απελευθερωτικό αγώνα της Κρήτης, γιατί γυναίκες της τάξης τους δεν κερδίζουν χρήματα πουλώντας έργα ζωγραφικής. Η Μαρία έκανε την επανάστασή της όταν το 1871 παντρεύτηκε παρά την θέληση τού πατέρα της τον αμερικάνο δημοσιογράφο Ουίλιαμ Στίλμαν (William James Stillman, 1828-1901). Η βασική αντίρρηση του πατέρα της ήταν ότι ο Στίλμαν δεν ήταν Έλληνας αλλά Αμερικάνος· ο θερμός φιλελληνισμός του δεν ήταν αρκετός για τον Μιχαήλ Σπάρταλη να δώσει την άδειά του για αυτόν τον γάμο. Η Μαρία τον γνώρισε όταν ο Στίλμαν είχε μόλις επιστρέψει στην Αγγλία από την Ελλάδα. Είχε υπηρετήσει πρόξενος της Αμερικής στην Κρήτη, αλλά οι Τούρκοι τον θεώρησαν persona non grata, γιατί ανακατεύτηκε στην Κρητική Επανάσταση του 1868 και αναγκάστηκε να φύγει στην Ελλάδα. Στην Αθήνα κυκλοφόρησε ένα άλμπουμ με φωτογραφίες από την Ακρόπολη, και τα έσοδά του τα παραχώρησε στον αγώνα της Κρήτης. Αλλά στην Αθήνα η γυναίκα του Λάουρα Μακ αυτοκτόνησε μην αντέχοντας την κατάθλιψη που της είχαν προκαλέσει οι σφαγές των χριστιανών στην Κρήτη. Χήρος με μικρά παιδιά, ο Στίλμαν πήγε στο Λονδίνο, όπου τον υποδέχτηκαν οι παλαιοί του προραφαηλίτες φίλοι που τον θεωρούσαν και μέλος της αδελφότητάς τους. Τον ερωτεύτηκε η Μαρία, τον παντρεύτηκε και μεγάλωσε τα παιδιά του όχι σαν μητριά αλλά σαν μητέρα τους, μαζί με τα άλλα δύο παιδιά που απέκτησαν, την Έφη και τον Μιχαήλ. Ενθάρρυνε δε όλα της τα παιδιά και τις προγονές της Μπέλα και Λίζα να ασχοληθούν με τις τέχνες. Ο γιος της Μιχαήλ έγινε διάσημος αρχιτέκτονας στην Αμερική όπου ζουν ακόμη απόγονοί της. Ο Στίλμαν είναι επίσης γνωστός ως ο εκδότης του περιοδικού Crayon και είναι το μοντέλο του μάγου Μέρλιν στον πίνακα του Έντουαρτ Μπερν-Τζόουνς (Edward Burne-Jones, 1833-1898) «The Beguiling of Merlin» («Το ξελόγιασμα του Μέρλιν»). Μοντέλο για τη κυρία της λίμνης Νιμούη (Nimue) ήταν η Μαρία Κασσαβέτη-Ζαμπάκου, ερωμένη εκείνη την εποχή του ζωγράφου. Ο πίνακας προκάλεσε σκάνδαλο όταν εκτέθηκε για πρώτη φορά το 1877 στη γκαλερί Γκρόσβενορ (Grosvenor Gallery).
H Μαρία μετά τον γάμο της, έζησε στην Φλωρεντία από το 1878-1883 και στην Ρώμη από το 1889-1896. Εκεί υπηρετούσε ο άντρας της ως ανταποκριτής αμερικάνικων και αγγλικών εφημερίδων. Εξακολουθούσε να ζωγραφίζει και εξέθετε τα έργα της σε εκθέσεις στην Αγγλία και την Αμερική. Είναι μάλιστα η πρώτη προραφαηλίτισσα ζωγράφος που εξέθεσε στην Αμερική. Ο διάσημος αμερικάνος μυθιστοριογράφος Χένρι Τζέιμς (Henry James, 1843-1882) έχοντας δει έργα της σε έκθεση την επαινεί για τα ευαίσθητα χρώματά της και τη θεωρεί σαν μια ναΐφ προραφαηλίτισσα ζωγράφο.
Είχα την τύχη να δω πέρσι έργα της με τοπία της Τοσκάνης, σε μια έκθεση στη National Portrait Gallery του Λονδίνου και συμφωνώ με τον Χένρι Τζέιμς για την ευαισθησία των χρωμάτων της. Όσο ζούσε, παρά τις οικογενειακές και κοινωνικές υποχρεώσεις της δεν σταμάτησε ποτέ να ζωγραφίζει ή να ποζάρει για τους αγαπημένους της ζωγράφους. Τα θέματα της ζωγραφικής της ήταν τα συνήθη θέματα των προραφαηλιτών ζωγράφων, θέματα από την μεσαιωνική λογοτεχνία, από τον κύκλο των ιπποτών της στρογγυλής τραπέζης, από τον Τριστάνο και την Ιζόλδη και επειδή ζούσε στην Ιταλία για μεγάλο χρονικό διάστημα γνώρισε τους αναγεννησιακούς ζωγράφους όπως π.χ. τον Μοντένια (Montegna), τον Γκιρλαντάιο (Ghirlandaio), κ.ά. και εμπνεύστηκε από τη θεματογραφία τους.
Κράτησε την απαράμιλλη ομορφιά της μέχρι και όταν ήταν μεγάλη σε ηλικία. Ο νεαρός Τόνυ Μπλάντ (Tony Blunt) διηγείται ότι όταν προσπάθησε να την πείσει να γίνει ερωμένη του (εκείνη τότε ήταν 54 ετών), την έπεισε μόνο να ξεκουμπώσει το γαντοφορεμένο χέρι της και να το κρατήσει κατά την διαδρομή από το Φρασκάτι στην Ρώμη. Μια μεγαλοανιψιά της θυμάται ότι όταν στα εβδομήντα της πήγαν σε ένα σινεμά, όλη η αίθουσα σηκώθηκε να τη θαυμάσει. Ο ποιητής Άλτζερνον Τσαρλς Σουίνμπερν (Algeron Charles Swinburne, 1837-1909) λέγεται ότι δάκρυζε όταν έβλεπε την ομορφιά της. Δυστυχώς στην ιστορία της τέχνης το όνομά της αναφέρεται κυρίως σαν μοντέλο και δεν υπάρχει κάποιος catalogue raisonné που να συγκεντρώνει όλο της το έργο, παρ’ ότι πίνακές της υπάρχουν σε πολλά μεγάλα μουσεία. Ήταν η τελευταία από τους προραφαηλίτες που πέθανε.
Προτείνω, καθώς ψάχνουμε να βρούμε έργα της, να ακούμε συγχρόνως το έργο του Κλωντ Ντεμπυσσύ (Claude Debussy, 1862-1918) «The blessed Damozel, La Demoiselle élue», βασισμένο στο ποίημα του Ντάντε Γκάμπριελ Ροσσέττι «The blessed damozelle leaned out» από τη συλλογή του From the golden bar to heaven εμπνευσμένο από την Μαρία.