Κηλίδες καμωμένες από ανθοϊάματα, τα έργα του Νίκου Καρούζου.
Τα λόγια του έσταζαν στο απορροφητικό χαρτί χρώμα και συναισθησία, θυμίαμα, γαλάζια οσμή και καπνό ασημένιο, πορφυρές δεκαετίες και ερυθρά χαλάσματα του ήλιου, μια μοναξιά πότε κίτρινη, πορτοκαλένια, κυανή, το ασπράδι από το φεγγάρι. Έτσι, με λέξεις-υδατοχρώματα, ο Νίκος Καρούζος πότισε το έγχρωμο σύμπαν του.
Ήταν η τριβή, η τραχύτητα και η αμφισημία, παρά η κοφτερή, παγερή και γλιστερή ατσαλοσύνη που τον αφορούσαν, αφού αυτές οι δυνάμεις κινούν τη γη. Ο Καρούζος οπτικοποιεί έναν κόσμο γεμάτο ύπαιθρα της νύχτας και πυρικές ανατολές, το φως και το σκοτάδι που χωρίζουν το Ένα, τους γαλαξίες που διαστέλλονται μέσα στις κοσμικές εποχές, το αέναο ταξίδι με το κεφάλι έξω από το παράθυρο του τρένου, να το μαστιγώνουν με τελετουργικά ιμπρεσιονιστικό τρόπο τα στοιχειά της φύσης, όπως τότε που αποτύπωνε στον καμβά τον πρωινό ανατριχιασμό ο Turner.
Μέσα στη φύση της ανθρώπινης κατάστασης, κεντούσε τα λόγια του ο ποιητής, και όταν ολοκλήρωνε τη μοναχική του περιήγηση στις περιοχές που σύχναζαν οι καθημαγμένοι ερασιτέχνες του Πραγματικού, που τόσο αγαπούσε να μελετάει, τότε έσταζαν τα μελάνια του γλυκόπιοτο πολύχρωμο σκοτάδι, εκείνες τις ώρες που η μοναξιά απειλεί με ένα μαχαίρι γεμάτο σιωπή.
Μέσα από τις ακουαρέλες του, η ποίηση αναδύεται μέσα από την πυκνότητα των νοημάτων για να αφήσει μόνο του ένα ίχνος, τη διαφάνεια της ψυχής, το χρώμα-αίμα. Η εφήμερη πράξη της ενστάλαξης του χρώματος νοτίζει τη σκόνη της αιωνιότητας, σε μια άξαφνη γιορτή του δευτερόλεπτου. Ο ποιητής-καλλιτέχνης, αυτός που πίστεψε στα χρυσάνθεμα και ορκίστηκε στη χλόη, νιώθει να αισθάνεται βαθιά το ζωγραφικό υλικό, αισθ-ίσως, αισθαν-ίσως, καθώς δεν θωρεί τη ζωγραφική έκφραση ως μίμηση αλλά ως μία σημαίνουσα ποιητική πράξη. Μία πράξη αντίστασης και ελευθερίας.
Και αγάπης.
Μιας αγάπης με μαλακά περιγράμματα κόντρα στη σκληρότητα όλων όσων διάγουν έξω από αυτήν και την επιβουλεύονται. Που φέρει μία δύναμη λευκή, εφάμιλλη του θανάτου. Σαν τα γαλαζωπά πλημμυρισμένα αδειανά μάτια του Μοντιλιάνι. Μικρές δίνες, πηχτές άβυσσοι. Τα έργα του Καρούζου φέρουν αυτή την απόχρωση της απεραντοσύνης της θάλασσας. Και διασχίζονται από άλικα μαργαριτάρια, αφού το αίμα περιέχει όλο το μυστήριο που παρουσιάζεται με αυτά τα σημάδια στον ανθρώπινο νου.
Κι η τέχνη του Καρούζου κατρακυλά, σαν γιγάντια σταγόνα από κυανά και κόκκινα δάκρυα, στο μεγαλείο. Γιατί η αγάπη σταλάζει και στερεοποιείται σαν τον υδράργυρο. Μικρά κοσμοδρόμια το κάθε σύμπλοκο από ίχνη στο χάρτινο σιρκουί, κι από πάνω το πινέλο ίπταται σαν τον αεροπόρο των ηλιόλουστων ημερών. Ο έρωτας χαράζει μέσα από τα σπήλαια, και γεμίζει το χαρτί δαχτυλικά αποτυπώματα και σπηλαιογραφίες μίας αλλοτινής εποχής όταν ήταν κυρίαρχη και ζωτική η μάγευση της ζωής.
Γι’ αυτό ας αφουγκραστούμε την αγάπη να ανασαίνει μέσα από το χρώμα, κι ας μην την αφήσουμε να συνωστίζεται με τόσα συναισθήματα.
Θα γυρίσουμε στην Ομορφιά μια μέρα;
( Υφαίνοντας έργα και ημέρες του ποιητή )